Η Άννα Διαμαντοπούλου το έθεσε εύστοχα στο χθεσινό της άρθρο εδώ, στο Liberal.gr: μόλις ανακοινώθηκε η συζήτηση στη Βουλή «για την ποιότητα της Δημοκρατίας και του πολιτικού διαλόγου» έπεσε «τρόμος πάνω από την πόλη», γιατί οι περισσότεροι περιμέναμε τον απόλυτο εκχυδαϊσμό της δημόσιας συζήτησης.
Ευτυχώς κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Παρά την ένταση που υπήρχε η συζήτηση δεν εξετράπη. Όσοι δηλώνουμε μετριοπαθείς, εννοούμε ότι αρνούμαστε ο λόγος να παράγει βαναυσότητα. Η μετριοπάθεια μόνο εκ του πονηρού συγχέεται με ένα κακώς εννοούμενο καθωσπρεπισμό και με τη λεγόμενη «αγγλοσαξονική ευγένεια». Η πολιτική συζήτηση, ειδικά στη Βουλή, έχει ένταση, συχνά πολύ μεγάλη αλλά δεν πρέπει ποτέ να παράγει βαναυσότητα.
Δεν ξέφυγαν τα πράγματα, λοιπόν και είναι θετικό που όλες οι πολιτικές δυνάμεις συμφώνησαν ότι τα θέματα σεξουαλικής βίας δεν πρέπει να κομματικοποιούνται. Όμως χθες είδαμε να αναπαράγονται παθογένειες της πολιτικής ζωής της χώρας.
Ο κ.Τσίπρας δήλωσε πολλές φορές ότι δεν γνωρίζει ούτε την κυρία Ειρήνη Αγαπηδάκη ούτε το έργο της. Πώς μπορεί να δηλώνει ότι έχει άγνοια για ένα ζήτημα όπως η προστασία των ασυνόδευτων προσφύγων που ο ίδιος έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι θεωρεί πολύ σοβαρό;
Κι αν η αντιπολίτευση της χώρας δεν γνωρίζει τι κάνει η κυβέρνηση και η κυρία Αγαπηδάκη στον τομέα αυτό, ποιος ασκεί τον θεσμικό έλεγχο;
Ποιος θα ενημερώσει την κοινωνία αν κάτι πάει λάθος ή αν υπάρχουν εγκληματικές παραλείψεις;
Αν ο κ. Τσίπρας έπρεπε να γνωρίζει κάποιον καλά στην κυβέρνηση και να επικοινωνεί μαζί του διαρκώς, ζητώντας φορτικά να ενημερώνεται και μάλιστα σε πολύ τακτά χρονικά διαστήματα είναι η κυρία Αγαπηδάκη.
Κι αν δεν γνωρίζει το έργο της γιατί το κόμμα του έμπλεξε τους ασυνόδευτους πρόσφυγες με αυτή την ειδεχθή ιστορία με τόση ελαφρότητα;
Έπειτα, ο κ. Τσίπρας ενέδωσε στην ευκολία να επιτεθεί ασύμμετρα σε ένα μεσαίο στέλεχος της κυβέρνησης για όσα είχε γράψει στο φεισμπουκ την ασφυκτική, για μια νέα εργαζόμενη γυναίκα της μεσαίας τάξης, περίοδο όταν η κυβέρνησή του «τσάκισε» κυριολεκτικά αυτό το κομμάτι του πληθυσμού, κάτι που το έχει ομολογήσει μέχρι και ο κ. Πολάκης με το συνηθισμένο γλαφυρό του τρόπο.
Ξεχνάει ο κ. Τσίπρας ότι ο ίδιος προσωπικά, το 2015 θέλησε και κατάφερε να μας τρομάξει όλους εμάς τους μετριοπαθείς, προοδευτικούς φιλελεύθερους, κεντρώους και κεντροαριστερούς με τα καμώματά του και με τις δηλώσεις του. Ξεχνάει ο κ. Τσίπρας ότι εκείνη την περίοδο ένα σεβαστό κομμάτι του κόμματός του είχε μπλέξει τον πολιτικό αγώνα με τη τζιχάντ.
Τώρα μας κατηγορεί επειδή κατάφερε να μας τρομάξει και τα χρόνια της έντασης γράφαμε και καμιά κουβέντα παραπάνω στα σόσιαλ μήντια ως πολίτες;
Πολλαπλώς προβληματική η δήλωση του κ. Τσίπρα και ελπίζουμε να σπεύσει να επανορθώσει και να ζητήσει να ενημερωθεί άμεσα, από αύριο κιόλας για το θέμα των ασυνόδευτων προσφύγων γιατί αυτή είναι η θεσμική του υποχρέωση προς τους Έλληνες πολίτες: Να ελέγχει την κυβέρνηση, τους υπουργούς και τα στελέχη της.
Η αντιπολίτευση δεν είναι η δουλειά του διαδικτύου. Γιατί ο κ. Τσίπρας δεν παρέλειψε να εξάρει και το ρόλο του διαδικτύου στην αποκάλυψη των κυβερνητικών λαθών και ατασθαλιών. Σε αυτό είχε απόλυτο δίκιο. Μόνο που θα έπρεπε να τον προβληματίζει ότι το ελληνικό διαδίκτυο, μέσα σε αυτό κι εμείς, οι δηλωμένοι φίλοι της κυβέρνησης, έχουμε αναλάβει το ρόλο της αντιπολίτευσης. Αυτό συμβαίνει γιατί το κόμμα του αδυνατεί να ανταποκριθεί στα θεσμικά του καθήκοντα.
Γλιτώσαμε μεν τη βαναυσότητα αλλά για ακόμα μια φορά είδαμε το πρόβλημα. Ο ρόλος της αντιπολίτευσης σε μια δημοκρατική πολιτεία είναι κομβικός. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του σκοπεύουν, επιτέλους, να τον αναλάβουν;