Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Μπορεί το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης να μας έχει υποσχεθεί το κράτος στο κινητό μας αλλά οι μαθητές έχουν ήδη τον κόσμο ολόκληρο στις μικρές τους οθόνες. Από το δημοτικό κιόλας, μπορούν, χωρίς καμία δέσμευση, να ακούσουν αυτοσχέδια αστεία τραγούδια, να δουν πορνό, να παρακολουθήσουν διαστροφικά βιντεάκια, να κάνουν bullying σε άλλα παιδιά, να φλυαρούν με τις ώρες και να παίζουν επικίνδυνα παιχνίδια.
Μπορούν επίσης να βιντεοσκοπούν συμμαθητές τους και να αναδημοσιεύουν τις φωτογραφίες τους. Όπως και να χρησιμοποιούν τα social media για να κάνουν περισσότερους εικονικούς φίλους, ενώ ταυτόχρονα, αδιαφορούν για τους διπλανούς τους.
Σπανίως, όμως δεν χρησιμοποιούν το κινητό ή τον υπολογιστή για να συλλέξουν πληροφορίες, να διασταυρώσουν την εγκυρότητα μιας γνώσης, να ανταλλάξουν κρίσεις για ένα μάθημα, να μελετήσουν, να ανακαλύψουν ψηφιακές δυνατότητες επίλυσης προβλημάτων ή να λάβουν μία συλλογική απόφαση για το σχολείο ή την ομάδα τους.
Η διάσταση μεταξύ θεωρίας και πράξης είναι ίσως η βασικότερη πληγή της φυλής μας. Από παλιά. Από πάντα. Και όσο περνούν τα χρόνια, όχι μόνο δεν κλείνει αλλά γίνεται ανυπόφορη. Παντού εν τω μεταξύ, παρατηρείς έναν άκρατο συντηρητισμό που συνδυάζεται με την αποστροφή για κάθε χρηστική νέα ιδέα.
Ειδικά, όταν μιλάμε για συστήματα, υπηρεσίες, φορείς και θεσμούς της πολιτείας. Εκεί που ο αναχρονισμός στο πλαίσιο λειτουργίας ταλαιπωρεί ολόκληρη την κοινωνία.
Στην πραγματικότητα έχεις δύο επιλογές, όταν προκύπτει ζήτημα με τη σχέση σύγχρονης επικοινωνίας και εκπαίδευσης: η πρώτη είναι να απαγορεύσεις τα social media σε όλους κάτω των 15 ετών – πράγμα αδύνατον-, ακολουθώντας τον κλασικό τρόπο προσέγγισης της γνώσης δια της απόρριψης της προτεινόμενης εικόνας. Η άλλη είναι να την εντάξεις πλήρως στην εκπαιδευτική διαδικασία η οποία θα συνδυάσει την κλασική παιδεία με την ψηφιακή ευκολία. Κάθε άλλη ενδιάμεση επιλογή συνιστά υποκρισία και εξαπάτηση των μαθητών.
Μιλάω προφανώς για την ηλεκτρονική αγωγή η οποία είναι απαραίτητη σε έναν κόσμο που τρέχει με ταχύτητα προς την τεχνητή νοημοσύνη και την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση. Γιατί θεωρεί απαραίτητη την σύγκλιση ψηφιακού εξωσχολικού περιβάλλοντος και σχολικής τάξης.
Φτάνει μόνο να σκεφτεί κανείς ότι το smart phone είναι πια «μέρος του σώματος» για κάθε έφηβο και προέκταση της ματιάς και της σκέψης του. Από τη στιγμή λοιπόν, που δεν μπορούμε να αρνηθούμε αυτή την πραγματικότητα, τι νόημα έχει να την κρατάμε μακριά από την διδασκαλία των μαθημάτων;
Φτάνει βέβαια, να εκπονήσουμε ένα πρόγραμμα όπου θα διδάσκονται τα social media υπό την καθοδήγηση του επιμορφωμένου ειδικού. Και ας μην είναι και διορισμένος καθηγητής.
Να μην το κάνουμε; Nα μην το πούμε ούτε σαν ιδέα; Να φοβηθούμε όλους αυτούς που είναι σύμφωνοι οι μαθητές να διαθέτουν το πανάκριβο αξεσουάρ τους αλλά να μην κάνουν με αυτό μάθημα; Να απολαμβάνουν κάθε περιττή χρήση των δικτύων αλλά να μην τα χρησιμοποιούν για γνώσεις, πληροφορίες, διαδικτυακά μαθήματα, εργασίες ή επικοινωνία με άλλους μαθητές από σχολεία της χώρας τους ή του εξωτερικού; Nα ικανοποιούμαστε από την αίσθηση της υποκρισίας αλλά να μην κάνουμε την παραμικρή προσπάθεια να προσεγγίσουμε πιο ρεαλιστικές λύσεις;
Το ζητούμενο πάντα είναι να βελτιώσουμε την πραγματικότητα με την εκπαίδευση. Αν συνεχίσουμε να αρνούμαστε την πραγματικότητα, τι ρόλο ύπαρξης θα έχει πλέον η παιδεία;