Δεν είναι δυνατόν η μία Μακεδονία να σφετερίζεται την Ιστορία της άλλης

Δεν είναι δυνατόν η μία Μακεδονία να σφετερίζεται την Ιστορία της άλλης

Αστραφτερός νους κι ελεύθερος, ανοιχτός! Δεν παύει να μας εκπλήττει. Κοιτάζει κατάματα τη νέα εποχή, επαναστατεί, είναι πάντα στην πρώτη γραμμή, γνωρίζει Ιστορία και τη χρησιμοποιεί, γράφει ποίηση σημερινή, για της ζωής μας το «Πικρό καρναβάλι», και μεταφράζεται, μιλάει για θέατρο και θυμάται: «Το κούτσουρό» του στο Θέατρο Τέχνης, κι ακόμα γελά με κάθε κακή κριτική, την ίδια εποχή που ανέβαινε στο Παρίσι και στη Δανία και η υποδοχή ήταν διθυραμβική. Αλλά έτσι είναι η μοίρα του Έλληνα, κι ο Δούρειος Ίππος κι ο Οδυσσέας μνήμη σχεδόν κυτταρική.

Δεν ήθελε να μιλήσει πια για τη ζωή του, η συνέντευξη στον «Φιλελεύθερο» ήταν καθαρά για την εποχή: για το Μακεδονικό, την Αριστερά, το διαδίκτυο, την αναγκαιότητα της ποίησης, ειδικά τώρα, που ζούμε σε μια ύπουλη εποχή. Οι ταξιτζήδες που ξέρουν την ποίησή του, δεν θέλουν κόμιστρο, έτσι του λένε, του χρωστούν, έχουν ήδη πληρωθεί.

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα

- Συνεχίζετε να γράφετε ποίηση κάθε μέρα, κύριε Βαλαωρίτη;

Όχι κάθε μέρα, αλλά έχω μεγάλη παραγωγή. Όμως έχει αλλάξει το στυλ μου τελείως, έχει γίνει πολύ πιο σχετικό με την εποχή. Γι' αυτό το πρώτο μου βιβλίο στον Ψυχογιό, το «Πικρό καρναβάλι», είναι μικρά ποιήματα που αναφέρονται με ειρωνεία σε όλα αυτά που περνάμε, στην καθημερινή μας ζωή. Κι έχουν μεταφραστεί και στα γαλλικά από ένα περίεργο γκρουπ που δημοσιεύει πολύ ωραία βιβλία και λέγεται «Οι άνθρωποι χωρίς ώμους».

- Μας βοηθά η ποίηση να αντιληφθούμε την εποχή; Σε συνέντευξή μας πριν από δύο χρόνια είχατε πει ότι η μεγάλη ποίηση είναι χρησμική…

Ε, βέβαια! Ο Ψυχογιός έμεινε έκπληκτος όταν είδε ότι ξεπουλήθηκε το ποιητικό βιβλίο μου σε έναν μήνα. Και μου ζήτησε να πάω δεύτερο κι έγραψα κι εξέδωσα «Στο υποκύανο μάτι του Κύκλωπα», που είναι συνέχεια του προηγούμενου. Λοιπόν, εδώ συμβαίνει κάτι παράξενο, ο κόσμος στρέφεται προς την ποίηση, αλλά δεν υπάρχουν καλοί ποιητές νεότεροι.

- Ίσως φταίει η ποίηση του διαδικτύου...

(Γελά) Είναι και η ευκολία του διαδικτύου, αλλά και το ότι ο καθένας γράφει για τον εαυτό του. Υπάρχει ένας ποιητικός ναρκισσισμός. Κι είναι κρίμα, γιατί η εποχή την αποζητά την ποίηση. Σε δύσκολους καιρούς, οι άνθρωποι έχουν ανάγκη την ποίηση. Στην Κατοχή υπήρχαν σπουδαίοι ποιητές, οι οποίοι έγραψαν και σπουδαία ποιήματα, όπως η «Αμοργός» του Γκάτσου, ο «Μπολιβάρ» του Εγγονόπουλου, η «Οκτάνα» του Εμπειρίκου, «Ο ήλιος ο πρώτος» του Ελύτη. Πολλά σπουδαία ποιήματα γράφτηκαν εκείνη τη φρικτή εποχή.

Φαίνεται ότι η κρίση, όταν συμβαίνει σε έναν τόπο, κάνει τον κόσμο να στρέφεται προς κάτι πιο βασικό, δηλαδή στο ποιοι είμαστε, στο τι κάνουμε εδώ. Και η ποίηση, χωρίς να δίνει πληροφορίες συγκεκριμένες, τα υπονοεί. Θυμάμαι πόσο μεγάλη επιτυχία είχε ο Λόρκα τότε στον Ισπανικό Εμφύλιο.

- Άρα, η κρίση κάνει ποιητική την εποχή;

Πιστεύω ότι σε εποχές κρίσης -αντίθετα με εκείνο που πιστεύουν οι περισσότεροι, ότι η ποίηση είναι άχρηστη- είναι που παίζει ρόλο. Γιατί αμέσως οι άνθρωποι καταφεύγουν σε κάτι που είναι η ψυχή τους. Σε εποχές ευδαιμονίας, ο άνθρωπος έχει την τάση να ικανοποιείται αγοράζοντας πράγματα, ξεχνάει τον εαυτό του, όταν όμως σταματάνε αυτά, ξαφνικά επιστρέφει στον εαυτό του.

- Κύριε Βαλαωρίτη, πώς θα χαρακτηρίζατε, αλήθεια, τη δική μας, απρόβλεπτη εποχή;

Ύπουλη! Ζούμε σε μια ύπουλη εποχή. Κι αυτή είναι η διαφορά, νομίζω, το ότι ο εχθρός είναι παντού και πουθενά. Οι εχθροί γίνονται φίλοι, την επόμενη μέρα γίνονται οι φίλοι εχθροί! Γίνεται συνέχεια αυτό και το βλέπει κανείς και στις δηλώσεις των διαφόρων! Αυτή είναι η διαφορά με τις άλλες, δύσκολες μεν, αλλά προβλέψιμες εποχές.

- Μπορούμε να φανταστούμε την επόμενη μέρα; Σε σχέση με εκείνα που λέγαμε πριν από δυο χρόνια, έχουν καλυτερέψει κάπως τα πράγματα;

Η αλήθεια είναι ότι οι Έλληνες έχουν έναν τρόπο.

- Τώρα γιατί δεν αντιδρούν;

Διότι βρήκαν άλλους τρόπους! Οι περισσότεροι φύγανε στη Βουλγαρία, έχει γίνει η μισή Βουλγαρία ελληνική, όλες οι επιχειρήσεις έχουν πάει εκεί όπου υπάρχει πλέον μια μεγάλη ομογένεια, η οποία βγάζει εφημερίδες, κάνει εκπομπές... Λοιπόν, έχουμε διασκορπιστεί. Επίσης, οι γιατροί μας έχουν γίνει περιζήτητοι στη Γερμανία. Και οι νοσοκόμες στην Αγγλία. Δηλαδή, βλέπουμε αναγκαστικά, επειδή δεν βρίσκουν δουλειές εδώ, πολλοί φεύγουν, αλλά και όσοι μένουν δεν μένουν αδρανείς. Βλέπουμε ότι κλείνουν κάτι μαγαζιά κι ανοίγουν άλλα αμέσως... Το επιχειρηματικό πνεύμα του Έλληνα δεν σταματάει ποτέ.

Αντιδρούμε, λοιπόν, αλλά αντιδρούμε με αυτόν τον τρόπο. Δηλαδή, κάτω απ' τους Τούρκους τι κάναμε; Ήμασταν ραγιάδες, κάναμε εμπόριο, όμως, εμπορικά πλοία κάναμε, τα οποία χρησιμοποιήσαμε μετά στην Επανάσταση, αλλά το εμπόριο δεν σταμάτησε. Εντάθηκε, μάλιστα, μπορεί να πει κανείς. Οι πρόγονοί μου οι Σπετσιώτες απ' την πλευρά της μητέρας μου είχαν πλοία, ήταν έμποροι και διασχίζανε τη Μεσόγειο. Σε ένα διήγημα του Ενγκελς αναφέρεται ένας πρόγονός μου, ο καπετάν Λάμπρος, που έσπασε τον αποκλεισμό των Γάλλων.

- Κι αυτό θα μας σώσει, το ότι είμαστε πολυμήχανοι και ανθεκτικοί; Εμείς πάντα βγαίναμε έξω, οι Έλληνες της Διασποράς έκαναν πολλά πράγματα.

Ναι, γιατί εδώ ο τόπος δεν μπορεί να μας θρέψει, είναι φτωχός. Τα νησιά πένονται, μόνο από τον τουρισμό σώζονται κάπως. Και μάλιστα τώρα, που η αλιεία έχει γίνει δύσκολη και τα κυνηγούν αυτά οι Ευρωπαίοι, εξαγοράζοντας τα καΐκια. Το ίδιο κάνουν και στις αγροτικές περιοχές, μάλιστα υπήρχε ένα σχέδιο να κόψουν τα ελαιόδεντρα...

- Πλήρωναν για να τα ξεριζώσουμε.

Στην Κρήτη έγινε επανάσταση και δεν μπόρεσαν να πλησιάσουν. Με αυτό τον τρόπο καταφέραμε να αντισταθούμε. Εκεί όμως όπου δεν υπήρχε άνθρωπος να αντισταθεί, όπως νοτίως του Πύργου στην Πελοπόννησο, τα έκοψαν όλα. Δεν υπήρχε κανένας να τους σταματήσει. Το ίδιο έκαναν με διάφορες αλλαγές καλλιέργειας, βγάλανε αμπέλια, καπνά, ακόμα και στάρι μας εμπόδιζαν να καλλιεργούμε, για να μη γίνουμε αυτάρκεις.

- Το ότι, υποτίθεται, βγήκε κυβέρνηση της Αριστεράς είναι ανασταλτικός παράγοντας για τις διεκδικήσεις των ανθρώπων;

Το θέμα είναι ότι στην αρχή νομίζαμε πως θα γίνουν έντονα διαβήματα για να μας δώσουν τις αποζημιώσεις. Και όμως, ήξερα ότι χωρίς τη στήριξη από τις τρεις μεγάλες δυνάμεις που έκαναν τον πόλεμο, δηλαδή Αμερική, Αγγλία, Ρωσία, δεν είχαμε καμία ελπίδα να κερδίσουμε ούτε μια δεκάρα. Αλλά βλέπουμε ότι οι Γερμανοί έχουν καταφέρει να μην πληρώσουν αποζημιώσεις, ούτε στον Α'' ούτε στον Β'' Παγκόσμιο Πόλεμο. Εγώ εκεί μεγάλωσα. Ήμουν στη Γερμανία πρώτα, μέχρι τεσσάρων ετών, ζούσαμε στο σπίτι ενός καθηγητού, οι οποίοι πεινούσαν, η μητέρα μου αγόραζε αβγά για πολλά εκατομμύρια μάρκα και μου τα έδινε κρυφά, ήμουν βέβαια πολύ μικρός για να καταλάβω τι γινόταν, έβλεπα μόνο τις αλλαγές των εποχών, είχαν ωραίους κήπους, μυρμήγκια, κεράσια… αυτά θυμάμαι. Αλλά ο πόλεμος με εμπόδισε να συνεχίσω να μαθαίνω γερμανικά, διότι είχα αλλεργία πλέον…

- Για το χθεσινό συλλαλητήριο; Ποια είναι η άποψή σας όσον αφορά το Μακεδονικό;

Το έχω ανεβάσει και στο fb, λέω ότι αν υπάρχουν δύο Μακεδονίες, εντάξει. Η μία, όμως, γεννήθηκε το 500 μ.Χ., τότε κατέβηκαν οι Σλάβοι και εγκαταστάθηκαν σε μια εποχή που ήταν το τούρκικο βιλαέτι, το οποίο λεγόταν Μακεδονία. Και τα σλάβικα που μιλούσαν, όπως μου έχει πει ο φίλος μου ο Σάσα Τολστόι, διότι πράγματι μιλούν μια διάλεκτο σλάβικη, πιο αρχαϊκή απ' τα βουλγάρικα, τα σέρβικα, που υπάρχουν εκεί. Αυτό, όμως, δεν δικαιολογεί γιατί τα ονομάζουν μακεδονικά.
Όσον αφορά την άλλη Μακεδονία, την ελληνική δηλαδή, προηγείται χίλια χρόνια, από το 500 π.Χ., ενώ αυτοί ήρθαν μετά το 500 μ.Χ., λοιπόν δεν συγκρίνεται. Δεν είναι δυνατόν η μία Μακεδονία να σφετερίζεται την ιστορία της άλλης. Αυτό είναι απαράδεκτο. Κι έτσι εγώ είμαι υπέρ της αγανάκτησης του λαού.

- Υπάρχει και ζήτημα αλυτρωτισμού από μέρους τους;

Αντίκρισα και το μίσος που έχουν για μας. Σε ένα φεστιβάλ ποίησης που πήγα, μου είπε ο διευθυντής του «εσείς κυνηγάτε τους καημένους τους Μακεδόνες», έτσι έχει διαδοθεί, ότι εμείς είμαστε οι καταδιώκτες. Ενώ αυτοί, και μάλιστα πολλοί ήταν στον Εμφύλιο από τη μεριά των κομμουνιστών και πήγαν στα Σκόπια, είναι που μας μισούν το περισσότερο. Και τα παιδιά τους. Ενας πολύ συμπαθής Σκοπιανός γνωρίζει μια δημοσιογράφο από τη Νόβα Μασεντόνια που ήθελε να κάνουμε συνέντευξη και λέω «ευχαρίστως». Έρχεται, λοιπόν, η δημοσιογράφος, έκπαγλου καλλονής, εικοσαετής, έμοιαζε με Ελληνίδα, μιλούσαμε αγγλικά, και ξαφνικά παρατήρησα ότι είχε σκουλαρίκια με τον ήλιο της Βεργίνας. Βγάζω απ' το πορτοφόλι μου ένα, σαν νόμισμα, και της λέω «πώς συμβαίνει να έχουμε κι οι δυο τον ήλιο της Βεργίνας, εγώ στο πορτοφόλι μου κι εσύ στ' αφτιά;». Εκεί κάπως έσπασε και μου λέει «η γιαγιά μου μιλούσε ελληνικά!» Δηλαδή, όλα ανακατεμένα! Φοβερό δεν είναι; Εκεί η προπαγάνδα κατέρρευσε με την ανθρώπινη επαφή.

Λοιπόν, είναι μπερδεμένη υπόθεση και ξεκινάει απ' το βιλαέτι των Τούρκων κατ' αρχάς και μετά από το λάθος που έκανε ο Τίτο να δημιουργήσει αυτή τη πλαστοδημοκρατία, τη Ρεπούμπλικα Μασεντόνια, δεν έπρεπε να το κάνει, διότι έμπλεξε τα πράγματα. Φταίει εν μέρει ο Τίτο, όμως, φταίνε και οι περιστάσεις οι οποίες είναι περίεργες. Διότι οι Τούρκοι το βιλαέτι αυτό το ονόμαζαν μακεδονικό και έφτανε μέχρι το μοναστήρι και ακόμα πιο πάνω.

- Εμείς τώρα πρέπει να αντιδράσουμε;

Ε, βέβαια. Δεν μπορούμε να τα δεχόμαστε όλα επειδή οι Αμερικάνοι θέλουν να τους βάλουν στο ΝΑΤΟ! Ηδη μας έχουν γονατίσει, αυτό μας γονατίζει ακόμα παραπάνω. Γιατί ουσιαστικά γι' αυτό γίνεται όλη αυτή η φασαρία. Για να τους βάλουν στο ΝΑΤΟ σώνει και καλά. Και στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι η γενική πολιτική κατάσταση που φταίει. Και δεν έχει αλλάξει τουλάχιστον 500 χρόνια. Ο πόλεμος της Κριμαίας γινόταν γι' αυτό τον λόγο.

- Κύριε Βαλαωρίτη, όσον αφορά τις μέρες μας, η πιο αισιόδοξη και η πιο απαισιόδοξη εκδοχή;

Η πιο αισιόδοξη είναι ότι έχουμε δυο τρόπους να αμυνόμαστε από πάντοτε. Επί Τουρκοκρατίας, οι μεν ραγιάδες έκαναν δουλειές με τους Τούρκους και πλούτιζαν συχνά κι αποκτούσαν κι επιρροή, όπως οι περισσότεροι κοτζαμπάσηδες οι λεγόμενοι, οι οποίοι αποκτήσανε και γη και γίνανε και τάξη, αλλά δεν ήταν ευχάριστο φαινόμενο για τον λαό, ο οποίος δούλευε γι' αυτούς, αλλά και οι άλλοι είδαμε ότι πήγαιναν στα βουνά, αυτό δεν σταμάτησε, οι δε πρόγονοί μου από τον Βαλαωρίτη είναι τέτοιοι, κλέφτες και αρματολοί που τον χειμώνα γύρευαν καταφύγιο στη Λευκάδα. Πολέμησαν με τους Βενετσιάνους μετά και έτσι τους έδωσαν γη κι ένα τίτλο ιππότη.

- Τι θα είχατε να πείτε στους νέους ανθρώπους που αναγκάζονται να φύγουν;

Να φύγουν! Βέβαια! Τι να κάνουν εδώ! Εκτός αν μπορούν να κάνουν κάτι εδώ, να φτιάξουν επιχείρηση, όπως κάνουνε και πολλοί. Δεν σταματάνε. Κι αυτό είναι ευοίωνο.

Το δυσοίωνο είναι ότι έχουμε κακή κυβέρνηση. Αλλά και πότε δεν είχαμε. Ολες τις εποχές είχαμε κακές κυβερνήσεις. Εδώ, βέβαια, ελπίσαμε διότι ήταν μια εποχή που είχα σχέση με το Θεμέλιο, εκεί ήταν άνθρωποι πολιτισμένοι και πιστεύαμε ότι όλοι είναι έτσι. Αλλά καθόλου δεν ήταν, γιατί ήταν και πολλά πελεκούδια, άξεστοι, οι οποίοι είχανε κάνει δουλειές και πλούτισαν και στην επιφάνεια έκαναν τους αριστερούς. Ε, και αυτοί βγήκαν στην επιφάνεια τώρα και αποκτήσανε όλοι έδρες υπουργικές, τι να πει κανείς, είναι η κακιά πλευρά αυτή. Ας αφήσουμε πια την γραφειοκρατία, η οποία θριαμβεύει στο να μας κυνηγάει. Αυτά είναι, δυστυχώς.

- Να πούμε κάτι και για το διαδίκτυο, που έχει μεταφερθεί η ζωή μας όλη εκεί;

Έχουμε την παντοδυναμία του διαδικτύου, έχουμε την εξάρτηση του διαδικτύου.

- Επανάσταση ή μοναξιά το διαδίκτυο;

Και τα δυο. Υπάρχει και μεγάλη σαβούρα, την οποία δεν μπορείς να την ξεφορτωθείς. Όπως είπε και ο Έκο, έγινε επιδρομή ηλιθίων βαρβάρων εκεί. Αλλά αυτά δεν μπορούμε να τα αποφύγουμε.

*Αναδημοσίευση από τον «Φιλελεύθερο», της Δευτέρας 5 Φεβρουαρίου, αρ. φύλλου 52