Το «βαρίδι» των μη εξυπηρετούμενων δανείων

Το «βαρίδι» των μη εξυπηρετούμενων δανείων

Του Κώστα Μήλα*

Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου αλλά και το νέο «κοινωνικό μέρισμα» (αλήθεια πόσο πολύ μου προξενεί εντύπωση ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί καπιταλιστικούς όρους τους οποίους όμως... προσαρμόζει στην αριστερή της ιδεολογία!) αποπροσανατόλισαν από καυτά θέματα της οικονομικής επικαιρότητας όπως την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι ηλεκτρονικοί πληστειριασμοί θα προχωρήσουν με «βάδισμα χελώνας» και για το λόγο αυτό το κλίμα για την υγιή λειτουργία των ελληνικών τραπεζών μάλλον επιβαρύνεται ενόψει και των επερχόμενων stress tests.

Και όλα αυτά συμβαίνουν παρά το γεγονός ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάρας, ο οποίος εξακολουθεί να δέχεται επιθέσεις μέσω της ασφαλούς πλατφόρμας Facebook από υπουργούς τύπου κ. Πολάκη έχει επανειλημμένα κρούσει τον «κώδωνα του κινδύνου» για το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, αυτά έφτασαν, το δεύτερο τρίμηνο του 2017, το 36,4% του συνόλου των δανείων ενώ, στο σύνολο της Ευρωζώνης, το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόνον 4,4%.

Γιατί λοιπόν πρέπει να μας προβληματίζουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια; Μέρος της απάντησης έχει να κάνει με τον «φαύλο κύκλο» οικονομικής στασιμότητας και μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πράγματι, η οκταετής οικονομική ύφεση (με εξαίρεση μόνο το 2014) πυροδότησε/πυροδοτεί αύξηση της ανεργίας και μείωση των εισοδημάτων και, κατά συνέπεια, μεγάλη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αυτά, περιορίζουν την διαθεσιμότητα κεφαλαίων από τις τράπεζες για νέα επιχειρηματικά και επενδυτικά δάνεια με αποτέλεσμα η στασιμότητα στον τομέα των επενδύσεων να «φρενάρει» την οικονομική μας ανάπτυξη.

Για του λόγου το αληθές, αναφέρω πρόσφατες επιστημονικές έρευνες τόσο στην Ευρωζώνη όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο και οι οποίες συμπεραίνουν τα ακόλουθα:

  1. H οικονομική ύφεση και η συνακόλουθη αύξηση του ποσοστού ανεργίας οδηγούν σε «εκτόξευση» των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Μάλιστα, η αύξηση του ποσοστού ανεργίας διαθέτει μεγαλύτερη αξιοπιστία, σε σχέση με το ΑΕΠ, ως δείκτης πρόγνωσης της διόγκωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Και τούτο, επειδή, τουλάχιστον στην Ελλάδα, η έκρηξη της ανεργίας από το 7,75% το 2008 σε επίπεδα άνω του 26% μέχρι και τo 2014 (προτού επιστρέψει κοντά στο 21% σήμερα) απεικονίζει με πιο εύγλωττο τρόπο, σε σχέση με τις μεταβολές του ΑΕΠ, το μέγεθος του οικονομικού προβλήματος στην χώρα μας. Πιο συγκεκριμένα, η ετήσια αύξηση της ανεργίας κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες (κάτι το οποίο βίωσε για παράδειγμα η χώρα μας το 2012 όταν το ποσοστό ανεργίας «αναρριχήθηκε» στο 24,42% από το 17,85% το 2011) οδηγεί σε μεγάλη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέχρι και 4 ποσοστιαίες μονάδες επί του συνόλου των δανείων.

  2. Στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεισφέρει βέβαια και η μειωμένη κερδοφορία των τραπεζών στο βαθμό που αυτή αντικατοπτρίζει άσχημες επιδόσεις του τραπεζικού management σε θέματα αξιολόγησης, παρακολούθησης αλλά και συνεχούς ελέγχου των νέων δανείων. Ειδικότερα για την χώρα μας, πρόσφατη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας διαπιστώνει ότι θετικές (ή αρνητικές) επιδόσεις στο τραπεζικό management μειώνουν (ή αυξάνουν) το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων μόνο στην πρόσφατη περίοδο της δημοσιονομικής κρίσης έως και σήμερα ενώ η πολιτική αβεβαιότητα συμβάλλει στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

  3. Επιπλέον, η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων οδηγεί σε περίπου ισόποση μείωση των νέων δανείων και περαιτέρω οικονομική επιβράδυνση καθώς «κόβει» από τον ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης μέχρι και 2 ποσοστιαίες μονάδες!

  4. Θα πρέπει επιπλέον να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις του γράφοντος (μαζί με τον Διδακτορικό φοιτητή Περικλή Μπουμπάρη από το Πανεπιστήμιο του Liverpool και τον Αναπληρωτή Καθηγητή Θεόδωρο Παναγιωτίδη από το Πανεπιστήμιο της Μακεδονίας), η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων επηρεάζει αρνητικά την πιστοληπτική αξιολόγηση του ελληνικού αξιόχρεου κάτι που ως ένα βαθμό εξηγεί γιατί οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης δεν προχωρούν σε αναβάθμιση της Ελλάδας με αποτέλεσμα το (10-ετές) κόστος δανεισμού μας να παραμένει «κολλημένο» σε απαγορευτικά επίπεδα άνω του 5%.

Οι  παραπάνω εμπειρικές διαπιστώσεις δικαιολογούν τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ο οποίος (ακούραστα) προτρέπει τις τράπεζες να προχωρήσουν με αποφασιστικό τρόπο στην μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τότε και μόνον τότε, απαλλαγμένο από το «βαρίδι» των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα ανακάμψει με ταχύ ρυθμό το ελληνικό ΑΕΠ.

* Ο κ. Κώστας Μήλας, Καθηγητής και Πρόεδρος του Ερευνητικού Τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool.