Του Δημήτρη Κουρέτα*
Ο ρόλος των Πανεπιστημίων έχει αλλάξει δραματικά σε παγκόσμια κλίμακα κατά την τελευταία εικοσαετία και στην αποστολή τους προστέθηκε, πέρα από την έρευνα και τη διδασκαλία, η διάσταση της τοπικής—σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο—οικονομικής ανάπτυξης μέσω κατάλληλων μηχανισμών. Πολύ πρόσφατα θεσμοθετήθηκε η συγκεκριμένη προοπτική της αποστολής των ελληνικών ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Σύμφωνα με το Άρθρο 4 του Ν.4009/2011 όπως ισχύει, η αποστολή του Πανεπιστημίου περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα παρακάτω:
«1. Τα Α.Ε.Ι. έχουν ως αποστολή: [...]
β) να προσφέρουν ανώτατη εκπαίδευση και να συμβάλουν στη δια βίου μάθηση με σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας, περιλαμβανομένης και της διδασκαλίας από απόσταση, με βάση την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα στο ανώτερο επίπεδο ποιότητας κατά τα διεθνώς αναγνωρισμένα κριτήρια,
γ) να αναπτύσσουν την κριτική ικανότητα και τις δεξιότητες των φοιτητών, να μεριμνούν για την επαγγελματική ένταξη των αποφοίτων και να διαμορφώνουν τις απαραίτητες συνθήκες για την ανάδειξη νέων ερευνητών,
δ) να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και των επαγγελματικών πεδίων, καθώς και στις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας, και να προωθούν τη διάχυση της γνώσης, την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και την καινοτομία, με προσήλωση στις αρχές της επιστημονικής δεοντολογίας, της βιώσιμης ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής,
Από τα παραπάνω είναι ξεκάθαρο η Ελλάδα δεν περιμένει από τα Πανεπιστήμια να εκπαιδεύουν φοιτητές και να δημιουργούν νέες γνώσεις μέσω της έρευνας. Περιμένει πολλά περισσότερα, όπως:
- Την ενεργητική συμβολή στην περιφερειακή ανάπτυξη με συνδυασμό προσεγγίσεων, όπως τη δια βίου μάθηση, την ένταξη των αποφοίτων στην αγορά εργασίας, την υποστήριξη των αναπτυξιακών αναγκών της χώρας αλλά και της γεωγραφικής περιφέρειας που φιλοξενεί το Πανεπιστήμιο, τη διάχυση της νέας γνώσης, την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και την καινοτομία.
- Την ενεργητική αναζήτηση εμπειριών και γνώσεων από το προσωπικό (μέλη ΔΕΠ, ερευνητές, μεταπτυχιακοί φοιτητές) των Πανεπιστημίων προς όφελος της αποστολής του μέσω συνεργασιών και κινητικότητας.
- Συστηματικότητα, αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα στον τρόπο που εκπαιδεύουμε τους φοιτητές μας, στον τρόπο που λειτουργούμε και στον τρόπο που παρέχουμε τις υπηρεσίες μας.
- Διαφάνεια και λογοδοσία για τις δραστηριότητες και τα επιτεύγματά μας σε σχέση με τους πόρους που αξιοποιήσαμε για να πετύχουμε.
Να πούμε εδώ ότι οι απόφοιτοι του ΜΙΤ στις ΗΠΑ έχουν δημιουργήσει 4.000 εταιρείες σ'' όλο τον κόσμο με συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών περί τα $256 δισ. Η αμερικάνική Association of University Technology Managers αναφέρει[1] ότι κατά το οικονομικό έτος 2010 η δραστηριότητα μεταφοράς τεχνολογίας των πανεπιστημίων στις ΗΠΑ οδήγησε στην εμφάνιση 658 νέων προϊόντων, στην ίδρυση 596 νέων επιχειρήσεων έντασης γνώσης εκ των οποίων οι 435 είχαν έδρα κοντά στο Πανεπιστήμιο απ'' όπου προήρθε η γνώση, σε κύκλο εργασιών ύψους $2.3 δισ. από συμβάσεις εκχώρησης, στην υποβολή 12.109 αιτήσεων για διπλώματα ευρεσιτεχνίας και στην απόκτηση 3.417 πατεντών.
Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν το ρόλο των δημόσιων φορέων Ε&ΤΑ ως "μηχανών ανάπτυξης" σε παγκόσμια κλίμακα[2] και αναδεικνύουν το δυναμικό των ελληνικών δημόσιων φορέων Ε&ΤΑ: στην Ελλάδα, με σημαντικά—και διαχρονικά—χαμηλό επίπεδο δαπανών έρευνας και ανάπτυξης σε σχέση με το ΑΕΠ της τάξης του 0,6%, οι δημόσιοι φορείς Ε&ΤΑ συνεισφέρουν το 80% της ερευνητικής προσπάθειαςκαι συνεπώς αποτελούν τον εν δυνάμει βασικό μοχλό της καινοτομικής προσπάθειας στη χώρα μας.
Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να γεφυρωθεί το χάσμα συστηματικότητας στη διαχείριση της γνώσης και των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των δημόσιων φορέων Ε&ΤΑ που έχει παρατηρηθεί πανευρωπαϊκά, χαρακτηριζόμενο ως το "Ευρωπαϊκό Παράδοξο", δηλαδή, τις ιδιαίτερα χαμηλότερες επιδόσεις των ευρωπαϊκών φορέων Ε&ΤΑ σε θέματα μεταφοράς τεχνολογίας σε σχέση με τις ομότιμες οντότητες στις ΗΠΑ, για ίδιο επίπεδο ποσότητας και ποιότητας ερευνητικής παραγωγής. Βέβαια αν λέμε ότι η Ευρώπη είναι πίσω σε σχέση με τις ΗΠΑ, η Ελλάδα είναι σχεδόν Αφρική σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη στον τομέα αυτό.Δηλαδή παράγει πολύ καλής ποιότητας γνώση αλλά δεν την εκμεταλλεύεται. Ο λόγος πρέπει να αναζητηθεί πρώτα σε αυτούς που διοικούν τα ιδρύματα και δεύτερον στην πολιτεία που δεν την ενδιαφέρει καθόλου.
Μέσα στις τροπολογίες που περνάνε οι υπουργοί για διάφορα θέματα που τα διαβάζουμε και μας δημιουργούν περίεργα συναισθήματα , νομίζω ότι άμεσα πρέπει να γίνει με τροπολογία ξεκάθαρα, η αποτύπωση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών ΔΕΠ στην διαχείριση της γνώσης. Δηλαδή να την μετράμε συστηματικά, να την διαχειριζόμαστε και να δημοσιεύουμε σε ετήσια βάση τις εισροές, τις εκροές και τα αποτελέσματά τους. Μ' αυτό τον τρόπο δημιουργούνται οι βάσεις για την περιοδική αναθεώρηση τόσο των διαδικασιών όσο και των κανόνων που αυτές υπηρετούν. Ας αρχίσουμε από αυτό το απλό και βλέπουμε.
*Ο Δημήτρης Κουρέτας, Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Επισκέπτης Καθηγητής China Medical University, Shenyang, China.