Του Δημήτρη Κουρέτα*
Αν επιτρεπόταν η έρευνα στα κρατικά εργαστήρια να γίνεται μόνο με κρατικά, ή με κρατικά και ευρωπαϊκά, χρήματα, τότε θα είχαμε δύο ειδών προβλήματα: πρώτον, θέματα επάρκειας της φθίνουσας χρηματοδότησης για τη συντήρηση του ερευνητικού δυναμικού και δεύτερον, θέματα επιπτώσεων της χρηματοδότησης στην εθνική οικονομία. Οι κρατικές δαπάνες για την έρευνα πρέπει να μοιράζονται σε μια ολοένα διευρυνόμενη βάση ερευνητών. Βαθμιαία, αν δεν προκύψει κάποιου είδους στόχευση, η κρατική ερευνητική δαπάνη θα καταλήξει να είναι ένα "ερευνητικό χαρτζηλίκι" ανά ερευνητή.
Ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να αποτελέσει σημαντική πηγή χρηματοδότησης σ'' αυτή την περίπτωση. Το σπουδαιότερο όμως θέμα είναι η επίπτωση της ερευνητικής δαπάνης στην οικονομική ανάπτυξη. Αν η δημόσια ερευνητική υποδομή παράγει ερευνητικά αποτελέσματα που δεν είναι, εν μέρει, σχετικά με τις ανάγκες του ελληνικού οικονομικού ιστού, τότε θα διαπιστώσουμε ότι λειτουργεί προς όφελος οικονομιών εκτός Ελλάδας. Δηλαδή, οι κρατικές δαπάνες για την έρευνα στην Ελλάδα (όπως και το ρεύμα των καλά εκπαιδευμένων αποφοίτων των Πανεπιστημίων μας) δημιουργούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε άλλες οικονομίες! Είμαστε σίγουροι ότι το θέλουμε αυτό; Η λογική λέει όχι, και ο τρόπος για να το λύσουμε είναι να ενισχύσουμε τους δεσμούς της έρευνας με την παραγωγή. Τι μέλλει γενέσθαι όταν τελειώσουν τα προγράμματα ΕΡΕΥΝΩ-ΚΑΙΝΟΤΟΜΩ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΩ, που τώρα τρέχει η ΓΓΕΤ; Το πρόγραμμα αυτό είναι μια καλή αρχή, σύμφωνα με την αρχή έξυπνης εξειδίκευσης RIS3 που επέβαλλε η ΕΕ σε όλες τις χώρες, για να ενισχυθεί η σύνδεση της έρευνας με την παραγωγή. Έχουμε σκεφθεί την συνέχεια? Όχι σε πρόγραμμα επιδότησης αλλά σε μια άλλη μορφή. Η Αμερική και Η Μ. Βρετανία έχουν βρεί τρόπους.
Θα μπορούσε όμως επίσης το κράτος (το πανεπιστήμιο δηλαδή), να ιδρύει σε κάθε πανεπιστήμιο εταιρείες αξιοποίησης των ερευνητικών αποτελεσμάτων, και να λειτουργεί ως ένας σκληρός ιδιώτης που προστατεύει τα δημόσια χρήματα. Δεν το κάνει όμως. Με το να μην το κάνει, «υπακούοντας» στην «σοφή υπόδειξη» έξω οι εταιρείες από τα πανεπιστήμια', ουσιαστικά παίζει τον broker των εταιρειών, αφού σύμφωνα με τον νόμο όταν τα ερευνητικά αποτελέσματα, δημοσιευτούν πριν γίνει κατοχύρωση από πλευράς πανεπιστημίου, θεωρείται πλέον δημόσιο αγαθό ( publicdomain), και μπορεί κάθε εταιρεία να τα εκμεταλλευθεί, χωρίς να πληρώσει τίποτα.
Άρα μη φτιάχνοντας μια εταιρεία αξιοποίησης των αποτελεσμάτων, το πανεπιστήμιο βοηθά αυτούς που υποτίθεται θέλει να αποκλείσει. Άρα το σύνθημα «έξω οι εταιρείες από τα πανεπιστήμια» μάλλον είναι ψευδεπίγραφο, και δεν προστατεύει το δημόσιο συμφέρον , μάλλον το καταστρατηγεί. Θεωρώ ότι μπορούν να συμβούν και τα δύο. Δηλαδή και οι εταιρείες να συμβάλλονται με καλές ερευνητικές ομάδες ( γιατί δεν είναι χαζός ο ιδιώτης να δώσει τα λεφτά του σε μια άχρηστη ερευνητική ομάδα), ώστε να παράγονται αποτελέσματα, με όφελος την εύρεση εργασίας σε νέους επιστήμονες που διαφορετικά θα έφευγαν έξω. Και το πανεπιστήμιο ( αν έχει τα κότσια) να φτιάξει εταιρεία και να σέβεται τα κρατικά λεφτά, προασπίζοντας το δημόσιο συμφέρον.
Οι απόφοιτοι του ΜΙΤ στις ΗΠΑ έχουν δημιουργήσει 4.000 εταιρείες σ'' όλο τον κόσμο με συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών περί τα $256 δισ. Η αμερικάνική Association of University Technology Managers αναφέρει ότι κατά το οικονομικό έτος 2010 η δραστηριότητα μεταφοράς τεχνολογίας των πανεπιστημίων στις ΗΠΑ οδήγησε στην εμφάνιση 658 νέων προϊόντων, στην ίδρυση 596 νέων επιχειρήσεων έντασης γνώσης εκ των οποίων οι 435 είχαν έδρα κοντά στο Πανεπιστήμιο απ'' όπου προήρθε η γνώση, σε κύκλο εργασιών ύψους $2.3 δισ. από συμβάσεις εκχώρησης, στην υποβολή 12.109 αιτήσεων για διπλώματα ευρεσιτεχνίας και στην απόκτηση 3.417 πατεντών.
Άρα πρέπει να γεφυρωθεί το χάσμα συστηματικότητας στη διαχείριση της γνώσης και των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των δημόσιων φορέων Ε&ΤΑ που έχει παρατηρηθεί πανευρωπαϊκά, χαρακτηριζόμενο ως το "Ευρωπαϊκό Παράδοξο", δηλαδή, τις ιδιαίτερα χαμηλότερες επιδόσεις των ευρωπαϊκών φορέων Ε&ΤΑ σε θέματα μεταφοράς τεχνολογίας σε σχέση με τις ομότιμες οντότητες στις ΗΠΑ, για ίδιο επίπεδο ποσότητας και ποιότητας ερευνητικής παραγωγής. Βέβαια αν λέμε ότι η Ευρώπη είναι πίσω σε σχέση με τις ΗΠΑ , η Ελλάδα είναι σχεδόν Αφρική σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη στον τομέα αυτό.Δηλαδή παράγει πολύ καλής ποιότητας γνώση αλλα δεν την εκμεταλλεύεται. Ο λόγος πρέπει να αναζητηθεί πρώτα σε αυτούς που διοικούν τα ιδρύματα και δεύτερον στην πολιτεία που δεν την ενδιαφέρει καθόλου.
Μέσα στις τροπολογίες που περνάνε οι υπουργοί για διάφορα θέματα που τα διαβάζουμε και μας δημιουργούν περίεργα συναισθήματα , νομίζω ότι άμεσα πρέπει να γίνει με νόμο ξεκάθαρα , η αποτύπωση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών ΔΕΠ στην διαχείριση της γνώσης. Δηλαδή να την μετράμε συστηματικά, να την διαχειριζόμαστε και να δημοσιεύουμε σε ετήσια βάση τις εισροές, τις εκροές και τα αποτελέσματά τους. Μ' αυτό τον τρόπο δημιουργούνται οι βάσεις για την περιοδική αναθεώρηση τόσο των διαδικασιών όσο και των κανόνων που αυτές υπηρετούν. Ας αρχίσουμε από αυτό το απλό και βλέπουμε.
*Ο κ. Δημήτρης Κουρέτας είναι Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, πρώην αναπληρωτής Πρύτανης.