Της Έφης Λαμπροπούλου*
Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι και το διοικητικό προσωπικό των φυλακών είναι μια επαγγελματική ομάδα η οποία δέχεται όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια βίαιες επιθέσεις από τους κρατουμένους και άτομα εκτός φυλακής. Είναι ο δεύτερος στόχος μετά την αστυνομία.
Η βία έχει σχέση με τη σύνθεση του πληθυσμού των φυλακών και την υπεροχή που νιώθουν οι κρατούμενοι απέναντι στο «παροπλισμένο» και ανεκπαίδευτο προσωπικό και τα αθωράκιστα καταστήματα κράτησης. Οι επιθέσεις έχουν όμως άμεση σχέση και με την αδιαφορία των περισσότερων κυβερνήσεων και του Υπουργείου Δικαιοσύνης προς μια επαγγελματική ομάδα που επιτελεί έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο και δυσάρεστο ρόλο. Όπως επίσης και με την απροθυμία τους για εκσυγχρονισμό της οργάνωσης και διοίκησης των καταστημάτων κράτησης, η οποία τώρα είναι ακόμη μεγαλύτερη διότι ακολουθείται μια ανομολόγητη τακτική μικρών βημάτων για την αποδυνάμωση του σωφρονιστικού συστήματος.
Στις 14 Μαρτίου, ήρθε στη δημοσιότητα ότι στις 9/3/2018, σωφρονιστικός υπάλληλος των φυλακών Κορυδαλλού ξυλοκοπήθηκε από τρεις Αλβανούς κρατουμένους με αυτοσχέδιο μαστίγιο μέσα στη Γ΄ πτέρυγα του καταστήματος κράτησης και η ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης αρχικά απέκρυψε το περιστατικό για να το υποβαθμίσει στη συνέχεια («έντονη λεκτική αντιπαράθεση»).
Με αυτή την αφορμή παραθέτω μια πρόχειρη λίστα μόνο με τις σοβαρότερες επιθέσεις που έχει δεχτεί το φυλακτικό προσωπικό το τελευταίο διάστημα, εκτός από την προαναφερθείσα.
25/2/2018: Επίθεση με μολότοφ κατά σωφρονιστικών υπαλλήλων στο Κατάστημα Κράτησης Νέων Βόλου.
5/2/2018: Επίθεση σε υπάλληλο που προσπάθησε να κλείσει τον θάλαμο στη φυλακή της Κω.
Ιανουάριος 2018: Σωφρονιστικός υπάλληλος που εκτελούσε χρέη Υπαρχιφύλακα στο Νοσοκομείο Κρατουμένων Κορυδαλλού, την ώρα που εισήλθε σε θάλαμο οροθετικών κρατουμένων για να καλέσει έναν κρατούμενο σε ακρόαση από τον Εισαγγελέα, αντιλήφθηκε ότι ένας εξ αυτών κρατούσε ένα κινητό τηλέφωνο και προσπάθησε [ως όφειλε] να το κατάσχει. Στην προσπάθειά του αυτή ένας Γεωργιανός οροθετικός κρατούμενος του επιτέθηκε γρονθοκοπώντας τον στο πρόσωπο και στο σώμα, αφού πρώτα έκλεισε την πόρτα του θαλάμου και τον εγκλώβισε μέσα. Ο υπάλληλος κατόρθωσε να ξεφύγει με τη βοήθεια άλλων κρατουμένων.
Δεκέμβριος 2017: Παραμονές Πρωτοχρονιάς δύο σωφρονιστικοί υπάλληλοι γρονθοκοπήθηκαν από Αφγανούς κρατουμένους στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Βόλου.
9/11/2017: Πυρπόληση του αυτοκινήτου διοικητικής υπαλλήλου στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού.
16/6/2017: Επίθεση στις 01:00 σε σωφρονιστικό υπάλληλο από κρατουμένους στις φυλακές Νιγρίτας, ο οποίος μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Σερρών.
2/5/2017: Πυρπόληση αυτοκινήτου σωφρονιστικού υπαλλήλου, ο οποίος εργάζεται στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού.
24/4/2017: Πυρπόληση αυτοκινήτου σωφρονιστικού υπαλλήλου που υπηρετεί στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού, το οποίο ήταν σταθμευμένο έξω από το σπίτι του.
Επιθέσεις δέχεται, ακόμη, και το νοσηλευτικό προσωπικό των δημόσιων ψυχιατρικών νοσοκομείων από ασθενείς-κρατουμένους που έχουν κριθεί από το αρμόδιο δικαστήριο ως επικίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια, έχοντας διαπράξει αξιόποινες πράξεις. Οι νοσηλευτές δεν υποστηρίζονται από φυλακτικό προσωπικό και η κατάσταση επιδεινώνεται από το ότι δεν υπάρχουν ειδικοί χώροι νοσηλείας (πρβλ. Ν. 4509/2017). Γι' αυτές τις περιπτώσεις σπάνια πληροφορούμαστε.
Η CPT, Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη της ταπεινωτικής μεταχείρισης, αναφέρεται ήδη από το 2005 κατά τις τακτικές επισκέψεις της στα καταστήματα κράτησης της χώρας, στην αύξηση της φυσικής βίας στις φυλακές, και στην αδυναμία του προσωπικού να ανταπεξέλθει στα καθήκοντά του αποτελεσματικά, διότι η εκπαίδευσή του είναι υποτυπώδης.
Ο Συνήγορος του Πολίτη, από την πλευρά του, σε ανακοίνωσή του τον Μάιο 2007, υπογραμμίζει ότι ο αυξανόμενος πληθυσμός σε συνδυασμό με τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης οδηγούν σε προβλήματα πειθαρχίας και εγκληματική συμπεριφορά στις φυλακές. Το ίδιο και η CPT, η οποία αναγνωρίζει ότι ο υπερπληθυσμός δημιουργεί σοβαρές δυσκολίες στο σύστημα της φυλακής να αναπτύξει μέτρα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Η Επιτροπή σημειώνει ότι είναι μάλλον αδύνατο το φυλακτικό προσωπικό να προστατέψει τους κρατουμένους, διότι οι φύλακες φοβούνται για τους ίδιους τους εαυτούς τους και διότι δεν έχουν «αποτελεσματική συνδρομή από τη διοίκηση».
Όλο αυτό το διάστημα οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι γνωστοποιούσαν επί ματαίω τα θέματα βίας μεταξύ των κρατουμένων και εναντίον τους. Τώρα πλέον, με τις συνεχείς αποφυλακίσεις από τον Απρίλιο-Μάιο 2015 και μετά, δεν υφίσταται πρόβλημα υπερπληθυσμού, όμως η βία δεν μειώθηκε, αλλά μάλλον αυξήθηκε. Απ' όσο αναφέρει η Ομοσπονδία Σωφρονιστικών Υπαλλήλων Ελλάδας, το Υπουργείο αντί να ασχολείται με τα σοβαρά προβλήματα των καταστημάτων κράτησης, υιοθετεί την «πολιτική της κορδέλας» δημιουργώντας μια επίπλαστη εικόνα αποτελεσματικότητας και θριαμβολογώντας χωρίς ουσιαστικό λόγο (π.χ. 28/3/2016 εγκαίνια χώρου παιδικού επισκεπτηρίου και «δωματίου συνεύρεσης» στη Φυλακή των Γρεβενών στην οποία βρίσκονται ως επί το πλείστον κρατούμενοι για αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας: αιμομιξία, παιδεραστία, βιασμό κ.λπ., 18/10/2017 εγκαίνια αγροτικής φυλακής γυναικών με 12 κρατούμενες που για την ώρα καλλιεργούν… μαρούλια). Δεν μπορώ να συμφωνήσω απολύτως με όσα αναφέρει η ΟΣΥΕ, διότι ακόμη κι έτσι, υπάρχει κάποια βελτίωση.
Πάντως, οι φυλακές εξακολουθούν να λειτουργούν λίγο ως πολύ όπως τη δεκαετία του '60-'70. Οι κυβερνήσεις επιμένουν σε αυτήν αντιμετώπιση, αδιαφορώντας για τις αλλαγές της εγκληματικότητας, της σύνθεσης και της οργάνωσης των ποινικών παραβατών που είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις. Επιπλέον, αποφεύγουν την εισαγωγή και υποστήριξη ενός σύγχρονου τρόπου διοίκησης των φυλακών και την ευρεία χρήση της τεχνολογίας προκειμένου να βοηθήσουν το προσωπικό στην αποτελεσματικότερη άσκηση των καθηκόντων του.
Στις φυλακές κυριαρχεί μια ισορροπία τρόμου, και η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης φαίνεται να είναι περισσότερο ευεπίφορη από προηγούμενες σε πιέσεις ισχυρών κρατουμένων, και δυναμικών ομάδων εντός και εκτός φυλακής. Εθνική στρατηγική για την αντιμετώπιση της βίας στις φυλακές δεν υπάρχει, ούτε και για τη βελτίωση της εκπαίδευσης του προσωπικού σε σύγχρονες μεθόδους αντιμετώπισης κινδύνων και τεχνικών παρέμβασης. Είναι ζήτημα χρόνου να προκύψουν ανεξέλεγκτες καταστάσεις που δεν θα λύνονται με μέτρα κατευνασμού και μαζικές αποφυλακίσεις.
Ένα έμπειρο και ικανό προσωπικό μπορεί να ασχολείται με τους κρατουμένους με αξιοπρεπή και ανθρώπινο τρόπο, δίνοντας παράλληλα προσοχή σε θέματα ασφάλειας και ευταξίας. Αυτό βελτιώνει τις σχέσεις των υπαλλήλων με τους κρατούμενους, μειώνει τον κίνδυνο κακομεταχείρισης, αυξάνει τον έλεγχο και την ασφάλεια στα καταστήματα. Κατά συνέπεια, καθιστά το προσωπικό λιγότερο ηττοπαθές, τη δουλειά του πολύ πιο ικανοποιητική και τις συνθήκες για τους κρατουμένους λιγότερο επικίνδυνες και αποκαρδιωτικές.
* Η κ. Έφη Λαμπροπούλου είναι Καθ. Εγκληματολογίας, Τμήμα Κοινωνιολογίας, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.