Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη: «Αμμόχωστος για μένα είναι ένα μεγάλο βάζο από γλυκό καϊσί»

Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη: «Αμμόχωστος για μένα είναι ένα μεγάλο βάζο από γλυκό καϊσί»

«Δεκαπέντε χρόνια στην Αμμόχωστο, είκοσι ένα στην Αθήνα, είκοσι τέσσερα χρόνια τώρα στην Πράγα. Θυμάμαι πως, μόλις έκλεισα τα πρώτα δεκαπέντε χρόνια στην Αθήνα, έβαλα τα κλάματα, κι ας ήμουν τότε κοτζάμ γυναίκα. Σ’ εκείνα τα γενέθλια, η προσωρινότητά μας μακριά από τη γενέθλια πόλη πνίγηκε σε μια θάλασσα που δεν ήταν η δική μας. Τώρα πια, μπορώ να πω πως ανακαλύπτω κάτι από τον εαυτό μου όπου κι αν κοιτάξω. Κι έτσι, μια εικόνα, μια στιγμή, είναι ικανή να μου δώσει το ερέθισμα να φτιάξω μια ιστορία που θα μπορούσε να διαδραματιστεί σε δεκάδες διαφορετικά μέρη. Γιατί, τελικά, ο άνθρωπος είναι παντού ίδιος και όλοι μας, είμαστε πολίτες του κόσμου.»

Αναγνωρίζει σήμερα η συγγραφέας Βίβιαν Αβρααμίδου- Πλούμπη η οποία, με αφορμή το καινούργιο βιβλίο της με διηγήματα «Αυτό φταίει» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι, επιστρέφει στην Κύπρο και στην Αθήνα.

Πονώντας πάντα στη θέα του απρόσιτου πατρικού της με ζωντανό ακόμα το γιασσεμί στην απρόσιτη Αμμόχωστο:

«Παρά τα 47 χρόνια των δήθεν προσπαθειών για να βρεθεί μια λύση στο Κυπριακό, η επανένωση του νησιού φαίνεται πια να απομακρύνεται οριστικά. Μαζί, χάνεται και η πόλη μου, η Αμμόχωστος. Η μόνη περιοχή στα κατεχόμενα που δεν είχε εποικηθεί και που γι’ αυτό ελπίζαμε πως κάποια στιγμή θα επιστρέφαμε. Τώρα πια, η οριστικοποίηση μιας διχοτόμησης πονάει πολύ περισσότερο από την ίδια την προσφυγιά», θα μας πει στο Liberal.gr σε μια συνέντευξη εφ όλης της ύλης. Για τη ζωή της, τη λογοτεχνία, το ταξίδι, την αλησμόνητη αλύτρωτη γενέθλια πόλη. «Αμμόχωστος για μένα είναι ένα μεγάλο βάζο από γλυκό καϊσί», θα μας πει.

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα

- «Αυτό φταίει», Ποιο φταίει, κυρία Αβρααμίδου – Πλούμπη;

Αν ρωτήσουμε τη Μάρθα, την κόρη του κυρ-Αντώνη στο ομώνυμο διήγημά μου, θα μας πει πως φταίει ο κορονοϊός. Αν ρωτήσουμε τον ίδιο τον κυρ- Αντώνη, θα μας πει πως για όλα φταίει ο ακαμάτης ο γαμπρός του. Άλλοι, όμως, λένε πως φταίνε οι Κινέζοι που πήραν τα πάνω τους, ή πως φταίει η Κυβέρνηση που δεν στελεχώθηκε από το κόμμα που υποστηρίζουν. Άκουσα ακόμα πως φταίει ο σκύλος του γείτονα που, περιορισμένος στα τρία μέτρα τού απέναντι μπαλκονιού, μας έχει πάρει τ’ αφτιά. Τι να σας πω εγώ; Το σίγουρο είναι πως, τώρα, έτσι όπως καθόμαστε με την παρέα μου μπροστά στον τεράστιο καθρέφτη στη μεγάλη καφετέρια, οι μόνοι που δεν φταίνε, είμαστε εμείς.

- Μοιρασμένη σε τρεις πατρίδες, γεννηθήκατε στην Αμμόχωστο, σπουδάσατε στην Αθήνα, ζείτε στην Πράγα. Στα νεοεκδοθέντα διηγήματά σας ποια πατρίδα περισσότερο συναντάει κανείς αναγνωστικά;

Δεκαπέντε χρόνια στην Αμμόχωστο, είκοσι ένα στην Αθήνα, είκοσι τέσσερα χρόνια τώρα στην Πράγα. Θυμάμαι πως, μόλις έκλεισα τα πρώτα δεκαπέντε χρόνια στην Αθήνα, έβαλα τα κλάματα, κι ας ήμουν τότε κοτζάμ γυναίκα. Σ’ εκείνα τα γενέθλια, η προσωρινότητά μας μακριά από τη γενέθλια πόλη πνίγηκε σε μια θάλασσα που δεν ήταν η δική μας. Τώρα πια, μπορώ να πω πως ανακαλύπτω κάτι από τον εαυτό μου όπου κι αν κοιτάξω. Κι έτσι, μια εικόνα, μια στιγμή, είναι ικανή να μου δώσει το ερέθισμα να φτιάξω μια ιστορία που θα μπορούσε να διαδραματιστεί σε δεκάδες διαφορετικά μέρη. Γιατί, τελικά, ο άνθρωπος είναι παντού ίδιος και όλοι μας, είμαστε πολίτες του κόσμου. Κι εγώ γράφω για όλους εμάς.

- Τις οποίες και θα επισκεφθείτε μαζί του πια, το φετινό Καλοκαίρι. Τα ίδια διηγήματα, το ένα κι αυτό βιβλίο σε διαφορετικό τόπο, λειτουργεί και διαφορετικά;

Όπως μια φωτογραφία λέει τη δική της ξεχωριστή ιστορία στο θεατή, έτσι και οι ιστορίες ευαισθητοποιούν διαφορετικά ερεθίσματα, πλάθουν διαφορετικές εικόνες για τον κάθε αναγνώστη. Οι αναγνώστες κάνουν το βιβλίο. Πίσω από κάθε διήγημά μου είναι πάντα κρυμμένα τα δικά τους βιώματα, οι δικές τους σκέψεις και ευαισθησίες. Κρύβεται μια δική τους ιστορία· μοναδική όπως είναι ο καθένας μας.

- Διαβάσαμε στο προφίλ σας στο fb συγκλονιστικά ποστ. Η διχοτόμηση της Κύπρου ακόμα πονάει; Όσο μακριά κι αν πάει κανείς πονάει; Βρίσκετε ότι θα είναι κάτι που πάντα θα πονά και έχει σημαδέψει και τη δική σας γενιά;

Παρά τα 47 χρόνια των δήθεν προσπαθειών για να βρεθεί μια λύση στο Κυπριακό, η επανένωση του νησιού φαίνεται πια να απομακρύνεται οριστικά. Μαζί, χάνεται και η πόλη μου, η Αμμόχωστος. Η μόνη περιοχή στα κατεχόμενα που δεν είχε εποικηθεί και που γι’ αυτό ελπίζαμε πως κάποια στιγμή θα επιστρέφαμε.

Τώρα πια, η οριστικοποίηση μιας διχοτόμησης πονάει πολύ περισσότερο από την ίδια την προσφυγιά. Η άρνηση να αφήσουμε πίσω τα πάθη και τα μίση για να ζήσουν οι κοινότητες μαζί στον τόπο που μας γέννησε, είναι μια πληγή και μια ντροπή συγχρόνως, από την οποία δεν θα καταφέρω να απαλλαγώ ποτέ. Όχι. Αυτό που πονάει πιο πολύ από όλα, δεν είναι ούτε η απόσταση, ούτε η απώλεια. Είναι η αδυναμία να δούμε την ομορφιά του να είσαι άνθρωπος. Αυτό το έγκλημα θα συντελεστεί κατά τη διάρκεια της δικής μου γενιάς. Αυτό πονάει. Γι’ αυτό ντρέπομαι.

- Το πρώτο σας μυθιστόρημα, με τίτλο "Όταν θα πέσουν τα μαύρα", εκδόθηκε το 2004 στην Κύπρο (εκδόσεις Επιφανίου) και βραβεύτηκε με το Α΄ Κρατικό βραβείο της Κυπριακής Δημοκρατίας και μεταφράστηκε στην τσέχικη γλώσσα από τις εκδόσεις Baronet. Η Κύπρος συνεχίζει να βρίσκεται σε όλα σας τα βιβλία;

Με το πρώτο μου βιβλίο (το οποίο, παρεμπιπτόντως, κυκλοφόρησε και στα Ρουμάνικα από τις εκδόσεις Omonia) είχα σαν κύριο στόχο να μιλήσω για την Αμμόχωστο και την Κύπρο της εποχής λίγο πριν την εισβολή. Ήθελα να καταθέσω τις αναμνήσεις μου πριν τις σβήσει ο χρόνος. Μού βγήκε πιο εύκολο μέσα από μια φανταστική ιστορία, κι ας μην είχα γράψει άλλο λογοτεχνικό έργο πριν από αυτό.

Στα βιβλία που ακολούθησαν οι ιστορίες ποικίλουν. Έχουν κάτι από τον κόσμο μας, κάτι από τα πάθη μας, τις αδυναμίες μας, τις κρυφές μας επιθυμίες. Τώρα, αν που και που έχουν κάτι από τις αναμνήσεις μου, κάτι από τη ζωή μου και τους έρωτές μου, πιστέψτε με, είναι τυχαίο. Κι αν ακόμα μερικές φορές γίνονται αναφορές στον γενέθλιο τόπο μου, ε, πως να το κάνουμε; Οι μεγάλες αγάπες ποτέ δεν κρύβονται.

- Τι σημαίνει ο Τόπος και ο Χρόνος για τα βιβλία σας, ο Τόπος κι ο Χρόνος για τη ζωή σας; Το ότι η Αμμόχωστος εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται μια πόλη – Φάντασμα, στην εποχή μας βέβαια αλλάζουν σύνορα, γινόμαστε πολίτες του κόσμου, η γενέθλια γη δεν γίνεται παρά να ζει στην καρδιά μας, κάνει κάθε επιστροφή στην Κύπρο ακόμα πιο δύσκολη;

Χρόνος σημαίνει ταξίδι κι εγώ λατρεύω τα ταξίδια. Η λογοτεχνία μάς επιτρέπει ν’ ανοίξουμε τα φτερά μας στη διάσταση του χωροχρόνου και να βρεθούμε σε άλλες, πολύ διαφορετικές σφαίρες. Δεν θα μπορούσα να παραιτηθώ από έναν τόσο υπέροχο πειρασμό.

Γενέθλιος τόπος σημαίνει αναμνήσεις από τα πιο τρυφερά και άδολα χρόνια μας. Αναμνήσεις των πρώτων παραστάσεων και εμπειριών, την εποχή που όλα φαίνονται εύκολα. Σημαίνει φιλίες χτισμένες σε σίγουρα θεμέλια, που διαρκούν για πάντα. Για όποιο θέμα κι αν γράφω, η σκέψη μου, ασυναίσθητα, περνάει μέσα από την ψυχή μου. Και χρωματίζεται κι αρωματίζεται και θυμίζει έναν απέραντο ήλιο που βγαίνει μέσα από τη θάλασσα της Ανατολής. Κι ας μιλάω για άλλα.

- Απ’ την Αμμόχωστο τι έχει κρατήσει για πάντα στη ψυχή σας;

Την αθωότητα κι ό,τι την χρωματίζει. Το γιασεμί που αγκαλιάζει μέχρι σήμερα το κουφάρι του κατεχόμενου σπιτιού μου, το χαρχάλεμα του κύματος όταν αποτραβιέται από την χρυσή μας αμμουδιά, την ίδια την άμμο έτσι όπως γλιστράει και φεύγει ανάμεσα στα δάχτυλα, τον ήχο των μπουρούδων στα καράβια την στιγμή της αλλαγής του χρόνου, τις πήλινες στάμνες γεμάτες με κρύο νερό που πέφτουν και σκάνε στον δρόμο μαζί με τις ευχές για «να πάει το πάσα κακό», το καλόκαρδο, το ευτυχισμένο γέλιο της γιαγιάς Θεοδώρας. Αμμόχωστος για μένα είναι ένα μεγάλο βάζο από γλυκό καϊσί (ποικιλία βερίκοκων).

- Και τώρα καθαρά στα περί της γραφής: Κυρία Αβρααμίδου- Πλούμπη υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;

Γράφω όπου νιώσω όμορφα, όπου η σκέψη μου και η φαντασία μου βρουν εύφορο έδαφος για να ανθίσουν. Γράφω όποια μέρα και ώρα της ημέρας νιώσω ελεύθερη από υποχρεώσεις. Γράφω όποτε νιώσω πως έχω κάτι να μοιραστώ.

- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;

Με κουράζουν οι κανόνες. Βρίσκω πολύ βαρετό το να βάζω σε πλαίσια μια ιστορία. Χάνει τη μαγεία της η συγγραφή, παύει να είναι ταξίδι. Τα βιβλία μου χτίζονται πάντα εικόνα την εικόνα. Ακόμα κι αν ξέρω πού θέλω να καταλήξω -όπως στην περίπτωση ενός ιστορικού μυθιστορήματος- πλάθω παράλληλες διαδρομές για τους φανταστικούς ήρωές μου για να κάνω μαζί τους ένα ιδιαίτερο, ένα εξερευνητικό ταξίδι. Αγαπώ το άγνωστο, την έκπληξη, το αναπάντεχο.

- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;

Το 2013 μια καλή φίλη δημοσιογράφος, μού είχε στείλει μια ενδιαφέρουσα είδηση που αναφερόταν στην απόφαση τής κυβέρνησης των νήσων Σαμόα, να δρασκελήσουν τη διεθνή γραμμή ημερομηνίας και άρα, εκ των πραγμάτων, να χάσουν μια ολόκληρη μέρα, προκειμένου να ταιριάξουν το ημερολόγιό τους με εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών, με τις οποίες οι εμπορικές σχέσεις φαίνονταν να είναι περισσότερο υποσχόμενες.

Αναλογιζόμενη πώς θα μπορούσε αυτή η χαμένη μέρα να επηρεάσει τους πολίτες μιας χώρας, δημιούργησα στο μυαλό μου μια ιστορία για μια άλλη, φανταστική χώρα την οποία κυβερνούσε ένας δικτάτορας.

Άρχισα, λοιπόν, να γράφω κάποια αυτοτελή κείμενα με ήρωες τους πολίτες της χώρας, όπου η μια ιστορία δένει με κάποιο τρόπο με την επόμενη σαν κρίκοι μιας αλυσίδας. Οι ιστορίες τους θα συνταιριάξουν στο μυθιστόρημα μόνο στο κρεσέντο της ιστορίας, όπου οι άσχετοι μεταξύ τους χαρακτήρες θα εξεγερθούν έναντι ενός ελλιπούς σχεδιασμού αλλαγής της θέσης της χώρας ως προς την γραμμή ημερομηνίας, με αποτέλεσμα την ίδια την ανατροπή του καθεστώτος.

- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;

Ε, λοιπόν, φαίνεται πως υπάρχουν. Δεν το είχα συνειδητοποιήσει, μέχρι που το υπέδειξε ο καθηγητής Δημήτρης Καργιώτης σε κάποια παρουσίαση βιβλίου μου Γράφει:

«Υπάρχει όμως και μια ιδιαίτερη διάσταση στην ιστορική (ή, αλλού, ψευδοϊστορική) πεζογραφία της Αβρααμίδου, που της δίνει ένα ξεχωριστό προσωπικό στίγμα. Και αυτή είναι η εξής: ότι σε όλη της τη λογοτεχνική παραγωγή μέχρι τώρα, αλλά και ειδικά στο Γκαίρλιτς, η συγγραφέας ενδιαφέρεται κατεξοχήν για ένα ιστορικό παρελθόν του οποίου τα γεγονότα που το διαμορφώνουν αναδεικνύουν ένα βασικό θέμα της λογοτεχνίας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα: το θέμα της δικαιοσύνης — το ζήτημα της ιστορικής δικαιοσύνης και, κυρίως, της ιστορικής αδικίας, ο αντίκτυπός της στην κοινωνία και στο άτομο και η αναπόδραστη ή επιβαλλόμενη απόκριση σε αυτήν. Πράγματι, πώς να διαχειριστεί ο άνθρωπος την αδικία; Είναι δυνατόν να τη διαπραγματευτεί με όρους μη μεταφυσικούς, μη θρησκευτικούς; Ποιες μορφές μπορεί και πρέπει να πάρει η ανταπόδοση; Ποια είναι τα όρια της συγχώρεσης, ποια είναι τα όρια της εκδίκησης; Αποτελούν η αποσιώπηση και η παραίτηση λύση μπροστά στην ηθική επιταγή για δικαιοσύνη; Χωρίς να τίθενται ρητά, παρόμοια ερωτήματα αναδεικνύονται ξεκάθαρα από τον τρόπο με τον οποίο η συγγραφέας μετασχηματίζει το υλικό της σε μυθοπλασία: από τους χαρακτήρες που σκιαγραφεί, τις σκηνές που ιχνογραφεί, τους διαλόγους, τη δράση.»

- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;

Μια αλήθεια που δεν έχει ειπωθεί. Μια πίκρα που δεν έχει εκφραστεί. Μια δεύτερη όψη που δεν έχει εξερευνηθεί. Μια συγνώμη που είχε αποσιωπηθεί.

- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;

Να έχει τέτοια χαρακτηριστικά για να τον αγαπήσω με πάθος, ή να τον μισήσω.

- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;

Ο Μάικλ Βέντρις· ο άνθρωπος που αποκρυπτογράφησε τη γραφή που βρέθηκε στα ανάκτορα της Κνωσσού του 15ου π.Χ. αιώνα· την Γραμμική Β’. Όντας ήδη νεκρός, επέμεινε να αφηγηθεί μια ιστορία που σκάρωσα για το μυθιστόρημά μου με τίτλο «Μέλι για την κυρά». Παρακολουθώντας από πολύ κοντά την ιστορία των ηρώων μου, θα βρει την ευκαιρία να ρίξει φως στη δική του πολυσυζητημένη ζωή, να απαντήσει σε όλα όσα ειπώθηκαν για εκείνον και τις σχέσεις του, κι ακόμα, για το μυστήριο που κρύβει ο ξαφνικός θάνατός του.

- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;

Ιούλιος Βερν και «Δεκαπενταετής πλοίαρχος». Αυτό με εντυπωσίασε. Ταξίδια, περιπέτεια, προσπάθεια, κατορθώματα. Στα εννιά σου χρόνια θέλεις να ξέρεις πόσο ωραία μπορεί να είναι η ζωή. Το βιβλίο όμως που θυμάμαι να μού διαβάζει πρώτο η μαμά, ήταν «Το άσχημο παπί», του Άντερσεν. Η ιστορία για το μαυροτσούκαλο εκείνο παπί που στη συνέχεια μεταμορφώνεται σε κύκνο. Με πείσμωσε θυμάμαι εκείνο το παπί μια και ταυτίστηκα μαζί του, και μ’ έκανε να μάθω να αγωνίζομαι, να παλεύω και που και που, να κερδίζω.

- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;

Συχνά επιστρέφω στις «Αόρατες πόλεις» του Ίταλο Καλβίνο. (Αναφορές σε αυτό το βιβλίο κάνω και στο δικό μου μυθιστόρημα με τίτλο «Στο αδιέξοδο»). Ίσως γιατί η αγάπη μου για τη γενέθλια πόλη μου, η απόστασή μου από αυτήν, τα κλειδωμένα μυστικά που δεν πρόλαβα να ξεκλειδώσω στα δεκαπέντε μου χρόνια όταν φεύγαμε στην τουρκική εισβολή, με κάνει να ψάχνω να τα γνωρίσω ακόμα.

- Κυρία Βίβιαν Αβρααμίδου–Πλούμπη, ποιο βιβλίο θυμίζει σε σας έντονα τον γενέθλιο τόπο σας;

Θα ακουστεί παράδοξο, αλλά σε κάθε βιβλίο που διαβάζω ψάχνω για την πόλη που δεν πρόλαβα να χαρώ. Μέσα από τις περιγραφές των τοπίων, επιμένω να αναγνωρίζω γωνιές της Αμμοχώστου. Τις αναγνωρίζω, τις χαίρομαι και χαμογελώ.