Το νέο «εμείς και οι άλλοι» επιχειρούν να χτίσουν Αλέξης Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ φθάνοντας στο σημείο να διαχωρίζουν δεξιούς και αριστερούς ακόμη και στις υποθέσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας και αφορούν καταγγελίες για βιασμούς, σεξουαλικές παρενοχλήσεις και κακοποιήσεις. Πολιτικοποιούν ένα μείζονος σημασίας κοινωνικό θέμα και επιχειρούν να εμπλέξουν μέχρι και τον Πρωθυπουργό με τον Αλέξη Τσίπρα να φτάνει σε ακραίες εκφράσεις και άλματα λογικής για να συνδέσει πρόσωπα και γεγονότα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να αλλάξει. Αυτοί ήταν και αυτοί είναι. Η παντελής απουσία ενός προγραμματικού σχεδίου (αυτό που δόθηκε πρόσφατα σε... διαβούλευση πέρασε χωρίς να ακουμπήσει) και οι υποθέσεις που έρχονται οδηγούν το κόμμα που έχει επιφορτιστεί από τον ελληνικό λαό με το έργο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε ακραίες κινήσεις.
Από το νόμο για τα ΑΕΙ μέχρι την υπόθεση του αρχιεκτελεστή της 17Ν και τις αποκαλύψεις, μέσω καταγγελιών, για βιασμούς, κακοποιήσεις, σεξουαλικές παρενοχλήσεις και εργασιακή βία, ο ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας επιδιώκουν δύο πράγματα:
1. Την ενεργοποίηση ενστίκτων και αντιδράσεων που δύναται να οδηγήσουν στην έκρηξη που επιθυμεί για κινηματικές αντιδράσεις ανάλογες με αυτές της πλατείας των αγανακτισμένων που τον οδήγησε στην εξουσία.
2. Την επαναφορά του διχασμού ως κυρίαρχο συστατικό της πολιτικής ζωής όπως είχε γίνει την περίοδο πριν το 2015.
Το δεύτερο αποτελεί ενδεχομένως ζήτημα πολιτικής επιβίωσης για τον Αλέξη Τσίπρα που γνωρίζει ότι μια ακόμη ήττα του όταν γίνουν οι εθνικές εκλογές θα τον οδηγήσει στο πολιτικό περιθώριο. Και όχι μόνο. Ένα τείχος διχασμού που δύναται να μετατραπεί και σε ομπρέλα προστασίας στην περίπτωση που υπάρξουν εξελίξεις σε υποθέσεις που αφορούν τη διακυβέρνηση της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στην περίπτωση του Κουφοντίνα ο ΣΥΡΙΖΑ εγκάλεσε την κυβέρνηση για αντιδημοκρατική συμπεριφορά εδράζοντας την άποψή του στο εκβιαστικό δίλημμα που τίθεται και όχι στο νομικό πλαίσιο που εφαρμόζεται παρά το γεγονός ότι επικαλείται το κράτος δικαίου. Και να υιοθετεί τη θέση του αρχιεκτελεστή της 17Ν αφήνοντας υπονοούμενα για «προσωπικές βεντέτες» σε βάρος του Πρωθυπουργού.
Στο θέμα των αποκαλύψεων για βιασμούς και παρενοχλήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ το πήγε ακόμη παραπέρα επιχείρησε να εμπλέξει τον Πρωθυπουργό αλλά και συνολικά την κυβερνώσα παράταξη μετατρέποντας μέσω των τρολ τα μίντια σε μια αρένα κατά των υποστηρικτών της Ν.Δ. συνολικά.
Αυτά που γράφονται και λέγονται υπερβαίνουν κάθε φαντασία φθάνοντας σε σημείο να χαρακτηρίζονται συλλήβδην «παιδεραστές και βιαστές» οι δεξιοί και κεντροδεξιοί. Θυμίζοντας τις εποχές των γερμανοτσολιάδων και των κρεμάλων που στήνονταν στο Σύνταγμα.
Ο Αλέξης Τσίπρας ρίχνει λάδι στη φωτιά. Στη χθεσινή συνέντευξη που έδωσε σε τέσσερα περιφερειακά κανάλια επανέλαβε τα περί «συγκάλυψης» από τον Πρωθυπουργό αφήνοντας να εννοηθεί πως γνώριζε ότι συνέβαινε.
Και αυτό τη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την πρώτη στιγμή που η Σοφία Μπεκατώρου έσπασε την αλυσίδα της σιωπής όχι μόνο επικοινώνησε μαζί της αλλά έστειλε και σαφές μήνυμα υποστήριξης σε όσους βάλουν τέλος στο φόβο των θυμάτων.
Η τακτική της κομματικοποίησης και εν συνεχεία της πολιτικοποίηση θεμάτων όπως ο νόμος για τα ΑΕΙ, τον Κουφοντίνα, τις κακοποιήσεις δείχνει τις προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και έρχεται να προστεθεί στην ακραίας μορφής αντιπολίτευση που επιλέγει για κάθε θέμα όπως αυτό τη πανδημίας και των εθνικών θεμάτων.
Το σίγουρο είναι πως η στρατηγική αυτή δεν θα αλλάξει. Και η λογική της κινηματικής αριστεράς θα επικρατεί. Πολύ δε περισσότερο όσο διαπιστώνει πως τουλάχιστον στην κεντροαριστερά δεν υπάρχει διεκδικητής. Όχι όσο η Φώφη Γεννηματά γίνεται ουρά στη θεματολογία αλλά και το ύφος των καταγγελιών κατά της κυβέρνησης.