Καταιγισμός θετικών ειδήσεων στο μέτωπο της οικονομίας. Σύνδεση της Ανατολικής με την Δυτική Ελλάδα, επέκταση του μετρό στην Αθήνα, ξεκινά επιτέλους η επένδυση στο Ελληνικό, οι ξένοι οίκοι αναθεωρούν συνεχώς τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη κατά το 2021, εκτιμώντας που θα φτάσει το 4.4%, ενώ βεβαίως αναμένεται η πρώτη εκταμίευση της δόσης από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση είναι έκδηλη η αμηχανία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τι να πει; Αδυνατεί να συγκροτήσει μιαν ολοκληρωμένη αντιπρόταση που θα την θέσει στην κρίση των πολιτών. Αδυνατεί, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά συνολικά δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν σε συνθήκες ανάπτυξης και δημιουργίας πλούτου. Αυτό το γνωρίζουν και ακριβώς γι΄αυτόν τον λόγο έκαναν και κάνουν ό,τι μπορούν για να υπονομεύσουν αυτήν την αναπτυξιακή πορεία.
Είναι γνωστό πως στην Αριστερά προσχωρεί κάποιος, κυρίως, από αγανάκτηση. Γιατί έχει μείνει για διάφορους λόγους, για τους οποίους όχι λίγες φορές ευθύνεται και ο ίδιος, εκτός της οικονομικής διαδικασίας. Επειδή βρέθηκε στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο. Το είδαμε τους αγανακτισμένους του 2011-2012.
Όταν παράγεται πλούτος, όταν τα εισοδήματα όλων βελτιώνονται, ο λόγος της Αριστεράς έχει περιορισμένο βεληνεκές. Περιορίζεται στους ιδεοληπτικούς.
Στο νέο οικονομικό τοπίο που διαμορφώνεται, η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι «σαν το ψάρι έξω από το νερό». Έτσι, είτε βγάζει άναρθρες κραυγές είτε κάνει αντιπολίτευση με λόγο αποσπασματικό. Έχει αναγάγει σε βασική πολιτική γραμμή το «όχι σε όλα».
Είναι διαπιστωμένο πως με ανταρτοπόλεμο δεν κερδίζονται οι πόλεμοι. Πολύ δε περισσότεροι όταν η πλειοψηφία των πολιτών επιζητεί την ευημερία και την συγκρότηση μιας νέας κανονικότητας, απαλλαγμένης από τις παθογένειες του παρελθόντος. Και φαίνεται ότι η κυβέρνηση μπορεί να προσφέρει με πειστικό τρόπο αυτό το όραμα.
Τι θέλουν οι πολίτες; Χειροπιαστές αποδείξεις πως οι υποσχέσεις υλοποιούνται, τα έργα που εξαγγέλλονται ξεκινούν, οι μεταρρυθμίσεις ψηφίζονται και εφαρμόζονται. Σήμερα, μετά την λαίλαπα του covid 19, ουδείς μπορεί να ψέξει την κυβέρνηση πως έχει αθετήσει τις υποσχέσεις της ή πως έχει παρεκκλίνει από το πρόγραμμα της. Και αυτό επιβεβαιώνεται από όλες τις μετρήσεις.
Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έχει αντιληφθεί πως «σέρνεται» να παίξει εκτός έδρας. Σε γήπεδο αφιλόξενο γι' αυτήν, καθώς έχει μάθει να παίζει μόνον σε ξερό αγωνιστικό χώρο. Έτσι, τα γκολ τα δέχεται από τα αποδυτήρια. Προσπαθεί να αντιδράσει με «γιόμες», όπως λέμε στην ποδοσφαιρική διάλεκτο, και με γιουρούσια ή αν μιλήσουμε με την ορολογία της Αριστεράς, συνεχώς ονειρεύεται «μητέρες των μαχών», τις οποίες βέβαια τις χάνει πανηγυρικά, όπως συνέβη με το εργασιακό.
Ο ίδιος ο Α. Τσίπρας και οι συνεργάτες του αδυνατούν να μεταμορφώσουν ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε ένα σοβαρό θεσμικό κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας, με συγκεκριμένες προτάσεις μακριά από φανφαρονισμούς και λόγια χωρίς ουσία. Πιθανόν και να μην μπορούν.
Πάντως όσο κάνουν ανταρτοπόλεμο η κυβέρνηση δεν έχει να φοβάται τίποτα. Οι πολίτες πείθονται πλέον μόνον από πειστικά συγκροτημένες εναλλακτικές πολιτικές.