Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να βιώνει τις αντιφατικές σχέσεις της με τους θεσμούς. Κι αυτό γιατί οι νόμοι, οι κανόνες και οι αποφάσεις εμπλέκονται πάντα στην διαφορετικότητα των μεγεθών και των συμφερόντων. Από τη μία, το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο αναγορεύει σε κοινή επιδίωξη μία πολιτική κι από την άλλη, το εθνικό δίκαιο την ανατρέπει, όπως είναι φυσικό, στο πλαίσιο προστασίας των συμφερόντων του.
Η βασικότερη αιτία είναι η προσπάθεια να χτιστεί το ομογενοποιημένο καθεστώς αρχών σε ένα δίκτυο που δομήθηκε σε διαφορετικές συνθήκες στο παρελθόν. Για παράδειγμα, οι ελληνικές και οι ιταλικές τράπεζες δεν λειτούργησαν κάτω από το ίδιο σύστημα ελέγχου με τις γερμανικές ή τις ολλανδικές. Επίσης, η Φραγκφούρτη δεν επενέβη, όταν έπρεπε, για να αποτρέψει την έκθεσή τους, σε κόκκινα δάνεια ή τοξικά επενδυτικά πακέτα. Τέλος, η Ευρωζώνη δεν ξεκίνησε με ένταξη όλων των τραπεζών, σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό σύστημα αυστηρής εποπτείας από την ΕΚΤ, ώστε να αποφευχθούν οι «παρεκκλίσεις». Αυτές που κοντεύουν να τινάξουν σήμερα στον άερα, ολόκληρο το ευρωπαικό τραπεζικό σύστημα.
Οπότε, γιατί επιμένουμε να δουλεύουμε ο ένας τον άλλον και να συγκεντρώνουμε τα κεφάλαια στον φερέγγυο Βορά αποδυναμώνοντας ακόμα περισσότερο τον επισφαλή Νότο;
Πάνω λοιπόν, στο ζήτημα της διάσωσης τραπεζών, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αποφάνθηκε ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν υποχρεούνται να προχωρήσουν σε bail in, να αναγκάσουν δηλαδή ομολογιούχους και μετόχους να υποστούν ζημίες πριν από μια τραπεζική διάσωση. Διερευνώντας υπόθεση διάσωσης σλοβενικής τράπεζας, αποφάσισε ότι είναι μεν νόμιμοι οι κανόνες της ΕΕ που επιβάλλουν απώλειες σε ομολογιούχους και μετόχους αλλά οι κανόνες αυτοί δεν είναι δεσμευτικοί για τα κράτη-μέλη. Το δικαστήριο υποστήριξε ότι η επιβολή bail in δεν είναι προαπαιτούμενο για να δοθεί κρατική στήριξη σε μια τράπεζα!
Η παραπάνω απόφαση είναι ιδιαίτερα επίκαιρη, μιας και βρίσκεται σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση μεταξύ Ιταλίας και Κομισιόν για την δυνατότητα να διασωθούν οι τράπεζές της με εθνικά κεφάλαια (χρήματα φορολογουμένων) ή με χρήματα πελατών (bail in).
Σε κάθε περίπτωση, είναι καιρός να προχωρήσουμε σε ξεκάθαρες εφαρμογές, όσων ήδη έχουν αποφασιστεί: Ενιαία εποπτική αρχή, Ενιαίο μηχανισμός διευθέτησης, Ενιαίο σύστημα εγγύησης καταθέσεων! Έτσι θα δημιουργηθεί ένα βαθύτερο αίσθημα ασφάλειας γύρω από το σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών και θα ισορροπήσει το κόστος δανεισμού. Συγχρόνως, θα περιοριστεί το φαινόμενο απόσυρσης καταθέσεων από ευρωπαϊκές οικονομίες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Επιπλέον, το μεγάλο όφελος θα είναι η απλευθέρωση των επενδύσεων σε όλη την Ευρωζώνη. Μια εταιρεία δεν θα εξαρτά, την προοπτική και την ανάπτυξή της από τις πολιτικάντικες διαθέσεις των κυβερνήσεων αλλά από την ασφάλεια και τη φερεγγυότητα του ευρωπαϊκού πιστωτικού συστήματος. Aκόμα κι αν χρεοκοπήσει μια εθνική οικονομία, καμία επιχείρηση και καμία επένδυση δεν θα επηρεαστεί!
Όλα αυτά, που ήδη ξεκίνησαν δεν θα πρέπει να εφαρμοστούν με την απειλή της οικονομικής καταστροφής των τραπεζικών πελατών. Γιατί η επικρεμάμενη απειλή ενός bail in θα αποδυναμώσει ακόμα περισσότερο τις τράπεζες και τις εθνικές οικονομίες.
Όπως και να ΄χει, μια ενωμένη ευρωπαϊκή οικονομία χρειάζεται και ενωμένη τραπεζική εποπτεία, σε ενιαίο επίπεδο αρχών. Ίδια αντιμετώπιση και για την Banca Monte dei Paschi di Siena και για την Deutsche Bank!
Όποιες κι αν είναι οι αμαρτίες του παρελθόντος είναι κοινές για όσους θέλουν από δω και πέρα, να προχωρήσουν μαζί. Ισότιμοι και με τα ίδια δικαιώματα σε ευκαιρίες ανάπτυξης και αντιμετώπισης πελατών. Σε ένα σοβαρό και φερέγγυο τραπεζικό δίκτυο, κανείς δεν θα μπορούσε να δώσει θαλασσοδάνεια χωρίς εγγυήσεις ούτε και να φορτώσει με τόσες επισφάλειες τα ταμεία των τραπεζών.
Και στο κάτω κάτω, για όλα αυτά δεν φταίνε μόνο οι καταθέτες που εμπιστεύτηκαν τα χρήματά τους. Μπορεί να φταίνε και οι φορολογούμενοι, ψηφίζοντας τις κυβερνήσεις που επέτρεψαν το ανεξέλεγκτο φαγοπότι στις τράπεζες των χωρών τους…