Του Σάκη Μουμτζή
Καθημερινά πλέον οι ίδιοι οι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνουν την πρόθεση τους για νομοθετικές πρωτοβουλίες που εμφανώς βρίσκονται εκτός συνταγματικού πλαισίου ή κινούνται στα όρια του. Η βούληση της συγκυβέρνησης να ελέγξει την τοπική αυτοδιοίκηση με την τοποθέτηση γραμματέων-κομισαρίων δίπλα στους εκλεγμένους δημάρχους, είναι το τελευταίο συμβάν σε μια αλυσίδα πρωτοφανών ενεργειών που αποβλέπουν στον ασφυκτικό έλεγχο συγκεκριμένων περιοχών πολιτικών δράσεων που εκφεύγουν από τον εναγκαλισμό της κυβερνητικής εξουσίας.
Το καλοκαίρι, μέσω των άτυπων δημοψηφισμάτων, η συγκυβέρνηση εξέφρασε την βούληση της να παρακάμψει τον προβλεπόμενο από το Σύνταγμα τύπο της αναθεώρησης του, ενώ πρόσφατη είναι η απόπειρα χειραγώγησης της ενημέρωσης με μια αντισυνταγματική μεθόδευση, όπως γνωμοδοτούν έγκυροι συνταγματολόγοι και επιστήμονες.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Για ποιο λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ καταφεύγει σε έκνομες ενέργειες; Είναι η αλαζονεία της εξουσίας ή μήπως είναι ο φόβος και το άγχος του επερχόμενου τέλους; Είναι ο συνδυασμός των δύο. Με την ισχύ που προσφέρει η αλαζονική διαχείριση της εξουσίας πιστεύουν πως μπορεί να παρατείνουν την παραμονή τους σε αυτήν. Και μετέρχονται όλα τα μέσα.
Όσο η κοινή αίσθηση είναι πως καταρρέουν, τόσο θα σκληρύνει η συγκυβέρνηση την συμπεριφορά της. Όσο τα δημοσκοπικά στοιχεία θα προαναγγέλουν την ήττα τους, τόσο αυτοί θα κάνουν επίδειξη κυβερνητικής πυγμής και αδιαλλαξίας. Είναι η κλασσική συμπεριφορά κομμάτων που δεν πιστεύουν στις αρχές της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και δεν διανοούνται πως το παιχνίδι στο οποίο συμμετέχουν προβλέπει την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία.
Βέβαια, η ιστορική εμπειρία δείχνει πως αυτές οι αυταρχικές συμπεριφορές είναι οι τελευταίοι σπασμοί. Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να κυβερνήσει με το 85% του λαού απέναντι της. Ο,τι και να μηχανευτεί, ό,τι και να σχεδιάσει το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο.
Απλώς, αυτός ο αντιδημοκρατικός κατήφορος του ΣΥΡΙΖΑ, καθιστά επίκαιρο τον επαναπροσδιορισμό του όρου «προοδευτικές δυνάμεις» και συνεπώς και την στρατηγική των συμμαχιών που προκύπτουν από αυτόν τον επαναπροσδιορισμό. Ο συγκεκριμένος όρος έρχεται κυρίως από την δεκαετία του 80 και απέβλεπε τότε στην πολιτική απομόνωση της Νέας Δημοκρατίας. Κατέπεσε πλήρως, όταν η παραδοσιακή Αριστερά συγκυβέρνησε με την αποκαλούμενη συντηρητική παράταξη το 1989.
Σήμερα αυτόν τον χαρακτηρισμό τον επαναφέρουν στο προσκήνιο αυτοί που έχουν μείνει «κολλημένοι» στην δεκαετία του 80 και αυτοί που επιζητούν την συμμαχία με τον ΣΥΡΙΖΑ, παραβλέποντας την αήθη και τυχοδιωκτική πολιτεία του από το 2008 και εντεύθεν, με αποκορύφωμα τον εκχυδαϊσμό της πολιτικής ζωής την περίοδο 2011-2014.
Παράλληλα, οι πρόσφατες εξωθεσμικές ενέργειες του εγείρουν βάσιμα ερωτήματα κατά πόσον ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να θεωρηθεί κόμμα του συνταγματικού τόξου. Το ότι υπάρχουν δυνάμεις στο εσωτερικό του με βαθιά δημοκρατική συνείδηση, ελάχιστη σημασία έχει, στο βαθμό που δεν επηρεάζουν την γενικότερη πορεία του και δεν διαφοροποιούνται.
Το ευκταίο είναι η αναμενόμενη πτώση του να γίνει μέσα στο πλαίσιο του Δημοκρατικού πολιτεύματος και η εναλλαγή στην εξουσία ως μια φυσιολογική λειτουργία του. Απ΄ότι φαίνεται όμως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έχει άλλους σχεδιασμούς.