Σε λίγα εικοσιτετράωρα το 2018 εκπνέει και οι τράπεζες βρίσκονται σε αναβρασμό, καθώς καταρτίζουν το business plan της χρονιάς που έρχεται, σε ένα οικονομικό περιβάλλον που παραμένει ρευστό. Τα κόκκινα δάνεια, ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η εισροή ξένων επενδυτικών κεφαλαίων, αλλά και η επιστροφή καταθέσεων τίθενται επί τάπητος από τις διοικήσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, οι οποίες εργάζονται πυρετωδώς προκειμένου ο τραπεζικός κλάδος να προετοιμαστεί κατάλληλα για την επόμενη μέρα.
Σε μια συνέντευξη εφ'' όλης της ύλης, ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, ανοίγει τα χαρτιά του στον «Φ», μιλά για τα σχέδια της κεντρικής τράπεζας της χώρας, ενώ παράλληλα κάνει τον προσωπικό του απολογισμό και απαντά σε όσους επικρίνουν εκείνον και τη σύζυγό του.
Ο ισχυρός άνδρας της ΤτΕ εκτιμά ότι σε έναν χρόνο η ελληνική οικονομία θα έχει επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα και θεωρεί πως, εάν δεν συντελεστούν συνταρακτικές αλλαγές στο παγκόσμιο οικονομικό σκηνικό, το 2019 θα είναι έτος καμπής για τον τραπεζικό κλάδο. Μεταξύ άλλων, αποκαλύπτει πως εντός του 2019 η ΤτΕ θα προχωρήσει στη δημιουργία ενός κόμβου καινοτομίας για την ανάπτυξη νεοφυών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο κομμάτι του FinTech.
Συνέντευξη στην Μαρία Ακριβού
- Το μείζον ζήτημα για τις τράπεζες και την οικονομία είναι αναμφίβολα η αντιμετώπιση του φαινομένου των κόκκινων δανείων. Όλα δείχνουν ότι μέσα στο 2019 κάτι θα γίνει για να «ξεφορτωθούν» τα NPEs ταχύτερα από το πλάνο του SSM. Μπορούν τα σχέδια της ΤτΕ και του ΤΧΣ να εφαρμοστούν παράλληλα και πόσο κοντά είμαστε σε μία οριστική λύση;
Πράγματι, υπάρχουν αυτά τα δύο σχέδια, τα οποία τώρα το ΥΠΟΙΚ τα αξιολογεί με τον σύμβουλό του, τη J.P. Morgan. Το βασικό είναι ότι θα πρέπει τα συγκεκριμένα σχέδια -είτε μόνο το ένα, εφόσον θα πρέπει το υπουργείο να επιλέξει, είτε και ο συνδυασμός των δύο- να τα συζητήσει με τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καταλήγοντας στην έγκριση ενός σχεδίου. Η ΤτΕ με την πρόταση αυτή τάραξε σίγουρα τα νερά. Πλέον συνειδητοποίησαν ότι η Ελλάδα δικαιούται να χρησιμοποιήσει μια συστημική λύση, όπως έκαναν και άλλες χώρες-μέλη.
- Πιστεύετε ότι το 2019 θα είναι έτος καμπής για τον τραπεζικό κλάδο, τόσο σε επίπεδο επιστροφής καταθέσεων όσο και σε επίπεδο χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας;
Προβλέπουμε ότι η οικονομική ανάπτυξη θα ξεπεράσει το 2%. Ενδεχομένως να είναι πράγματι έτος καμπής για τον τραπεζικό κλάδο. Βεβαίως, υπάρχουν πολλές προϋποθέσεις. Πολλά θα εξαρτηθούν τόσο από τις διεθνείς όσο και από τις εγχώριες συνθήκες. Τις διεθνείς συνθήκες δεν μπορούμε να τις επηρεάσουμε. Απλώς ευελπιστούμε για το καλύτερο.
Τα αρνητικά σημάδια προέρχονται από την αύξηση των επιτοκίων, πιθανόν από μια διόρθωση των χρηματιστηριακών δεικτών στην Αμερική, η οποία έχει ξεκινήσει εδώ και αρκετές εβδομάδες. Την ίδια ώρα, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη παραμέτρους όπως ο προστατευτισμός, αλλά και το Brexit στην Ευρώπη, αν είναι άναρχο και μη συμφωνημένο, καθώς και τα προβλήματα της Ιταλίας. Αυτοί είναι ορισμένοι παράγοντες, που ίσως μετρήσουν αρνητικά και για τις εξελίξεις στην Ελλάδα.
Από την πλευρά μας θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, επειδή ακριβώς δεν θα είναι ανέφελο το διεθνές περιβάλλον, εστιάζοντας σε τρία πράγματα: Καμία ανάκληση συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων και πολιτικών, το αντίθετο μάλιστα: επιτάχυνση μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων που απομένουν να γίνουν, συνέχιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και, τέλος, πιο φιλικές συνθήκες για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις.
- Βγήκαμε από τα μνημόνια, όμως η οικονομία δεν πείθει. Μπορείτε να πείτε ότι πλησιάζουμε στην έξοδο από την κρίση; Υπάρχει, με άλλα λόγια, αισιόδοξο μήνυμα για τους Έλληνες πολίτες, ύστερα από οκτώ καταστροφικά χρόνια ύφεσης και κατάρρευσης των εισοδημάτων;
Η οικονομία αναπτύσσεται ικανοποιητικά. Έχουμε φτάσει στο 9μηνο του 2018 στο 2,1%. Έχουν διορθωθεί οι πολύ μεγάλες ανισορροπίες που υπήρχαν κατά το παρελθόν από την αρχή της κρίσης. Για παράδειγμα, τα δίδυμα ελλείμματα, αυτό του δημόσιου τομέα και εκείνου του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών, έχουν εξαλειφθεί, έχει βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα σε όρους κόστους εργασίας και λιγότερο σε όρους τιμών και ακόμα λιγότερο η λεγόμενη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα.
Τα επιτόκια όμως παραμένουν σε αρκετά υψηλά επίπεδα. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ιταλική κρίση που μας έχει επηρεάσει, αλλά και σε ορισμένες αμφιβολίες που εκφράζονται για το κατά πόσο η Ελλάδα θα τηρήσει τις πολιτικές που έχουν συμφωνηθεί με τους εταίρους της. Είναι αναγκαίο να πείσουμε τις διεθνείς αγορές ότι θα τηρηθούν αυτές οι πολιτικές για να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών.
Να διευκρινίσω ότι στην ανάκληση μεταρρυθμίσεων συμπεριλαμβάνω και εκείνες τις τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις που ακυρώνουν προηγούμενες αποφάσεις οικονομικής πολιτικής. Αυτός είναι ενδεχομένως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη δημοσιονομική ισορροπία και τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους.
- Τι ρόλο θα παίξει σε όλο αυτό η διεξαγωγή εκλογών;
Η γνώμη μου είναι ότι δεν πρέπει να εμπλακεί η οικονομία με αρνητικό τρόπο στην προεκλογική περίοδο. Δηλαδή, δεν πρέπει να δοθούν υποσχέσεις στους ψηφοφόρους που διαταράσσουν τη δημοσιονομική ισορροπία. Η παλαιότερη εμπειρία είναι διδακτική, ιδιαίτερα τώρα που περάσαμε μια μεγάλη κρίση.
- Πόσο απέχουμε ως επενδυτικός προορισμός από τα ραντάρ μεγάλων μακροπρόθεσμων κεφαλαίων; Μπορείτε να κάνετε μια εκτίμηση για το πότε η Ελλάδα θα επανέλθει σε «επενδυτική βαθμίδα», εξέλιξη που αυτομάτως θα «ξεκλειδώσει» σημαντικές εισροές ξένων κεφαλαίων;
Το γεγονός ότι δεν είμαστε ακόμα σε επενδυτική βαθμίδα εξηγεί γιατί απέχουμε από τα ραντάρ μεγάλων μακροπρόθεσμων κεφαλαίων. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, ίσως σε έναν χρόνο από τώρα, εάν οι εξελίξεις είναι ομαλές, εκτιμώ ότι θα έχουμε επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα. Υπάρχει μεγάλη ρευστότητα στην παγκόσμια οικονομία. Το θέμα είναι να ικανοποιείς τις προδιαγραφές για να προσελκύσεις επενδύσεις στη χώρα σου. Τα κεφάλαια θα βρουν τον τρόπο να έρθουν στην Ελλάδα, αρκεί οι συνθήκες να είναι κατάλληλες. Γιατί αυτό που μετράει περισσότερο είναι να έρθουν μακροπρόθεσμου και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα επενδύσεις.
- Πώς βλέπετε το μέλλον των τραπεζών στην εποχή του ψηφιακού μετασχηματισμού;
Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια φάση που πρέπει να επενδύσει σημαντικά ποσά για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των τραπεζών. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που επιμένουμε ότι οι τράπεζες πρέπει να απαλλαγούν από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ώστε να μπορούν να κοιτάξουν το μέλλον χωρίς να είναι προσκολλημένες στο παρελθόν. Οι μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος για τις τράπεζες έχουν να κάνουν με τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, τον εντοπισμό νέων προσοδοφόρων πεδίων για επέκταση της δραστηριότητάς τους σε νέες επιχειρήσεις και startups, και με την υλοποίηση επενδύσεων κυρίως στον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Η τράπεζα του μέλλοντος θα λειτουργεί με πολύ περισσότερη τεχνολογία σε σχέση με σήμερα. Στην Ευρώπη υπάρχει μια χρονική καθυστέρηση. Θεωρώ, ωστόσο, ότι θα προχωρήσουν τα πράγματα με ταχύτερους ρυθμούς λόγω του ανταγωνισμού και της πίεσης που δημιουργείται από τις μεγάλες TechFin εταιρείες.
- Είναι ικανοποιητικό το επίπεδο των ελληνικών startups που δραστηριοποιούνται στο FinTech;
Οι TechFin εταιρείες μπορούν να βοηθήσουν στη βελτίωση του τρόπου λειτουργίας των τραπεζών και των προσφερόμενων υπηρεσιών τους. Υπάρχουν προγράμματα, όπως το EquityFund, που στηρίζουν τη νεοφυή επιχειρηματικότητα, αλλά η αλήθεια είναι πως στην Ελλάδα δεν υπάρχουν αρκετές τέτοιες εταιρείες, ενώ δίνουν μεγαλύτερη έμφαση σε τομείς όπως ο τουρισμός και οι μεταφορές.
Η ΤτΕ προσανατολίζεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στρέφεται στη δημιουργία ενός κόμβου καινοτομίας μέσα στο 2019, κατά τα πρότυπα άλλων κεντρικών τραπεζών. Η διαφορά μας από άλλα προγράμματα που τρέχουν εμπορικές τράπεζες είναι ότι η κεντρική τράπεζα είναι υπεύθυνη για να απαντήσει σε ερωτήσεις που έχουν σχέση με τους κανονισμούς, τις ρυθμίσεις που απαιτούνται, αλλά και τις αδειοδοτήσεις.
- Ζήσατε την ελληνική κρίση από δύο πολύ νευραλγικά πόστα, ενώ έχετε δεχθεί και αλλεπάλληλες επιθέσεις τόσο μέσω της συζύγου σας όσο και προσωπικά. Πώς αντιμετωπίζετε την πίεση;
Τις ανοίκειες αυτές επιθέσεις, που παραπέμπουν σε άλλες εποχές, τις αντιμετωπίζω σεβόμενος τον θεσμικό μου ρόλο. Οι επιθέσεις δεν μας αγγίζουν, διότι και εγώ και η σύζυγός μου δεν έχουμε σκελετούς στην ντουλάπα. Ισως κανείς άλλος δεν έχει ερευνηθεί όσο εμείς οι δύο τα τελευταία χρόνια από πλείστες όσες κρατικές υπηρεσίες και δεν έχει βρεθεί απολύτως τίποτα. Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτε και κανέναν. Τα εισοδήματά μας είναι πεντακάθαρα, δηλωμένα στο «πόθεν έσχες» εδώ και χρόνια.
Θέλω εδώ να εξάρω την προσωπικότητα της συζύγου μου που υφίσταται όσα υφίσταται και τα αντιμετωπίζει με σθένος και αντοχή, απλώς και μόνο γιατί είναι σύζυγός μου. Αυτό είναι άδικο και θα το πολεμήσουμε με όσα νόμιμα μέσα έχουμε στη διάθεσή μας. Και είναι βέβαια αυτονόητο ότι θα συνεχίσω να επιτελώ ανεπηρέαστος τα καθήκοντά μου, χωρίς φόβο, να επιδιώκω τον συνεχή εκσυγχρονισμό του τραπεζικού συστήματος και την αμερόληπτη και αντικειμενική ενημέρωση της κοινής γνώμης.
- Τον Ιούνιο του 2020 ολοκληρώνεται η θητεία σας στην Τράπεζα της Ελλάδος. Τι θα θέλατε να αφήσετε ως παρακαταθήκη και ποιο θα μπορούσε να είναι το επόμενο βήμα σας;
Ως παρακαταθήκη θα ήθελα να αφήσω ένα πιο εύρωστο τραπεζικό σύστημα. Ελπίζω ότι συνέβαλα και εγώ κατά τη διάρκεια της κρίσης στο να διασωθούν οι καταθέσεις των πολιτών. Συμβάλλαμε ως ΤτΕ σημαντικά στην αναδιάρθρωση και την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, όπως επίσης σε μια νηφάλια και αντικειμενική ενημέρωση της κοινής γνώμης μέσω των εκθέσεών μας. Προσφέραμε επίσης συμβουλές στην πολιτεία στο τι πρέπει να πράξει σε ζητήματα που μας αφορούν. Είναι πολύ νωρίς ακόμα να σκεφτώ το επόμενο βήμα, τη στιγμή που έχω ενάμιση χρόνο για να τελειώσω τη θητεία μου.
- Κάνοντας τον απολογισμό σας, ποια θα λέγετε ότι ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που κληθήκατε να αντιμετωπίσετε όλο αυτό το χρονικό διάστημα; Τι διδαχθήκατε;
Από το 2012, οπότε ανέλαβα το υπουργείο Οικονομικών, μέχρι σήμερα νομίζω ότι μόνο προκλήσεις αντιμετωπίζω! Δεν θα είχε νόημα να τις κατατάξω, όμως τα έξι αυτά χρόνια, δεν σας κρύβω ότι ήταν πολύ γεμάτα από προκλήσεις. Αυτά που κυρίως αποκόμισα είναι η αξία της ορθολογικής αντιμετώπισης των καταστάσεων, η θέσπιση προτεραιοτήτων, η στοχοθεσία, η επιμονή στην επίτευξη των στόχων. Επίσης, το να είμαι ανοιχτός στην κριτική, να ακούω διαφορετικές απόψεις και να μπορώ να αντιδρώ σε απρόβλεπτα γεγονότα.
* Αναδημοσίευση από τον «Φιλελεύθερο» της 28ης Δεκεμβρίου 2018