Toυ Λέανδρου Ρακιντζή
Η αναθεώρηση του Συντάγματος ,που προβλέπεται από το άρθρο 110, αποτελεί την πλέον σοβαρή πολιτειακή πράξη. Πρέπει όμως, να ασκείται με φειδώ για ζητήματα που απαιτούν αλλαγή και προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Ειδικά για όσες διαμορφώθηκαν μετά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος και δεν επιδέχονται ρύθμιση με κοινό νόμο.
Απαιτείται όμως να επιδεικνύεται ιδιαίτερα προσοχή στις διατάξεις, που αναθεωρούνται, γιατί μια ατυχής ρύθμιση, που γίνεται για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, δεν μπορεί να επανορθωθεί παρά μόνο με την αυτή διαδικασία και μετά χρονικό διάστημα πλέον των 10 ετών.
Τέτοια διάταξη είναι η καθιέρωση ως πάγιο εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής, οπότε οδηγούμεθα στην ιταλοποίηση της πολιτικής ζωής, χωρίς η χώρα μας να έχει τις προϋποθέσεις της γείτονας χώρας, που της εξασφαλίζουν σταθερότητα . Εκείνο επίσης, που πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους είναι ότι η συνταγματική αναθεώρηση δεν μπορεί να αποτελέσει πολιτικό εργαλείο για να πετύχει ένα κόμμα πολιτικά οφέλη. Ούτε να παίζονται με αυτή πολιτικά παιχνίδια, γιατί οι καταστάσεις αλλάζουν γρήγορα και απρόβλεπτα.
Φυσικά λόγω των υπαρχουσών στη Βουλή πολιτικών ισορροπιών κάποια άρθρα θα περάσουν την πρώτη φάση της αναθεωρήσεως με 180 ψήφους και κάποια με 150 και ίσως κάποια δεν θα υπερψηφιστούν. Καλό λοιπόν θα ήταν να υπάρξουν ευρείες συναινέσεις με αμοιβαίες υποχωρήσεις ,όπου υπάρχει κοινός τόπος. Τέτοιο ζήτημα πιστεύω πρέπει να είναι η επιλογή της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων. Δεν νομίζω, ότι αυτή η συνταγματική αναθεώρηση θα προφθάσει να ολοκληρωθεί , γιατί άρχισε αργά εντός μιας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου και με επικείμενους εξωτερικούς κινδύνους και δηλώσεις ανατροπής της κυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση ας εξετάσουμε κάποιες από τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ:
Δεν μπορώ να αντιληφθώ την έννοια της θρησκευτικής ουδετερότητας τη στιγμή που το 95% του ελληνικού λαού είναι χριστιανοί ορθόδοξοι, που μπορεί να μην είναι φανατικά εκκλησιαζόμενοι, αλλά όταν αμφισβητείται η θρησκευτική τους πίστη θα συσπειρωθούν και θα αντιδράσουν με κίνδυνο κοινωνικών αναταραχών. Για ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού η θρησκεία έχει ταυτισθεί με την έννοια του έθνους. Και στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς πρέπει να διαφυλάξομε τις έννοιες αυτές. Ούτως ή άλλως, για θρησκευτικά ή εθνικά ζητήματα πρέπει να επιζητείται η μεγίστη δυνατή πολιτική συναίνεση και να μη αποτελέσουν αντικείμενο πολιτικής αντιπαλότητας με πλειοδοσίες.
Στη χώρα μας, μολονότι προβλέπεται ρητά από το Σύνταγμα η διάκριση των εξουσιών, στη πράξη δεν λειτουργεί με αποτέλεσμα τα πάντα να ρυθμίζονται από τον πρωθυπουργό με την επιλογή των υπουργών, τη νομοθετική εξουσία με τη ψήφιση μόνο των κυβερνητικών νομοθετικών προτάσεων και τη δικαιοσύνη με την επιλογή της ηγεσίας των δικαστηρίων από τη κυβέρνηση. Στην ουσία έχομε ενός ανδρός αρχή.
Το σύμπλεγμα αυτό μπορεί να λυθεί μόνο με τη καθιέρωση του μονοεδρικού συστήματος και ενός αριθμού βουλευτών επικρατείας και κυρίως με τη θέσπιση του ασυμβιβάστου μεταξύ της ιδιότητας του υπουργού και βουλευτού. Με τον τρόπο αυτό θα χρησιμοποιηθούν σε κυβερνητικές θέσεις αξιόλογα άτομα από την ελεύθερη αγορά και όχι κομματικά, οι δε βουλευτές θα ψηφίζουν κατά συνείδηση και να μην αποβλέπουν στην υπουργοποίησή τους.
Αντ' αυτού, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ως πρωθυπουργός να αναλαμβάνει μόνο μέλος της Βουλής, καταργώντας τους υπηρεσιακούς πρωθυπουργούς , που κάποιοι στο παρελθόν προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες και εχέγγυα αμεροληψίας. Η στασιμότητα [επιεικώς] της πολιτικής ζωής οφείλεται στο ότι αξιόλογα και καταξιωμένα επαγγελματικά πρόσωπα δεν ασχολούνται με τη πολιτική για πολλούς λόγους, με κυριότερο ,ότι δεν έχουν την αναγνωρισιμότητα για να ψηφιστούν, αλλά εκ του ότι τα πάντα ρυθμίζονται από τα πολιτικά κόμματα και μόνο μέσω αυτών αναδεικνύεται κάποιος πολιτικά.
Μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος του 1985 περιορίστηκαν οι ρυθμιστικές αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Το Σύνταγμα προβλέπει, ότι εάν με την τρίτη ψηφοφορία δεν εκλεγεί πρόεδρος η Βουλή διαλύεται και προκηρύσσονται εκλογές. Η ratio της διάταξης αυτής πρέπει να αναζητηθεί στην αιτιολογική έκθεση του Συντάγματος του 1975 λόγω των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του ΠτΔ, που εάν θεσπισθεί να εκλέγεται απ'ευθείας από το λαό κανονικά πρέπει να του αποδοθούν.
Πάντως το προτεινόμενο σύστημα των έξη μηνιαίων ψηφοφοριών είναι ποδοσφαιρικής εμπνεύσεως από τα play off. Προσωπικά πιστεύω, ότι η διάταξη αυτή πρέπει να διατηρηθεί, γιατί εφαρμόζεται σπάνια, όταν υπάρχει δυσαρμονία μεταξύ εκλογικού σώματος και κυβερνήσεως. Όσο αφορά την αναθεώρηση του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών με τη κατάργηση της ειδικής παραγραφής και τη καθιέρωση της κοινής παραγραφής για τα αδικήματα των υπουργών έχει μικρή πρακτική αξία, όσο η έναρξη της διαδικασίας παραπομπής των υπουργών εναπόκειται στη κυβερνητική πλειοψηφία.
Μεγαλύτερη πρακτική και άμεση εφαρμογή θα είχε η μη προτεινομένη αναθεώρηση του άρθρου 62 για τη βουλευτική ασυλία, που κατά τη γνώμη μου πρέπει να εξαλειφθεί, γιατί αρκεί για τον βουλευτή η προστασία, που παρέχει το άρθρο 61. Επίσης πρέπει να αναθεωρηθεί το άρθρο 16 για να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, γιατί όπως έδειξε περίπτωση της Κύπρου η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων συνετέλεσε κατά πολύ στην οικονομική ανάπτυξη της και θα σταματήσει ο εκπατρισμός των νέων για σπουδές στο εξωτερικό.
Λέανδρος Τ. Ρακιντζής
Αρεοπαγίτης ε.τ.