Δεν ήθελαν πολύ οι καθηγητές, για να ξεκινήσουν τις καταγγελίες τους και τις απεργίες τους. Έτσι λανσάροντας τον καινούργιο όρο απεργία – αποχή, προσπαθούν να εναντιωθούν στον ψηφισμένο από τη Βουλή νόμο που αφορά την αξιολόγηση / αυτοαξιολόγηση τους. Στόχος τους είναι κατά δήλωση τους «να μην υπάρξει απαρτία στους συλλόγους διδασκόντων και να μπλοκαριστούν οι διαδικασίες».
Στο τέλος του καλοκαιριού, στο άρθρο με τίτλο: «Tι θα γίνει με το έθιμο των φθινοπωρινών απεργιών;», είχε γίνει αναφορά στις εθιμοτυπικές απεργίες των εργατοπατέρων, στο όνομα της προάσπισης των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Σήμερα οι εκπαιδευτικοί με κεντρικό σύνθημα: «ανυποχώρητο αγώνα ενάντια στην κατηγοριοποίηση – διάλυση του δημοσίου σχολείου και πειθάρχηση των εκπαιδευτικών του», επιφέρουν ένα ακόμα κτύπημα στο μαλακό υπογάστριο της χώρας μας, που είναι το εκπαιδευτικό σύστημα. Και φυσικά δεν τους αφορούν καθόλου, οι επιπτώσεις πάνω στη μαθητική κοινότητα και στις οικογένειες των μαθητών. Τους ενδιαφέρει μόνο το πως θα ξεγλιστρήσουν από το νομικό πλαίσιο και το πως δεν θα υποστούν περικοπή του μισθού τους.
Πρώτη και καλύτερη η ΟΛΜΕ, ανοίγει το κουτί με τα παραισθησιογόνα, υποστηρίζοντας ότι ακόμα και αν το δικαστήριο κηρύξει την απεργία παράνομη ή καταχρηστική, δεν υπάρχει καμία απολύτως συνέπεια για την έως τώρα συμμετοχή στην απεργία. Με αυτή τη συλλογιστική, ο καθένας μπορεί να συμμετάσχει σε μια παράνομη απεργία και να περιμένει μέχρι να εκδοθεί η δικαστική απόφαση, που θα τη χαρακτηρίζει και επισήμως παράνομη. Μέχρι τότε, σύμφωνα με την ΟΛΜΕ, θεωρείται νόμιμη. Αν δεν είναι αυτό καταστρατήγηση του νόμου, τι είναι;
Ποιος προσφέρει προστασία, σε αυτές τις κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών; Ποιος άλλος, από τον απόφοιτο εξαταξίου Γυμνασίου πρώην υπουργό Παιδείας επί συγκυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, που το μόνο που έχει αφήσει πίσω του σαν έργο, είναι την σύγκρουση του με τη εκκλησία. Μια σύγκρουση που τον οδήγησε εκτός υπουργείου. Υπερασπιζόμενος την απεργία – αποχή, που σύμφωνα με τους εργατοπατέρες «στοχεύει στη διάλυση του δημόσιου σχολείου, την κατάργηση των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών και των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών».
Ο πρώην υπουργός αντί να μπει στην ουσία του προβλήματος, άρχισε τις συνδικαλιστικές καλλιγραφίες, καταγγέλλοντας την «οιωνεί ποινικοποίηση των εκπαιδευτικών προβλημάτων από την πλευρά της κυβέρνησης», θεωρώντας ότι η κυβέρνηση μέσω της αξιολόγησης «στιγματίζει τους εκπαιδευτικούς».
Αλήθεια η λέξη «αξιολόγηση» δεν λέει τίποτα στο ηγετικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ; Πώς έγινε η επιλογή των υπουργών και των υπολοίπων στελεχών επί συγκυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου; Δεν υπήρχαν κριτήρια, με βάση τα οποία τοποθετήθηκαν σε θέσεις ευθύνης τα στελέχη του Σύριζα και των Ανεξάρτητων Ελλήνων; Δεν έγινε αξιολόγηση των προσόντων τους; Των γνώσεων τους και της εμπειρίας τους; Της πορείας τους στον κομματικό μηχανισμό; Την ικανότητας τους, στη διαχείριση καταστάσεων και στην επίλυση προβλημάτων; Της δυνατότητας τους, να μαζέψουν ψήφους; Των ιδεολογικών παρασήμων τους; Της ευφράδειας του λόγου τους; Της ρητορικής τους δεινότητας;
Δεν εξετάζουμε ούτε τα κριτήρια αξιολόγησης, αλλά ούτε την ποιότητα των διαδικασιών αξιολόγησης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου. Μας είναι αδιάφορα. Ωστόσο, είναι σίγουρο, ότι υπήρχε ένας μηχανισμός επιλογής, όποιος κι αν ήταν αυτός. Υπήρχαν κάποια κριτήρια προτίμησης.
Με δυο λόγια, ακόμα και μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, υπήρχε η έννοια και η διαδικασία της αξιολόγησης. Επομένως, με ποια λογική, αρνείται η αξιωματική αντιπολίτευση, να εφαρμοστεί η αξιολόγηση στον χώρο της εκπαίδευσης;
Εκτός και αν εμείς κάνουμε κάπου λάθος, και μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ είναι όλα χύμα, οπότε είναι λογικό ακόμα και μέσα στον συνδικαλιστικό χώρο της εκπαίδευσης, να καθρεφτίζεται αυτό ακριβώς «το χύμα».