Η απόφαση του πρωθυπουργού να επιλέξει την Άννα Διαμαντοπούλου ως υποψήφια της Ελλάδας για τη θέση του Γενικού Γραμματέα του ΟΟΣΑ, κατά τη γνώμη μας, δεν πρέπει να αποτιμηθεί στο πλαίσιο της στρατηγικής της διεύρυνσης της Νέας Δημοκρατίας.
Το ερμηνεύουμε ως υπενθύμιση ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός προσωπικά πιστεύουν πάντα στην αξία της αριστείας. Εδώ και πολλά χρόνια, η Άννα Διαμαντοπούλου δεν είναι μια πολιτικός του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ αλλά μια προσωπικότητα που συμμετέχει στο διεθνή διάλογο και έχει αφοσιωθεί στο να εισάγει στη χώρα μας ιδέες και συζητήσεις για ζητήματα αιχμής.
Δεν στερείται πολιτικού συμβολισμού η απόφαση του πρωθυπουργού. Η Άννα Διαμαντοπούλου προσωποποιεί ένα σύγχρονο τρόπο συμμετοχής στην πολιτική πέρα και πάνω από τον ξεπερασμένο άξονα δεξιά-αριστερά. Είναι ένας σύγχρονος τρόπος να παράγεις πολιτική προς όφελος των πολλών και κυρίως των μη προνομιούχων.
Παρ’ όλα αυτά όμως, η επιλογή αυτή φέρνει ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα της συμβίωσης ενός πολιτικά ετερογενούς πλήθους στη φιλόξενη και πολύ ανεκτική «δεξιά πολυκατοικία». Πρέπει να αναγνωρίζουμε διαρκώς ότι η ΝΔ είναι ένα κόμμα εξαιρετικά ανεκτικό στις διαφωνίες. Λίγο πριν ο πρωθυπουργός ανακοινώσει την απόφαση αυτή, τα κοινωνικά δίκτυα ήταν γεμάτα γκρίνιες, δίκαιες κατά τη γνώμη μας, από φιλελεύθερους και κεντροαριστερούς που είχαν ενοχληθεί από τα καμώματα βουλευτή που έκανε ένα προκλητικό σχόλιο στο τουίτερ περί οπλοφορίας και αυτοάμυνας το οποίο βέβαια απέσυρε και στη συνέχεια θεώρησε σκόπιμο να μιμηθεί το απαράδεκτο πρωτοσέλιδο της ΑΥΓΗΣ κάνοντας μια ανάλογη, ειδεχθή, σύγκριση.
Δεν αναφέρουμε το όνομά του γιατί θέλουμε να σχολιάσουμε το φαινόμενο και όχι το πρόσωπο.
Αυτά τα καμώματα προκαλούν στους κεντρώους ψηφοφόρους πολύ μεγάλη δυσφορία.
Όλο και κάποιος θα μας αντιγυρίσει ότι και οι φιλελεύθεροι που έχουν μετακομίσει στη «δεξιά πολυκατοικία» ενοχλούν με τα σχόλιά τους τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της ΝΔ: οι μύδροι προς την οργανωμένη Εκκλησία και τον Κλήρο, η ανελέητη σάτιρα προς τα αρχαϊκά συντηρητικά φρονήματα και τα ανορθόγραφα πατριωτικά συνθήματα, εξαγριώνουν τη δεξιά πτέρυγα.
Έχουν βέβαια δίκιο. Υπάρχει όμως μια βασική διαφορά. Η φιλελεύθερη τάση της Νέας Δημοκρατίας δεν εκπροσωπείται ούτε από ένα βουλευτή, κανείς δεν κατέχει κάποια θέση στο κόμμα ή την κυβέρνηση (οι κεντροαριστεροί της κυβέρνησης δεν έχουν εκλεγεί, εξωκοινοβουλευτικοί είναι και οι περισσότεροι δεν είναι καν πολιτικοί, είναι τεχνοκράτες) και έτσι αυτή η μικρή ομάδα που κάνει αρκετό θόρυβο, εκφράζει μόνο τον εαυτό της, όπως έχει κάθε δικαίωμα να κάνει.
Η επίσημη Νέα Δημοκρατία είναι που κάθεται στα έδρανα της Βουλής και στους θώκους της κυβέρνησης. Όταν οι βουλευτές της ΝΔ αναπαράγουν νεοσυντηρητικό, τραμπικό, ενίοτε και ακροδεξιό λόγο δεν μπορούν να συγκριθούν με κάποιο φιλελεύθερο ψηφοφόρο της που κάνει σχόλια στο facebook για τους παπάδες.
Θέλουμε να καταλήξουμε σε τούτο: η διεύρυνση περνάει από την κάλπη και τα αιρετά αξιώματα. Η Νέα Δημοκρατία θα έχει διευρυνθεί προς το Κέντρο, όταν ο κομματικός μηχανισμός θα είναι σε θέση να εκλέξει και κάποιους από τους προοδευτικούς ενοίκους της «δεξιάς πολυκατοικίας». Μέχρι αυτό να συμβεί, θα πρέπει να βρούμε μια άλλη λέξη που να περιγράφει αυτές τις συμβολικές κινήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη.