Το διαχρονικό 1821

Το διαχρονικό 1821

Είναι φυσικό, μία γενιά να βλέπει και από λίγο - πολύ διαφορετική γωνία τα μεγάλα γεγονότα του παρελθόντος. Κάθε εποχή τα αξιολογεί αναλυτικά με τον δικό της τρόπο. Μια μέρα, συζητώντας εμείς, άτομα από δύο τελείως διαφορετικές γενιές, κάναμε ένα μακρύ τηλεφωνικό πείραμα. Σε τι -αναρωτηθήκαμε- βλέπουμε ταυτόσημα το 1821, παρά τη διαφορά γενεών;

Τα συμπέρασμα αυτής της μάλλον μακράς συζήτησης καταλήξαμε ότι δεν θα ήταν άσχημο να τα μετατρέψουμε σε ένα σύντομο άρθρο το οποίο θα μοιραστούμε μαζί σας επ' ευκαιρία της 200ετίας. Ιδού λοιπόν που καταλήξαμε ότι σκεφτόμαστε σαν διαχρονικά διδάγματα όταν μιλάμε για το 1821 και τους δύο αιώνες που ακολούθησαν.

Το πρώτο μας συμπέρασμα, που ίσως εκπλήξει λίγο, ήταν πως δε νοείται ορθή κατανόηση του 1821, αλλά και της εν γένει πορείας του έθνους, αν, πριν σκεφτούμε πως απελευθερωθήκαμε, δεν αναλογιστούμε πρώτα καλά γιατί σκλαβωθήκαμε. Τι διδαχθήκαμε δηλαδή από τη μακρά παρακμή του Βυζαντίου που οδήγησε στην απώλεια της ελευθερίας μας για τόσους αιώνες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τους εμφύλιους πολέμους τους δύο αιώνες πριν την πτώση, την παραμέληση της ναυτικής δύναμης, τις ετεροβαρείς συνεργασίες με τις ιταλικές πόλεις στις οποίες παραδόθηκε η οικονομική αλκή της αυτοκρατορίας και τόσα άλλα.

Ένα δεύτερο δίδαγμα, που σχετίζεται πιο άμεσα με την Επανάσταση, είναι η ισχύς και επιρροή του πνεύματος και των ιδεών που προετοιμάζουν τις μεγάλες ιστορικές ανατροπές. Στην περίπτωσή μας, ο ελληνικός Διαφωτισμός, όπως τόσο παραστατικά τον αναλύει στο βιβλίο του ο ιστορικός Πασχάλης Κιτρομηλίδης, δημιούργησε τις πνευματικές, τις πολιτικές και (με την Φιλική Εταιρεία) τις οργανωτικές προϋποθέσεις για την προετοιμασία και την έκρηξη της μεγάλης μας Επανάστασης.

Τρίτον, συμφωνήσαμε ότι η Επανάσταση του 1821 πέτυχε παρόλο ότι εξερράγη σε μια ακατάλληλη για την διεθνή συγκυρία στιγμή. Τι μας διδάσκει το παράδοξο της επιτυχίας αυτής; Μας διδάσκει πως όταν ένα κίνημα είναι πνευματικά, ψυχολογικά και οργανωτικά σχεδόν έτοιμο, όπως ήταν η Επανάσταση με τη Φιλική Εταιρεία, τότε συχνά, ούτε οι διεθνείς συγκυρίες ούτε οι κακοτυχίες μπορούν να τη σταματήσουν. Το φιτίλι έχει ανάψει και τίποτα δεν μπορεί να το σβήσει.

Ένα δίδαγμα της Επανάστασης – και δυστυχώς όχι μόνο αυτής, αλλά και των γεγονότων του μεγάλου Εθνικού Διχασμού τον 20ό αιώνα – είναι ότι και τα μεγαλύτερα μας ακόμα επιτεύγματα μπορεί να τα τινάξει στον αέρα η διχόνοια. Δεν είναι τυχαία η εξαιρετικά αυστηρή προειδοποίηση του Διονυσίου Σολωμού πως «δεν τους πρέπει ελευθεριά».

Μια πέμπτη παρατήρηση σχετικά με το 1821, παρατήρηση που ευτυχώς τα γεγονότα μας επιτρέπουν να κάνουμε, είναι ότι οι θυσίες της δε χάθηκαν ολότελα με τον εμφύλιο σπαραγμό που την ακολούθησε, διότι οι θυσίες αυτές έριξαν τον σπόρο της πανευρωπαϊκής συμπάθειας και υποστήριξης. Το Ναβαρίνο δεν ήταν μόνο μια ευεργετική παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων υπέρ της ελληνικής υπόθεσης. Ήταν προπάντων το αποτέλεσμα της συγκίνησης από τους ποταμούς αίματος που είχε χύσει το έθνος μας.

Συζητήσαμε επίσης, φυσικά, για τα 200 αυτά χρόνια. Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι η επιτυχία της Επανάστασης δεν οδήγησε, για πολλά χρόνια δυστυχώς, ούτε σε ισχύ ούτε σε δημοκρατία ούτε σε ευημερία.

Η επιλογή ενός φιλότιμου, φιλέλληνα αλλά μη ικανού ηγεμόνα με αυταρχικές τάσεις, στοίχισε πολύ ακριβά στο έθνος. Παρά τις προόδους (μία απ’ αυτές ήταν η εισαγωγή του νεοκλασικισμού και η κατασκευή των λαμπρών κτισμάτων που θαμάζουμε μέχρι σήμερα), το Σύνταγμα του 1843 δεν λειτούργησε και η χώρα ούτε υποδομές απέκτησε ούτε οικονομική ευημερία επέτυχε, ενώ την περίοδο αυτή έχασε και την υποστήριξη των φιλελλήνων.

Κοινή μας διαπίστωση ήταν, επίσης, πως η μακρά βασιλεία του Γεωργίου Α’ συνέπεσε με την θεαματική πρόοδο στην εφαρμογή δημοκρατική αρχών (Σύνταγμα του 1864), την δημιουργία σημαντικών υποδομών (σιδηροδρομικό δίκτυο, Διώρυγα της Κορίνθου κλπ.) και με τον αρκετά ταχύ εξευρωπαϊσμό των αστικών κέντρων της χώρας.

Η ιστορία του 20ου αιώνα έδειξε, στην συνέχεια, τόσο τις αρετές όσο και τα ελαττώματα του έθνους, περισσότερο απ’ ότι στον 19ο αιώνα. Γνωρίσαμε εθνικούς θριάμβους (1912-3), εποποιίες (1940), όπως και έναν απίστευτου βάθους εθνικό διχασμό και μιας επίσης απίστευτης βιαιότητας εμφύλιο πόλεμο. Όπως επίσης γνωρίσαμε μια ταχεία μεταπολεμική ανάπτυξη την οποία έκλεισε ως περίοδο, με ταπεινωτικό για την χώρα τρόπο, η επταετής δικτατορία. Τέλος, οφείλουμε να πούμε, πως μετά την χούντα ακολούθησε η μεγαλύτερη περίοδος πολιτικής σταθερότητας και ομαλής διαδοχής κυβερνήσεων στην ελληνική ιστορία.

200 χρόνια όμως επιζητούν μια συνολική αποτίμηση και η συνολική αποτίμηση είναι αναμφίβολα θετική:

- Η Επανάσταση πέτυχε παρά τα προβλήματά της.

- Οι Μεγάλες Δυνάμεις έδρασαν παρά την αρνητικότητά τους κατά την έναρξη του αγώνα.

- Η χώρα μας έγινε η δημοκρατικότερη, ισχυρότερη και πλέον ευημερούσα χώρα της Βαλκανικής Χερσονήσου.

- Γνώρισε μεν δικτατορίες και πραξικοπήματα, αλλά το σύνολο των αυταρχικών ετών διακυβέρνησής της δεν υπερέβη τα δώδεκα, από την εποχή που εισήχθη το σύνταγμα του 1864 έως σήμερα, όταν μεγάλες μεσογειακές χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία έζησαν δεκαετίες ολόκληρες με δικτατορικές κυβερνήσεις.

- Ένα άλλο συμπέρασμα των 200 ετών, ίσως το σημαντικότερο, είναι το ακόλουθο: Η ΕΛΛΑΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΘΗΚΕ. Και το λέμε χωρίς επιφύλαξη. Η χώρα μας έζησε, όπως είπαμε, κατά κύριο λόγο με δημοκρατία. Υπερδιπλασίασε τα εδάφη της (από 48.000 τ.χλμ. επί Όθωνος στα 131.900 το 1948). Παραδείγματα τέτοιας εδαφικής επέκτασης στην Ευρώπη είναι ελάχιστα.

- Η χώρα μας, ως νεότερη ελληνική κοινωνία, δημιούργησε μια από τις καλύτερες λογοτεχνίες στον κόσμο, παρήγαγε μια μεγάλη σειρά σπουδαίων ποιητών και λαμπρών επιστημόνων. Μεγάλες προσωπικότητες στόλισαν και τους λοιπόν κλάδους των τεχνών, όπως ένας Σκαλκώτας στην μουσική και μια ολόκληρη σειρά ζωγράφων και γλυπτών. Με δυο λόγια, η Ελλάδα των τελευταίων 200 ετών, πνευματικά κατέχει μία υψηλή θέση παγκοσμίως δυσανάλογη προς το μέγεθός της.

- Ακόμη, παρόλο που δεν αποτελεί επίτευγμα του ελληνικού κράτους, είναι αδύνατο να μην αναφέρει κανείς, τον νεοελληνικό θρίαμβο στην θάλασσα. Όπου το ήμισυ περίπου του συνολικού tonnage της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανήκει σε ελληνικά χέρια και ο στόλος μας αντιστοιχεί στο 17% του παγκόσμιου tonnage. Πρόκειται για ένα απίστευτο επίτευγμα των Ελλήνων έστω και μη κρατικό.

- Τέλος, τα 200 αυτά χρόνια αποδείξαμε ότι, σε γενικές γραμμές, είχαμε την ευφυΐα και την διορατικότητα να βρισκόμαστε στην σωστή πλευρά της ιστορίας. Πάντοτε επιλέξαμε ως συμμάχους τις νικήτριες δυνάμεις με την ελάσσονα εξαίρεση του Κριμαϊκού Πολέμου.

Με δυο λόγια, είναι πολλά τα λάθη, ήταν σκληροί οι διχασμοί και οι εμφύλιοι, ήταν οδυνηρές οι δικτατορίες και ήταν καθυστερημένη μερικές φορές η ανάπτυξη, αλλά στα 200 αυτά χρόνια, μετά την ένδοξη Επανάστασή μας, χτίσαμε μια γερή δημοκρατία, υπερδιπλασιάσαμε την χώρα μας, δημιουργήσαμε έναν νέο ελληνικό πολιτισμό, τον νεοελληνικό, κυριαρχήσαμε στην θάλασσα και γίναμε το πιο ανεπτυγμένο και ισχυρό κράτος της Βαλκανικής Χερσονήσου. Είμαστε περήφανοι για όσα πετύχαμε αλλά πρέπει να δεσμευτούμε ότι δεν θα επαναλάβουμε εκείνα που καθυστέρησαν την πρόοδό μας.

* O Δημήτριος Κ. Κατσούδας είναι αντιπρόεδρος του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ), τέως γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών

* Ο Γιώργος Χ. Μενεσιάν είναι ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων, μεταπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του St Andrews