Του Σάκη Μουμτζή
Το κύριο στοιχείο που διαμορφώνει μια πολιτική συμπεριφορά—πέραν του ιδεολογικού—είναι η σύγκριση, η κρίση και η αποτίμηση των πεπραγμένων των κυβερνήσεων. Εδώ επάνω βασίζονται και οι επιλογές που γίνονται από τους πολίτες.
Συνήθως, όσοι συγκρίνουν πεπραγμένα προσφεύγουν σε αριθμούς, για να τεκμηριώσουν την άποψη τους. Οι αριθμοί όμως κουράζουν τον αναγνώστη, και, καλώς ή κακώς, θεωρούνται χειραγωγίσιμοι. Ο μέσος πολίτης τους προσεγγίζει με επιφυλακτικότητα και δυσπιστία, γιατί υποψιάζεται πως είναι προϊόν μοντάζ.
Ετσι, στην σύγκριση της διακυβέρνησης Σαμαρά με την διακυβέρνηση Τσίπρα, θα αναφερθώ μόνον στο πολιτικό περιβάλλον—εσωτερικό και διεθνές—που επικρατούσε και επικρατεί την περίοδο 2012-2017.
Η κυβέρνηση Σαμαρά που σχηματίστηκε τον Ιούνιο του 2012, είχε απέναντι της τον μισό πληθυσμό της χώρας, που πίστευε τότε πως υπάρχει μια άλλη πολιτική που θα επαναφέρει την μαγική δεκαπενταετία 1994-2009.
Και μάλιστα η πίστη του αυτή δεν προκλήθηκε μόνον από τα συνθήματα και τις πολιτικές των αντιμνημονιακών κομμάτων, αλλά κυρίως από την υπεράσπιση του επιπέδου ζωής των προηγούμενων ετών. Κανένας δεν ανέχεται να υποβαθμισθεί η ζωή του.
Ετσι, η πλειοψηφία των πολιτών αντιμετώπιζε με εχθρότητα τα απαιτούμενα μέτρα για να βγει η Ελλάδα από την κρίση. Αυτήν την κατάσταση την υποδαύλιζε και η εμπρηστική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, που απέρριπτε συλλήβδην κάθε κυβερνητικό νομοσχέδιο και έβριζε, προπηλάκιζε, λοιδωρούσε.
Είναι ολοφάνερο πως καμία πολιτική μεταρρυθμίσεων δεν μπορεί να επιτύχει όταν έχει απέναντι της, δυναμικά, τον μισό πληθυσμό. Κι όμως η κυβέρνηση Σαμαρά πέτυχε. Και πέτυχε παρά το δυσμενές διεθνές οικονομικό περιβάλλον και παρά την επιφυλακτικότητα με την οποίαν αντιμετώπιζαν την τότε κυβέρνηση, ακόμα και οι ομογάλακτοι εταίροι της.
Στην πολιτική το καθοριστικό στοιχείο της αξιολόγησης, είναι η απογραφή έναρξης και η απογραφή λήξης. Τι παραλαμβάνει μια κυβέρνηση και τι παραδίδει. Και η κυβέρνηση Σαμαρά παρέλαβε μια κατεστραμμένη οικονομία και ένα διαλυμένο κράτος και παρέδωσε στον ΣΥΡΙΖΑ μια οικονομία σε ανάπτυξη και ένα κράτος που λειτουργούσε.
Σήμερα, οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μετά από διακυβέρνηση 33 μηνών, αγωνίζονται ασθμαίνοντες να προσεγγίσουν τους δείκτες της οικονομίας του 2014, μέσα σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον σαφώς καλύτερο. 33 μήνες πεταμένοι.
Και έχουν απέναντι τους μια αντιπολίτευση που ούτε καταστρέφει, ούτε πυρπολεί, ούτε διαλύει. Μια αντιπολίτευση που λειτουργεί θεσμικά, μέσα στο κοινοβούλιο.
Δεν θα αναφερθώ καθόλου στην καθημερινή σχεδόν κατάλυση του κράτους από τους συντρόφους αντιεξουσιαστές, ούτε για το καθεστώς πλήρους ανομίας που επικρατεί σε συγκεκριμένες περιοχές των Αθηνών. Ο Σαμαράς παρέδωσε κράτος και αυτοί το μετέτρεψαν σε μπάχαλο.
Το μόνο, παράπλευρο, θετικό της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, είναι πως με την πολιτική της ευτέλισε πλήρως τα ιδεολογήματα και τον πολιτικό λόγο της Αριστεράς. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι Αριστερά. Και μάλιστα η καλύτερη εκδοχή της, καθώς ΚΚΕ, ΛΑΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σταλινικά απολιθώματα.
Χάρη στην πολιτική των μνημονίων,που υποχρεωτικά εφαρμόζει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, για πρώτη φορά μετά την Μεταπολίτευση αρχίζουν να ηγεμονεύουν οι φιλελεύθερες ιδέες των ιδιωτικοποιήσεων, της απελευθέρωσης των αγορών, της επιχειρηματικότητας.
Ετσι αποδεικνύεται και στους πλέον δύσπιστους πολίτες πως η πολιτική των Σαμαροβενιζέλων—που τόσο πολέμησε ο ΣΥΡΙΖΑ- ήταν μονόδρομος. Δικαιώθηκε.
Με δεδομένη αυτήν την οφθαλμοφανή κατάσταση, μου προξενεί εντύπωση που η Νέα Δημοκρατία δεν κάνει λάβαρο της πολιτικής της τα επιτεύγματα της διακυβέρνησης Σαμαρά. Δεν χρησιμοποιώ το ρήμα «υπερασπίζεται» γιατί αυτό προδίδει μιαν αμυντική διάθεση.
Η Νέα Δημοκρατία οφείλει να βγει επιθετικά και να προβάλλει τα πεπραγμένα των 32 μηνών που κυβέρνησε, γιατί αυτό αποδεικνύει την ικανότητα των στελεχών της να χειρίζονται με επιτυχία δύσκολες καταστάσεις. Κάτι που αποτελεί υποθήκη για το μέλλον.
Καλά είναι τα οράματα του μέλλοντος, αλλά πιο χειροπιαστά είναι τα επιτεύγματα του παρελθόντος. Και η Νέα Δημοκρατία έχει να επιδείξει την διακυβέρνηση 2012-2014.
Αρκεί να το κάνει.