Οι εποχές είναι δύσκολες. Τα επιχειρηματικά σχήματα, παλεύουν να σταθούν όρθια κάτω από πολύ δύσκολες και δυσμενείς συνθήκες. Τα περισσότερα από αυτά δυσκολεύονται να απευθυνθούν στο τραπεζικό σύστημα, γι’ αυτό και καταφεύγουν στη αναζήτηση εναλλακτικών μορφών και εργαλείων χρηματοδότησης, κυρίως από το εξωτερικό. Τον ίδιο δρόμο ακολουθούν και νεοϊδρυόμενα εταιρικά σχήματα.
Όμως η αναζήτηση εξωτραπεζικών κεφαλαίων δεν είναι εύκολη υπόθεση. Είναι εξίσου δύσκολη και επώδυνη, διότι ναι μεν υπάρχει υψηλή διαθεσιμότητα κεφαλαίων που είναι διατεθειμένα να αναλάβουν και ένα λελογισμένο ρίσκο, όπως δεν αγοράζουν γουρούνι στο σακί.
Το μοτίβο που ακολουθούν οι διερευνητικές ψηφιακές συναντήσεις και επαφές ποικίλει ανάλογα με το αν μια επιχείρηση είναι νεοσύστατη ή όχι. Εάν η εταιρεία έχει παρελθόν, τότε διαπιστώνεται με μεγάλη ευκολία η απροθυμία στην υπογραφή συμφωνητικών εμπιστευτικότητας, στην υπογραφή συμβάσεων συνεργασίας στις οποίες να αναφέρονται ρητά οι αμοιβές των εμπλεκομένων πλευρών και στην παρουσίαση των πραγματικών οικονομικών δεδομένων.
Συνήθως δε, η παρουσίαση των οικονομικών δεδομένων ακολουθείται από μια επιπλέον παράλληλη ανάλυση για τα κρυφά ποσά που αποκρύπτονται από τη εφορία, τις μαύρες πληρωμές, τις υποχρεώσεις που είναι γραμμένες στο χιόνι και πάει λέγοντας. Και μετά από όλα αυτά, φτάνει η στιγμή για να κλείσεις τη διαδικτυακή συνάντηση, διότι δεν επιθυμείς να καείς με κανένα τρόπο απέναντι στον χρηματοδότη από το εξωτερικό, που αναζητά προ πάντων διαφάνεια και σαφήνεια στα οικονομικά στοιχεία των υπό εξέταση εταιρειών.
Και ενώ ίσως κάποιος θα περίμενε, ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα στις νέες εταιρείες που δημιουργούν νέοι άνθρωποι, με φρέσκες ιδέες και φρέσκα μυαλά, έρχεται η πραγματικότητα να ανατρέψει αυτή την ιδεατή εικόνα. Ασφαλώς οι νέοι άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι πρέπει να υπογράψουν συμβάσεις, συμφωνίες και να καταβάλουν αμοιβές. Όμως σε μεγάλο βαθμό αδυνατούν να δώσουν την πραγματική εικόνα. Και όταν τη δίνουν, παρουσιάζουν τα αρνητικά χαρακτηριστικά της.
Το κλασικό λάθος που κάνουν οι περισσότεροι νέοι είναι ότι δεν έχουν επενδύσει χρήματα στην επιχείρηση που φτιάχνουν, παρά μόνο τα απολύτως απαραίτητα. Δηλαδή ουσιαστικά βάζουν στο τραπέζι μόνο την ιδέα. Όμως πως είναι δυνατόν να απευθύνονται σε τρίτους και να αναζητούν τα κεφάλαια τους, όταν οι ίδιοι όπως φαίνεται δεν έχουν εμπιστευτεί το ίδιο τους το πλάνο;
Ένα άλλο λάθος είναι ότι τα βασικά μέλη που συνθέτουν τη εταιρεία, απασχολούνται αλλού και περιμένουν πρώτα να έρθει η χρηματοδότηση και μετά να μετακινηθούν στην δική τους εταιρεία. Τι αποδεικνύει αυτό; Είτε ότι τα στελέχη αυτά δεν εμπιστεύονται το project για το οποίο ζητούν χρηματοδότηση, είτε ότι δεν επιθυμούν να αναλάβουν το ρίσκο της αποτυχίας.
Ένα ακόμα λάθος που είναι και το πιο ενοχλητικό, είναι όταν οι συντελεστές του νέου σχήματος δηλώνουν ότι το προϊόν ή η υπηρεσία που παρέχουν, δεν έχει ανταγωνισμό. Κάτι που δείχνει ότι η επαφή με την πραγματικότητα κάπου έχει χαθεί. Αυτό και μόνο σαν επιχείρημα, είναι ικανό να τινάξει οποιαδήποτε συζήτηση στον αέρα, ειδικά αν η «τρομερή και μοναδική» ιδέα που παρουσιάζεται, δεν έχει κατοχυρωθεί μέσω πνευματικής ιδιοκτησίας.
Τέλος, ένα εξ ίσου σημαντικό λάθος είναι αυτό που συνοδεύει σαν σχόλιο το business plan και τον προγραμματισμό των χρηματοροών. Εδώ στις 11 από τις 10 φορές, ακούγεται η έκφραση, ότι «αυτά που βλέπετε είναι τα συντηρητικά σενάρια. Στην πραγματικότητα θα είμαστε 40% πιο πάνω». Και εδώ είναι που σηκώνουμε τα χέρια.
Δυστυχώς στην Ελλάδα μετά από τόσα χρόνια οικονομικής κρίσης, δεν έχουμε αντιληφθεί ότι δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα που θα χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις μας. Υπάρχουν άνθρωποι σαν κι εμάς, υπάρχουν επενδυτικοί οίκοι, υπάρχουν family offices που θα χρηματοδοτήσουν τις εταιρείες μας και τα σχέδια μας, κάτω από πολύ συγκεκριμένους όρους και αφού εξετάσουν κάθε πτυχή του project που τους παρουσιάζουμε.