Μπορεί οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες να «ξεφορτώθηκαν» τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να μην αποτελεί πλέον άμεση απειλή για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όμως αν δεν επιστρέψει σε βιώσιμη ανάπτυξη τότε οι ανησυχίες για το μέλλον της Ευρωζώνης θα επανέλθουν. Αυτό υποστηρίζει ο καθηγητής Οικονομικών του πανεπιστημίου Berkeley, Barry Eichengreen, επαναλαμβάνοντας την πρότασή του για σύνδεση της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Παράλληλα, ο Αμερικανός οικονομολόγος μιλάει στο liberal.gr, για τις ανησυχίες που εγείρει η διακυβέρνηση Trump, εκφράζοντας το φόβο ότι σε ορισμένα πεδία ακόμα και οι ισχυροί αμερικανικοί θεσμοί δεν θα μπορέσουν να σταματήσουν τις «απερίσκεπτες» ενέργειες του Αμερικανού προέδρου. Σε ότι αφορά την επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας, ο κ. Eichengreen εκτιμά ότι η «χρυσή εποχή» που όλοι οι εξαγωγείς βασίζονταν στην Κίνα έχει τελειώσει, ωστόσο η ανάδειξη των επόμενων πηγών ζήτησης όπως η Ινδία θα πάρει χρόνια.
Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Μαριόλη
- Στο παρελθόν έχετε προτείνει την ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων με άλλα τίτλους οι οποίοι θα είναι συνδεδεμένοι με έναν δείκτη υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων. Μετά την πρόσφατη απόφαση του Eurogroup, με την οποία για μία ακόμη φορά δεν δόθηκε οριστική λύση, πιστεύετε ότι υπάρχει μία βιώσιμη λύση για μία χώρα με τόσο μεγάλο χρέος και περιορισμένες προοπτικές ανάπτυξης;
Η Ελλάδα μπορεί να αναπτυχθεί με ταχύτερους ρυθμούς με τη βοήθεια περισσότερων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων (που είναι κάτι που πάντα υποστηρίζει η Τρόικα) αλλά επίσης και με μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους (που είναι κάτι που η Τρόικα δυστυχώς συνεχίζει να αρνείται). Θα ήθελα να δω την ελάφρυνση του χρέους να συνδέεται με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που υλοποιεί η χώρα (περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις συνεπάγονται μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους για την Ελλάδα). Σε μία πιο ήπια λύση, το εύρος της ελάφρυνσης του χρέους θα μπορούσε να συνδεθεί με το κατά πόσο η Ελλάδα πετυχαίνει τους δημοσιονομικούς στόχους. Υπήρξαν κάποια «ίχνη» προς αυτή την κατεύθυνση στην απόφαση του τελευταίου Eurogroup. Θα ήταν καλύτερα να γίνουν αυτά τα ίχνη πιο ξεκάθαρα και συγκεκριμένα. Υποπτεύομαι ότι, δυστυχώς, θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι τις γερμανικές εκλογές για να συμβεί κάτι τέτοιο.
- Τον Ιούλιο του 2015 γράψατε ένα άρθρο με τίτλο «Σώζοντας την Ελλάδα, σώζοντας την Ευρώπη». Πιστεύετε ακόμη ότι η διάσωση της Ελλάδας είναι ο τρόπος για να σωθεί και η Ευρώπη; Ή μήπως η ελληνική κρίση δεν αποτελεί πλέον μία τόσο σημαντική απειλή για τη σταθερότητα της Ευρωζώνης;
Οι γαλλικές και οι γερμανικές τράπεζες έχουν ουσιαστικά ξεφορτωθεί τα ελληνικά ομόλογα που είχαν στην κατοχή τους και στο μεγαλύτερό του μέρος το ελληνικό χρέος βρίσκεται πλέον στα χέρια του επίσημου τομέα. Κατά συνέπεια, πιστεύω ότι η απειλή κατά της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας δεν ισχύει πλέον. Όμως η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, την οποία ευτυχώς ξαναβλέπουμε, πρέπει να καταστεί και διατηρήσιμη. Σε διαφορετική περίπτωση, οι αμφιβολίες σχετικά με την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη θα επανέλθουν κάποια στιγμή. Και τότε θα επανέλθουν και τα υπαρξιακά ερωτήματα αναφορικά με το μέλλον του κοινού νομίσματος. Συνεπώς, συνεχίζω να πιστεύω πως ότι συμβαίνει στην Ελλάδα είναι σημαντικό για το μέλλον και τη σταθερότητα της Ευρωζώνης.
- Τι πιστεύετε για την στροφή προς τον προστατευτισμό που βλέπουμε τόσο στη ρητορική του Donald Trump όσο και στις πρόσφατες αντιδράσεις της Γερμανίας κατά των επενδύσεων της Κίνας στην Ευρώπη;
Αναμφίβολα ένας πιθανός εμπορικός πόλεμος θα αποτελούσε μια πολύ κακή εξέλιξη για την παγκόσμια οικονομία. Η Γερμανία έχει ορισμένες πολύ συγκεκριμένες ανησυχίες σε ότι αφορά τις κινεζικές επενδύσεις, όμως τις ανησυχίες της κυβέρνησης Trump – για την Γερμανία, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Κορέα – είναι δύσκολο να τις καταλάβει κανείς. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει νόημα σε όλο αυτό. Υπάρχει έντονη φημολογία ότι θα υπάρξουν συστάσεις από το υπουργείο Εμπορίου για την επιβολή νέων δασμών σε προϊόντα. Θα περιμένουμε να τα δούμε για να δούμε πόσο άσχημα είναι τα πράγματα.
- Επτά σχεδόν μήνες μετά τη μετακόμιση του Trump στο Λευκό Οίκο τι μπορούμε να πούμε για τις επιπτώσεις των πολιτικών που ακολουθεί στην παγκόσμια οικονομία; Θεωρείτε ότι οι ισχυροί θεσμοί των ΗΠΑ θα περιορίσουν το εύρος των αλλαγών που προωθεί;
Τα αμερικανικά δικαστήρια έχουν ήδη περιορίσει την προτεινόμενη απαγόρευση του Trump για τη μετανάστευση από συγκεκριμένες χώρες κυρίως της Ασίας. Επίσης, το Κογκρέσο πιθανώς θα αντισταθεί σε ορισμένες από τις πιο ριζοσπαστικές του προτάσεις για αλλαγές στη φορολόγηση επιχειρήσεων και ιδιωτών, κυρίως γιατί αυτές οι προτάσεις πρέπει να είναι δημοσιονομικά ουδέτερες (οι φορολογικές ελαφρύνσεις να αντισταθμίζονται από επιπρόσθετες περικοπές δαπανών, που είναι δύσκολο να γίνει) έτσι ώστε να περάσουν από την επονομαζόμενη «διαδικασία συμφιλίωσης» μέσω της οποίας θα αποφευχθεί η καθυστέρηση της νομοθέτησης από τη Γερουσία (και το έμμεσο Δημοκρατικό βέτο). Όμως τα δύο πράγματα που μπορεί να κάνει ο Πρόεδρος μονομερώς, ή που έχει σημαντική ελευθερία κινήσεων, είναι η εμπορική πολιτική και η εξωτερική/αμυντική πολιτική (όπου ο Πρόεδρος συνήθως πράττει σήμερα και «απολογείται» αργότερα). Φοβάμαι ότι οι τα ισχυρά θεσμικά όργανα των ΗΠΑ δεν θα καταφέρουν να περιορίσουν τις απερίσκεπτες ενέργειες του Trump σε αυτά τα πεδία.
- Μπορείτε σήμερα να απαντήσετε στο ερώτημα του αν η παγκοσμιοποίηση βρίσκεται στο τελευταίο της στάδιο;
Εδώ και πολύ καιρό η άποψή μου είναι ότι η εποχή της «υπερπαγκοσμιοποίησης» - όπου οι εμπορικές και χρηματοπιστωτικές ροές αναπτύσσονται ταχύτερα και από το παγκόσμιο ΑΕΠ – έχει τελειώσει. Η υπερπαγκοσμιοποίηση στηριζόταν στην ραγδαία ανάπτυξη της παραγωγής και των εξαγωγών της Κίνας, η οποία πλέον έχει επιβραδυνθεί. Στηριζόταν επίσης από την εξέλιξη του κατακερματισμού της παραγωγής και των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού, κάτι που έχει πλέον φτάσει στα όριά του. Όμως δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην συνεχιστεί η πραγματική υφιστάμενη παγκοσμιοποίηση. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει λόγος το εμπόριο, οι κεφαλαιακές ροές και το παγκόσμιο ΑΕΠ να μην μπορούν να αναπτύσσονται μαζί στο εξής. Από την άλλη, ίσως υπάρχει ένας λόγος να ανησυχεί κάποιος για το μέλλον της παγκοσμιοποίησης: ο κ. Trump.
-Τι θα πρέπει να περιμένουμε μετά την επιβράδυνση της Κίνας ως παγκόσμιας ατμομηχανής; Υπάρχουν άλλες πιθανές πηγές ώθησης της παγκόσμιας ζήτησης;
Μία άλλη ομάδα αναδυόμενων αγορών, όπως για παράδειγμα η Ινδία, θα βγει μπροστά. Όμως η ανάδειξή τους ως σημαντικές πηγές ζήτησης θα πάρει χρόνο. Η «χρυσή εποχή» που οι εξαγωγείς μηχανημάτων όπως η Γερμανία και οι εξαγωγείς εμπορευμάτων όπως η Βραζιλία και η Χιλή βασίζονται στην ισχυρή ζήτηση της Κίνας ουσιαστικά έχει τελειώσει.
- Συμφωνείτε με όσους υποστηρίζουν ότι η Ευρωζώνη είναι καταδικασμένη λόγω των τεράστιων διαφορών μεταξύ του βορρά και του νότου;
Ποτέ δεν πίστευα ότι η Ευρωζώνη είναι καταδικασμένη. Σε άρθρο μου το 2007 με τίτλο «Η διάσπαση της Ευρωζώνης» κατέληγα στο συμπέρασμα ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Ενώ το κόστος για να κρατηθεί ενωμένη η Ευρωζώνη είναι τεράστιο, το κόστος της διάσπασης θα είναι ακόμη μεγαλύτερο. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι σημαντικές και ότι δεν πρέπει να γίνουν. Οι μεταρρυθμίσεις που θεωρώ πιο σημαντικές είναι αυτές που περιγράφω σε κοινό άρθρο με τον Charles Wyplosz με τίτλο «Οι ελάχιστες προϋποθέσεις για την επιβίωση του ευρώ».
Wηο is who
Ο Barry Eichengreen είναι Αμερικανός οικονομολόγος. Διδάσκει από το 1987 Οικονομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο πανεπιστήμιο Berkeley στην Καλιφόρνια. Έχει στο ενεργητικό του σημαντικό ερευνητικό έργο για την ιστορία και την τρέχουσα λειτουργία του διεθνούς νομισματικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος. Είναι κάτοχος πτυχίου από το πανεπιστήμιο UC Santa Cruz και διδακτορικού από το Yale. Διετέλεσε σύμβουλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου τα έτη 1997 και 1998, ωστόσο από τότε ασκεί έντονη κριτική στο Ταμείο.