Όλοι συμφωνούν ότι το κλειδί για την ανάπτυξη είναι οι μεγάλες επενδύσεις. Oι επενδύσεις, όμως, χρειάζονται τράπεζες για να τις χρηματοδοτήσουν. Οι τράπεζες με την σειρά τους χρειάζονται καταθέσεις για να δίνουν δάνεια. Μπορούμε να φανταστούμε τους Έλληνες να δίνουν τα χρήματά τους στις τράπεζες, όταν οι περισσότεροι εξ ημών χρειαζόμαστε δύο ζωές για να εξοφλήσουμε δάνεια και φόρους;
Είναι ένας πονοκέφαλος που οι περισσότεροι πολιτικοί δεν τον θέλουν στο κεφάλι τους. Κι έτσι αναβάλουν τα δύσκολα για την ώρα που θα προκύψουν τα αδιέξοδα. Κι ας βρίσκονται αυτά ήδη μπροστά μας.
Για ποια ανάπτυξη μπορούμε να συζητάμε όταν η υπερφορολόγηση έχει εξοντώσει και τις τελευταίες ελπίδες των ανθρώπων της αγοράς; Και δεν αναφερόμαστε στους ισχυρούς της μεγαλοαστικής τάξης που είχαν τα χρήματά τους στο εξωτερικό. Δεν είναι αυτοί που κτυπήθηκαν από την Αριστερή μας κυβέρνηση. Ο λόγος γίνεται για τους εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες, οι οποίοι σε κάθε κανονική χώρα αποτελούν την μήτρα της ανάπτυξης.
Την προηγούμενη εβδομάδα έγινε ένα σωστό βήμα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όταν μίλησε στη ΓΣΕΒΕΕ για διαγραφή υποχρεώσεων: «Οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο πρέπει να ξεκαθαρίσουν. Από τα 100 δισ. ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος δεν μπορεί να εισπραχθεί. Να διαγραφούν λοιπόν οι ανείσπρακτες οφειλές και με διακομματική συναίνεση αν χρειαστεί».
Όταν γίνει πρωθυπουργός ο Κυριάκος θα συνειδητοποιήσει ότι αυτό δεν φτάνει. Ότι θα χρειαστεί να προχωρήσει σε πραγματικά γενναίες πολιτικές, αν θέλει να πετύχει η διακυβέρνησή του. Ότι οι 120 δόσεις είναι λίγες για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα και ότι είναι πιθανόν να χρειαστεί να δημιουργήσει νέους κανόνες. Αλλιώς θα είχε ήδη δοθεί λύση, αφού έχουν προσφερθεί κι άλλες φορές «λύσεις» με αφετηρία τις 120 δόσεις. Το πρόβλημα δεν είναι ότι κάποιος έχει χρήματα και πρέπει να διακανονίσουμε το πως θα πληρώσει κάποιες οφειλές του. Οι λύσεις αυτές απευθύνονται σε κατεστραμμένους ανθρώπους. Σε ανθρώπους που δεν έχουν την δυνατότητα να πληρώσουν ούτε σε 120 ούτε σε 240 δόσεις.
Θεωρώ, όμως, σημαντικό ότι έχει ήδη αρχίσει να προσεγγίζει το πρόβλημα και δεν έχει μείνει στην κορεκτίλα πρώην υπουργών του, οι οποίοι πιστεύουν ότι με την ορθή διαχείριση θα επέλθει μία σταδιακή βελτίωση της Οικονομία και της ζωής των πολιτών. Κούνια που τους κούναγε. Με τον μισό πληθυσμό της χώρας να μην μπορεί να πάρει φορολογική ενημερότητα, δεν υπάρχει θέμα τέτοιας συζήτησης.
Προχτές υπήρξε μία δημόσια συζήτηση μεταξύ των κκ Στουρνάρα και Τσακαλώτου, κατά την οποία ο κ. Τσακαλώτος επέμενε στην ιδέα για τις συνεταιριστικές τράπεζες. Αναφέρθηκε, δηλαδή, σε ένα παράλληλο τραπεζικό σύστημα σε σχέση με το σημερινό που υπάρχει με τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Δεν καταλαβαίνω γιατί διαφωνεί εξ ορισμού κανείς με αυτή την λογική. Σε τι κινδυνεύει ο καπιταλισμός από μία τέτοια εξέλιξη. Το αντίθετο, δημιουργούνται συνθήκες ανταγωνισμού. Θα πει κάποιος ότι δεν πρέπει οι τράπεζες αυτές να κάνουν κομματικά παιγνίδια. Ότι δεν πρέπει να έχουν σχέσεις με το κράτος. Γι αυτό υπάρχει η Τράπεζα της Ελλάδος! Θα πει κάποιος ότι οι συνεταιριστικές τράπεζες απέτυχαν, ότι έχουν σχεδόν όλες χρεοκοπήσει. Μάλιστα! Λες και οι άλλες θα μπορούσαν να σταθούν στα πόδια τους δίχως τις ανακεφαλαιοποιήσεις. Το πιο σοβαρό επιχείρημα που μπορούμε να ακούσουμε είναι αυτό που συνέβη με την διαχείριση της Τράπεζας Αττικής και τα δάνεια προς τον κ. Καλογρίτσα. Της κομματικής διαχείρισης, δηλαδή
Επί της ουσίας, πάντως, η πρόταση στέκει και δεν είναι σωστό να τίθεται κανείς δογματικά εναντίον της. Στο σημείο αυτό να πούμε ότι το κακό που προκάλεσε ο κ. Βαρουφάκης ήταν μεγαλύτερο ακόμη και από τα 200 δισεκατομμύρια που είπαν οι Ευρωπαίοι. Απαξίωσε ορισμένες καλές ιδέες. Ακούει ο άλλος για παράλληλα νομίσματα και νομίζει ότι θα δει τον σατανά αυτοπροσώπως, όταν η Γερμανία, για παράδειγμα, έχει λύσει αυτό το θέμα εδώ και πολλές δεκαετίες. Το εναλλακτικό δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός, αλλά δεν μπορεί και να είναι απορριπτέο με τρόπο δογματικό. Σε μια μία κατεστραμμένη Οικονομία το μόνο αποδεκτό δόγμα είναι ότι πρέπει να ζήσουν οι άνθρωποι.
Η συζήτηση για τις προτάσεις Τσακαλώτου είναι μία και μόνο πτυχή του θέματος. Για να βγει η χώρα από αυτή την κρίση θα χρειαστούν προτάσεις και πολιτικές για βραβείο Νόμπελ. Πιστεύω ότι οι συνεταιριστικές τράπεζες είναι μία πρόταση από τις τόσες και τόσες που μπορεί να υπάρξουν. Αρκεί να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο υλοποίησης που να κινείται μακριά από τις ιδεοληψίες της Αριστεράς και τις αποτυχημένες πρακτικές της Δεξιάς του παρελθόντος. Με άλλα λόγια χρειάζεται να δοθεί περισσότερο οξυγόνο στην κοινωνία. Δηλαδή, λιγότερο κράτος.
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]