Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Nα ξεκαθαρίσω ότι ο τίτλος του άρθρου δεν ενέχει κανέναν προσωπικό υπαινιγμό για το πρόσωπο του κ. Ξυδάκη. Τον γνωρίζω αλλά δεν έχω ιδέα για τα περιουσιακά του στοιχεία και δεν με αφορούν. Οι θέσεις όμως, του κάθε υπουργού δεν προκύπτουν από την παλιά δημοσιογραφική του πένα αλλά εκφράζονται από τα χείλη ενός μέλους της κυβέρνησης. Δεν είναι δηλαδή ο Νίκος αλλά ο υπουργός Ξυδάκης! Γι αυτό τον λόγο, πρέπει να έχει συνείδηση ότι κάθε λέξη που βγαίνει από το στόμα του, παράγει πολιτική.
Εάν λοιπόν, πιστεύει ότι πρέπει να ανοίξουμε την συζήτηση για την δραχμή, μόνο δύο σκέψεις μου έρχονται στο μυαλό: Ή ότι έχει απολέσει την σοβαρότητά του, ως έμπειρου πολιτικού όντος ή ότι έχασε τον πατριωτισμό του, επειδή, τυχόν, διαθέτει καταθέσεις σε τράπεζες του εξωτερικού και προσβλέπει σε ίδιον όφελος από την αλλαγή του νομίσματος. Οποιαδήποτε άλλη εκδοχή μου φαίνεται απλώς αδιανόητη!
Στην ουσία, συνειδητά ή ασυνείδητα, συνέπραξε στην αρχή της αφήγησης ενός αδιέξοδου και καταστροφικού διλήμματος. Κάνοντας μάλιστα, ανιστόρητες αναφορές σε οικονομικές περιόδους. Ειδικά για την περίπτωση του 1910, κάποιος θα πρέπει να του αποκαλύψει – προφανώς το αγνοεί- ότι είναι το τελικό ορόσημο μιας μακράς περιόδου διεθνούς εποπτείας (μνημόνιο, ΔΟΕ 1998) χάρη στην οποία η Ελλάδα μπόρεσε να συμμαζέψει τα οικονομικά της και να κυριαρχήσει στους Βαλκανικούς Πολέμους. Με λίγα λόγια, δεν ήταν ζήτημα δραχμής αλλά απολύτου ελέγχου του εθνικού νομίσματος από τους ξένους, προς όφελος της ελληνικής οικονομίας!
Είναι σαφές ότι δεν ήμασταν έτοιμοι να μπούμε στην ΟΝΕ αλλά τώρα πια δεν μπορούμε να βγούμε. Είναι τουλάχιστον, απλοϊκή η σκέψη ότι το ευρώ μας κατέστρεψε και γι αυτό πρέπει να επιστρέψουμε στον έλεγχο της οικονομίας μας με ένα νέο εθνικό νόμισμα.
Η αλήθεια είναι πολύ πιο σκληρή από αυτή που διατυπώνουν οι κατ΄επάγγελμα «εξωραϊστές» της ελληνικής πραγματικότητας. Η εθνική μας οικονομία ήταν πάντα εξαρτημένη γιατί έτσι επιθυμούσε το πολιτικό μας σύστημα. Πρώτα από τους Άγγλους, μέχρι το 1981 από τους Αμερικανούς και στη συνέχεια, από τους Ευρωπαίους. Στο τελευταίο μας στάδιο, αυτό της ΟΝΕ, μας δόθηκε τεράστια ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες σταθερότητας και να δημιουργήσουμε συνθήκες υψηλής ανάπτυξης. Αντ΄αυτού, χρησιμοποιήσαμε τον εύκολο δανεισμό για να διογκώσουμε ένα υπερμέγεθες κράτος, χωρίς κανένα μέλλον και προοπτική.
Τώρα, εδώ που φτάσαμε, γιατί να αλλάξουμε με την δραχμή; Είναι θέμα νομίσματος ή μήπως ζήτημα αθεράπευτης εγγενούς «εγκληματικότητας»; Είναι δυνατόν να εμπιστευτεί λογικός άνθρωπος τις θεωρίες των «δραχμολάγνων» που συνδέουν την αλλαγή νομίσματος με το «ηθικό πλεονέκτημα» της ανταγωνιστικότητας; Μα την ανταγωνιστικότητα για να την πετύχεις θα πρέπει να την επιδιώξεις δια μέσου θεσμών και ανθρώπων. Που θα τους βρεις; Θα τους μεταφέρει το διαστημόπλοιο του Νίκου Παππά από τον πλανήτη των «ενάρετων» Ελλήνων; Αν ήταν να υπάρχουν εντός πολιτικού συστήματος θα τους είχαμε ήδη και με το ευρώ…
Το λόμπι της δραχμής προετοιμάζεται για να δώσει τη μάχη. Ο Λαφαζάνης και οι παλιοί σύντροφοι είναι μόνο το γλαφυρό κομμάτι της υπόθεσης. Τα δισεκατομμύρια των ξένων τραπεζών είναι το μεγάλο «τραστ» που περιμένουν τη μεγάλη στιγμή. Τα ίδια ακριβώς, που περίμεναν τις χρεοκοπίες του 1893, του 1932, την Κατοχή και στη δεκαετία του ΄50, το σχέδιο Μάρσαλ…
Στη θέση του κ. Ξυδάκη, πριν ανοίξω το στόμα μου, θα έπρεπε να αποδείξω στους συμπολίτες μου ότι όσα τυχόν προτείνω για το μέλλον της οικονομίας, συνδέονται με το προσωπικό μου «έννομο συμφέρον». Να διασφαλίσω πως όσα συμβούν σε εκείνους θα συμβούν και σε μένα και δεν θα απολαμβάνω το ρόλο του ελεήμονα που μοιράζει συσσίτια στις μάζες των απόρων.
Ο μόνος δρόμος διάσωσης της χώρας είναι εντός Ευρώπης. Ειδικά τώρα, που η Αμερική κλείνεται στον εαυτό της κι ο κόσμος παίρνει φωτιά. Κάθε άλλο σενάριο θα μας βρει παραδομένους σε εμφύλιο σπαραγμό και εξαρτώμενους από τις διαθέσεις των απανταχού «γιαλοπαρμένων» και «καλοθελητών»!
Από δω και πέρα, κάθε φωνή που έχει το θράσος να μιλάει για δραχμή, πρέπει αμέσως να βλέπει την οργή της απόρριψης μπροστά της. Ναι, η δραχμή είναι το απόλυτο ταμπού στην οικονομία. Σε τόσες και τόσες φαιδρότητες είμαστε κάθε μέρα εκτεθειμένοι. Ας έχουμε και κανένα ταμπού…