Του Σάκη Μουμτζή
Προχθές στην Βουλή, ο Ε.Τσακαλώτος εξίσωσε το δικαίωμα στην εργασία με τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων και των κοινωνικών κινημάτων. Ως γνωστόν η ριζοσπαστική Αριστερά, είναι εχθρός του αποστεωμένου δογματικού μαρξισμού. Ετσι, έχει αποβάλλει την παραδοσιακή «εργατίτιδα» – δηλαδή τον πρωτοποριακό ρόλο του προλεταριάτου – και έχει αναδείξει τα διάφορα κινήματα κοινωνικής κριτικής (μετανάστες, οικολόγοι, ομοφυλόφιλοι,αντιρρησίες συνείδησης, κλπ), σε πρωταγωνιστές των αγώνων της ριζικής ανατροπής.
Βέβαια, η ιδεολογική και πολιτική ενοποίηση αυτών των κινημάτων γίνεται πάνω στην αντικαπιταλιστική βάση. Ετσι πορευόταν ο ΣΥΡΙΖΑ και έτσι συσπείρωνε έναν κόσμο που εκινείτο γύρω στο 4%. Οταν για τους γνωστούς λόγους σάλταρε σαν πειρατής στην εξουσία, ήταν λογικό να προσπαθήσει να αναδείξει τις αξίες αυτών των κοινωνικών κινημάτων.
Σε μια δημοκρατική κοινωνία, όπου οι κυβερνήσεις εκλέγονται με την ψήφο του λαού, νομιμοποιούνται να προσπαθήσουν να καταστήσουν ηγεμονικά τα προτάγματα τους. Εξίσου, βέβαια, δημοκρατικό και επιβεβλημένο – θα προσέθετα – είναι και το δικαίωμα όσων διαφωνούν με αυτά να προβάλλουν τις αντιρρήσεις τους και τις δικές τους θέσεις.
Ετσι παίζεται, στις δημοκρατικές κοινωνίες, το παιχνίδι των ιδεών. Μακριά από βλακώδεις αφορισμούς στους οποίους καταφεύγουν τα ποικιλόμορφα «περίπολα της ηθικής», αναμετρώνται θέσεις, απόψεις, προτάσεις. Αναμετρώνται ιδεολογίες.
Επί Α.Παπανδρέου ο απλός πολίτης έλαβε το μήνυμα πως μπορεί να περνά καλά δουλεύοντας ελάχιστα. Επί ΣΥΡΙΖΑ, έλαβε το μήνυμα πως η αριστεία είναι απαξία. Και οι δύο περιπτώσεις είναι η αποθέωση της ήσσονος προσπάθειας. Η κατάλυση του ανταγωνισμού και της επιβράβευσης. Γιατί όμως;
Ο ορισμός του λαϊκισμού είναι ο διαχωρισμός του αγνού λαού από τις διεφθαρμένες ελίτ. Ο λαός είναι ανεύθυνος και υπεύθυνες για ό,τι γίνεται είναι οι ελίτ. Πώς όμως διαμορφώνονται και συγκροτούνται οι ελίτ; Μα φυσικά με την προσπάθεια και την σκληρή δουλειά, μέσω του ανταγωνισμού, αναδεικνύονται οι καλύτεροι. Επιβραβεύονται οι άξιοι.
Και αυτήν την κατάσταση την έζησε η πατρίδα μας, όταν εκατοντάδες χιλιάδες φτωχά Ελληνόπουλα της δεκαετίας του 50 και του 60, με στερήσεις, με πολύ κόπο και ισχυρή θέληση, μορφώθηκαν και ξέφυγαν από την μιζέρια των πατεράδων τους. Αναδείχθηκαν, μέσω μιας δημοκρατικής εκπαίδευσης, που συνέβαλε τα μέγιστα, στο φαινόμενο της κοινωνικής διαπερατότητας. Δηλαδή στο φαινόμενο, παιδιά με την δουλειά τους, τον μόχθο τους και την μόρφωση τους να μεταπηδούν από μια χαμηλή κοινωνική τάξη, σε μια ανώτερη.
Μέσω της αριστείας αποτέλεσαν και αποτελούν την ελίτ της Ελληνικής κοινωνίας. Αυτή όμως η κατάσταση αντιστρατεύεται στα ιδεολογήματα της Αριστεράς που επιδιώκουν την εξίσωση προς τα κάτω και έχουν δαιμονοποιήσει τις ελίτ. Τους ξεχωριστούς. Ακόμα και αν στην Ελλάδα, αυτοί που διακρίθηκαν ξεκινώντας από το μηδέν, είναι εκατοντάδες χιλιάδες.
Εγραφα παλαιότερα ( 2/3/2016) πως η επιλογή του Καρανίκα για το πόστο του στρατηγικού σχεδιασμού, δεν ήταν απλώς μια εξυπηρέτηση. Ηταν κάτι πολύ παραπάνω. Ηταν η απόπειρα αντιστροφής των αξιών πάνω στις οποίες αναπτύχθηκε για τριάντα χρόνια η Ελλάδα. Οι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών αντικαταστάθηκαν από τον αριθμό των αφισοκολλήσεων.
Συνεπώς, μια φιλελεύθερη κυβέρνηση θα πρέπει να αποκαταστήσει τις αξίες με τις οποίες ανδρώθηκαν και μεγαλούργησαν χιλιάδες φτωχόπαιδα. Την αξιολόγηση και τον έλεγχο, την ιεραρχία, την πειθαρχία. Ομως για να γίνει αυτό σε μια κοινωνία του μπάχαλου και του χαβαλέ, χρειάζεται πολλή δουλειά.