Δυο αιώνες ομηρίας για τα γλυπτά

Δυο αιώνες ομηρίας για τα γλυπτά

Της Αγγελικής Κώττη

Με την αλαζονεία της παλιάς θαλασσοκράτειρας πίσω του, αν και ο ίδιος δεν είναι Βρετανός, κάνει δηλώσεις ο Γερμανός Χάρτβιχ Φίσερ, διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου. Αναιδής και προκλητικός, ενώ δεν υπάρχει λόγος, ο κ. Φίσερ σε συνέντευξη του στα «Νέα Σαββατοκύριακο» είπε ότι το Μουσείο «δεν θα επιστρέψει μόνιμα τα Γλυπτά στην Ελλάδα», ενώ αποκλείει το ενδεχόμενο «επ' αόριστον δανεισμού», αλλά και γενικά οποιουδήποτε δανεισμού, εάν η Ελλάδα δεν αποδεχθεί ότι τα Γλυπτά ανήκουν στους Βρετανούς.

«Μπορώ να καταλάβω ότι οι Έλληνες έχουν μια ιδιαίτερη και παθιασμένη σχέση με αυτό το κομμάτι της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και θέλουν να δουν όλα τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Αθήνα», είπε. Και πρόσθεσε: «Εμείς εκθέτουμε τα Γλυπτά του Παρθενώνα μέσα σε ένα πλαίσιο παγκόσμιου πολιτισμού προβάλλοντας επιτεύγματα από όλο τον κόσμο κάτω από την ίδια στέγη».

Ερωτώμενος αν η Ελλάδα είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης των Γλυπτών, ο κ. Φίσερ είπε: «Δεν θα το αποδεχόμουν. Τα αντικείμενα της συλλογής του Βρετανικού Μουσείου βρίσκονται υπό την ιδιοκτησία των επιτρόπων του Μουσείου».
Υπερασπίστηκε έτσι για μία ακόμα φορά την άποψή του ότι ιδιοκτήτης είναι το βρετανικό κράτος και πως τα Γλυπτά πρέπει να παραμείνουν στο Βρετανικό Μουσείο.

Ο διευθυντής επαναλαμβάνει τα γνωστά επιχειρήματα της βρετανικής πλευράς, τα οποία μειώνονται διαρκώς. Κάποτε προέτασσαν το «δεν έχετε χώρο να τα εκθέσετε στην Αθήνα» και με το «η ρύπανση της ατμόσφαιρας θα είναι καταστροφική για τα Γλυπτά». Όταν ανεγέρθηκε το νέο Μουσείο Ακρόπολης και τα έργα του Φειδία φιλοξενούνται σ'' αυτό, εστιάζουν στις ελάχιστες εξαιρέσεις που έμειναν στον Παρθενώνα, διότι προς το παρόν δεν είναι δυνατόν να μετακινηθούν, καθώς έχουν τόνους μαρμάρου στα υπερκείμενα μέλη. Αλλά ακόμα και αυτές δεν τις επηρεάζει καμία ρύπανση, επειδή η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων απομάκρυνε τα αυτοκίνητα από την περιοχή της Ακρόπολης. Και η κατασκευή του νέου Μουσείου και η ενοποίηση ήταν σχέδια της Μελίνας Μερκούρη, η οποία ξεκίνησε από την UNESCO τη διεθνή εκστρατεία για την επιστροφή των Γλυπτών.
Η Μεγάλη Βρετανία παρακρατά επί δύο αιώνες τα Γλυπτά του Παρθενώνα, που αγόρασε μεν διά του Βρετανικού Μουσείου με κυβερνητικά χρήματα, όμως αυτά είχαν κλαπεί από την Ελλάδα. Ο λόρδος Ελγιν απογύμνωσε βάρβαρα το κορυφαίο μνημείο, αρπάζοντας μεγάλο μέρος του γλυπτικού του διάκοσμου χωρίς καμία άδεια από την τότε οθωμανική εξουσία, και επομένως όσα πούλησε στη δική του πατρίδα είχαν παρανόμως εξαχθεί από τη δική μας.

Ψηφίζοντας την αγορά των Γλυπτών του Παρθενώνα το 1816, το βρετανικό Κοινοβούλιο με ψήφους 80 έναντι 30, ουσιαστικά νομιμοποίησε τη συλλογή του Έλγιν, σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτρη Παντερμαλή, που πρωτίστως αποτελεί ηθικό θέμα. Διότι, κατά τη διάρκεια της συζήτησης στο βρετανικό Κοινοβούλιο, υπήρξε αμφισβήτηση των μεθόδων με τις οποίες αποκτήθηκαν τα Γλυπτά και της δικαιοδοσίας που είχε ο Έλγιν να τα μεταφέρει. Ο διαπρεπής αρχαιολόγος επικεντρώνει το θέμα «στο γεγονός ότι όχι απλώς είχαν αρπάξει από το μνημείο αυτά τα έργα, αλλά πολλά από αυτά τεμαχίστηκαν, έσπασαν, δηλαδή η διαχείριση έγινε με τρόπο ο οποίος δεν είναι κολακευτικός, ούτε για τη Βρετανία ούτε για την ιστορία της δημιουργίας των μουσείων στην Ευρώπη».

Η μοιραία εκείνη απόφαση του βρετανικού Κοινοβουλίου κάθε άλλο παρά εξασφάλιζε την κυριότητα των Παρθενώνιων Γλυπτών. Όπως αποκαλύφθηκε σε πόρισμα των νομικών Τζέφρι Ρόμπερτσον, Νόρμαν Πάλμερ και Αμάλ Κλούνεϊ, που είχε ζητηθεί από την τότε ελληνική κυβέρνηση το 2014, το Κοινοβούλιο έκανε το 1963 νέα πράξη γι'' αυτά. Με αυτήν «ξεπλένει» τα κλοπιμαία του Έλγιν, καθώς τα μέλη του έχουν αντιληφθεί πως δεν διαθέτουν καθαρά παραστατικά απόκτησης. Δίνουν de facto πιστοποιητικά στο Βρετανικό Μουσείο. Αυτό μπορεί να καταπέσει σε οποιοδήποτε διεθνές δικαστήριο, σύμφωνα με το πόρισμα. Κανένα κράτος δεν μπορεί να νομιμοποιήσει παράνομες πράξεις υπηκόου του σε ξένη χώρα με αναδρομική κάλυψη. Μετά και τα ναζιστικά εγκλήματα, οι διεθνείς νόμοι είναι υπεράνω των εθνικών που έχουν περάσει από κάποια κοινοβούλια.

Η απογύμνωση του Παρθενώνα

Σαφώς και εκλάπησαν, λοιπόν, σαφώς και τα διεκδικούμε μέσω διεθνών οργανισμών, σαφώς και υπήρξαν συνέπειες στο ίδιο το μνημείο από την απογύμνωσή του. Σύμφωνα με υπόμνημα της Ελλάδας το 1999, «η απογύµνωση του Παρθενώνα, µεταξύ 1801-1811, κατέστρεψε ανεπανόρθωτα τη δοµική ακεραιότητα του µνηµείου. Η αφαίρεση των µετοπών είχε ως επακόλουθο τον ακρωτηριασµό ορισµένων παρακείµενων αρχιτεκτονικών και δοµικών στοιχείων και την καταστροφή του κτιρίου. Τα γλυπτά της ζωφόρου αποκόπηκαν από τις υποστηρικτικές πλάκες για να διευκολυνθεί η µεταφορά τους. Ένα δωρικό κιονόκρανο κόπηκε στα δύο για τον ίδιο λόγο. Ουσιαστικά δοµικά στοιχεία του ναού (γείσα και τρίγλυφα) καταστράφηκαν. Οι επεµβάσεις αυτές καταγράφηκαν από τους αντιπροσώπους του λόρδου Έλγιν και επιβεβαιώθηκαν από ξένους επισκέπτες στην Αθήνα. Κατακρίθηκαν δε, ως ισοδύναµες µε λεηλασία, από διαπρεπή οµότιµα µέλη της Βουλής των Λόρδων, από Βρετανούς πολιτικούς και διανοούµενους, σύγχρονους του Έλγιν.

Όσο για το επιχείρημα ότι στο Βρετανικό Μουσείο παρουσιάζονται δείγματα πολλών πολιτισμών, η Ελλάδα απαντά: «Έργα τέχνης από όλες τις περιόδους του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού εκτίθενται σε μουσεία και αίθουσες τέχνης σε όλο τον κόσμο, έτσι ώστε να προσφέρουν σε εκατομμύρια ανθρώπους την ευκαιρία να τα απολαύσουν, να τα εκτιμήσουν και να τα μελετήσουν. Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, όμως, αποτελούν µία μοναδική περίπτωση. Ο γλυπτικός διάκοσμος και τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του Παρθενώνα δεν δημιουργήθηκαν σαν αυτόνομα έργα τέχνης, εξ αρχής επινοήθηκαν και σχεδιάστηκαν σαν αναπόσπαστα μέρη του μνημείου. Το μνημείο αυτό, που κτίσθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ., στέκεται ακόμα στην Ακρόπολη των Αθηνών».

Ο κ. Φίσερ λέει επίσης πως αν η Ελλάδα δεν αναγνωρίσει την κυριότητα των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο, αυτό δεν μπορεί να τα δανείσει. Και ευλόγως προκύπτει το ερώτημα: Το Μουσείο είχε δανείσει τρία αγγεία στο Μουσείο Ακρόπολης για την έκθεση ε-motions. Αλλά δεν ζητήθηκε από το ελληνικό μουσείο να δηλώσει πως τα αναγνωρίζει ως κτήματα του Βρετανικού Μουσείου. Η α λα καρτ απαίτηση για τα γλυπτά του Φειδία, είναι εξωφρενική.

Υπ. Πολιτισμού: Όλο λόγια και από πράξεις τίποτα

«Η Ελλάδα είναι ο γενέθλιος τόπος των Γλυπτών του Παρθενώνα, η Αθήνα είναι η πόλη τους, η Ακρόπολη και το Μουσείο της είναι ο φυσικός τους χώρος», δηλώνει η υπουργός Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά, συμπληρώνοντας: «Η δήλωση του κ. Φίσερ περί ''''νόμιμου ιδιοκτήτη'''' επιδεικνύει μια στενή, κυνική διαχειριστική αντίληψη. Είναι λυπηρό να ακούγεται από τον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου και γνωστό ιστορικό τέχνης. Υποβαθμίζει την πολιτιστική κληρονομιά, από ανεκτίμητη οικουμενική αξία σε αγοραπωλησία. Παρόμοιες απόψεις είναι διαμετρικά αντίθετες με τις αντιλήψεις που επικρατούν σήμερα στο διεθνές πεδίο του πολιτισμού. Αποτελούν υπολείμματα της αποικιοκρατίας και αγνοούν τη διεθνή συζήτηση και τις Διακηρύξεις της UNESCΟ».

Βέβαια, η θέση της υπουργού θα έπρεπε να συνοδεύεται και με έργα. Οι διαβουλεύσεις μέσω UNESCO ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Μεγάλη Βρετανία πρέπει να επαναληφθούν. Και η υπουργός είναι η μόνη που μπορεί να το κάνει.

Το γραφείο Τύπου του Κινήματος Αλλαγής εξέδωσε επίσης την ακόλουθη ανακοίνωση: «Η δήλωση του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου περί ''''νομίμου κατόχου'''' των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι εξαιρετικά ατυχής. Η Ελλάδα οφείλει να συνεχίσει αταλάντευτα τον αγώνα που ξεκίνησε η Μελίνα Μερκούρη, για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στον χώρο από τον οποίο εκλάπησαν.

Αίτημα ώριμο και δίκαιο, που στηρίζουν ολοένα και περισσότεροι πολίτες από όλο το κόσμο, που ζητούν την επιστροφή των Γλυπτών στον πολιτισμό που τα δημιούργησε και το μνημείο-σύμβολο του δυτικού πολιτισμού που ανήκουν».

 

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 28 Ιανουαρίου 2019.