Του Σάκη Μουμτζή
Βρίσκεται πέραν πάσης λογικής η επίθεση που εξαπέλυσε από το Σάββατο το απόγευμα η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατά του ΔΝΤ, του μόνου σύμμαχου της στην ονομαστική απομείωση του χρέους καθώς και στη μείωση του ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Για να κατανοήσουμε το αίτιο αυτής της πράξης, θα πρέπει να κάνουμε μια μικρή αναδρομή στον προηγούμενο χρόνο και να εστιάσουμε την προσοχή μας σε τρία γεγονότα.
1. Στις 20 Φεβρουαρίου 2015 ο Γ. Βαρουφάκης αρνήθηκε τα 7.5 δισεκατομμύρια που μας έδιναν οι δανειστές, με αποτέλεσμα στη συνέχεια να «σκουπίσει» όλα τα διαθέσιμα οργανισμών και Ταμείων για να πληρώσει μισθούς και συντάξεις.
2. Επί τρεις μήνες τα κυβερνητικά στελέχη προανήγγελλαν την ολοκλήρωση της συμφωνίας με τους δανειστές, που μέρα με τη μέρα καθαρογραφόταν, κατά τα λεγόμενα τους. Συνειδητά εξαπατούσαν, καθώς γνώριζαν πως κάτι τέτοιο όχι μόνον δεν συνέβαινε, αλλά και ήταν έξω από τις προθέσεις τους.
3. Την Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015, η επίτευξη της συμφωνίας με τους εταίρους ήταν πολύ κοντά. Μόλις 500 εκατομμύρια χώριζαν τις δύο πλευρές και αναμενόταν το Σάββατο το πρωί αυτή να ολοκληρωθεί επιτυχώς. Κι όμως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε εντολή στην ελληνική διαπραγματευτική ομάδα να αποχωρήσει και να επιστρέψει στην Αθήνα, ενώ λίγο αργότερα ανακοινώθηκε η διενέργεια του δημοψηφίσματος.
Προ της εθνικής καταστροφής που θα παρέσερνε βέβαια και τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, υπεγράφη το τρίτο και πιο σκληρό μνημόνιο. Έκτοτε η αξιολόγηση του μετατίθεται από μήνα σε μήνα και οι υπουργοί του διατείνονται πως η συμφωνία είναι πολύ κοντά. Και για να ολοκληρωθεί η προβολή στην οθόνη του περσινού έργου, προέκυψε η ένταση –με άγνωστη κατάληξη– με το ΔΝΤ, λόγω δήθεν του περιεχομένου της υποκλαπείσας συνομιλίας.
Νομίζω πως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει πως μπορεί να χρησιμοποιήσει την περσινή συνταγή με επιτυχία, καθώς το κριτήριο της δεν είναι το συμφέρον της χώρας, αλλά η παραμονή της στην εξουσία. Και ως γνωστόν πέρσι η χώρα έφτασε στο χείλος της πλήρους καταστροφής, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ ξανακέρδισε τις εκλογές.
Οι άνθρωποι αυτοί και δεν θέλουν και δεν μπορούν να κυβερνήσουν. Η κανονικότητα, ως ομαλή διαδοχή γεγονότων και καταστάσεων, δεν τους είναι μόνον ξένη, τους είναι και απεχθής, καθώς ο θεωρητικός τους εξοπλισμός επιζητεί τις τομές και τις ασυνέχειες. Το μόνο που γνωρίζουν είναι η πρόκληση συγκρούσεων και ρήξεων που με τη σειρά τους απαιτούν και προϋποθέτουν την κατασκευή εχθρών. Πρώτα ξένων και στη συνέχεια εγχωρίων, που βαφτίζονται συνεργάτες τους.
Τις προσεχείς μέρες θα δούμε τα κυβερνητικά παπαγαλάκια να θέτουν το ερώτημα προς τα κόμματα του ευρωπαϊκού τόξου: «με ποιον είστε; Με την ελληνική κυβέρνηση ή με το ΔΝΤ;». Όμως το σκηνικό του 2016 διαφέρει σημαντικά από το περσινό, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε νωπή τη λαϊκή εντολή και σημαντικά αποθέματα κοινωνικής στήριξης.
Φέτος η τακτική της εξαπάτησης έχει αποκαλυφθεί –οι δημοσκοπήσεις το δείχνουν–, τα συσσωρευμένα προβλήματα είναι πολλά και καυτά, που καθιστούν αδύνατη την αλλαγή της ατζέντας που επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Συγχρόνως, και οι δανειστές έχουν μελετήσει τη φυσιογνωμία του, τις κινήσεις του, την τακτική του και πράττουν αναλόγως.
Η απαντητική επιστολή της Λαγκάρντ, που ήταν ιδιαίτερα αυστηρή, δεν αφήνει κανένα περιθώριο στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να ξαναστήσει το περσινό σκηνικό. Επειδή όμως βρίσκονται σε αδιέξοδο και είναι και αμετανόητοι, θα το επιχειρήσουν δικαιώνοντας τη ρήση «μωραίνει Κύριος όν βούλεται απολέσαι».