Τα δύσκολα για την κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι µπροστά και αφορούν την οικονοµία. Το στοίχηµα του τουρισµού δεν κερδήθηκε. Τα πράγµατα πήγαν χειρότερα από τη χειρότερη πρόβλεψη! Το δεύτερο κύµα του κορωνοϊού είναι σαρωτικό και αναστέλλει κάθε διάθεση για επενδυτική δραστηριότητα. Αν στις αρχές του καλοκαιριού οι προβλέψεις έλεγαν ότι µας περίµενε ένας δύσκολος χειµώνας, σήµερα αδυνατούµε να κάνουµε... προβλέψεις. Πείτε µας πώς θα εξελιχθεί ο κορωνοϊός για να σας κάνουµε πλούσιους, σε παράφραση του «κάνε µε προφήτη». Για την κυβέρνηση, πάντως, δεν αρκεί ένας προφήτης να κάνει προβλέψεις για το µέλλον. Χρειάζεται να βρει τρόπους να γεµίσει το τραπέζι των πεινασµένων.
Αν το πρόβλημα του τουρισµού ήταν κατά κάποιο τρόπο µετρήσιµο, του κορωνοϊού δεν είναι! Το γεγονός που επιδεινώνει την κατάσταση είναι ότι το δεύτερο κύµα της πανδηµίας δείχνει πιο απειλητικό από το πρώτο και την ίδια ώρα δεν υπάρχει βεβαιότητα για το πότε θα κυκλοφορήσει το εµβόλιο. Αν είναι υπόθεση δύο ή τριών µηνών, τότε τα πράγµατα µπορεί και να βελτιωθούν το 2021. Αν όµως το εµβόλιο αργήσει περισσότερο, είναι άγνωστο ποια θα είναι η ζηµιά που θα έχει προκληθεί µέχρι τότε στην παγκόσµια οικονοµία και πόσος καιρός θα χρειαστεί για να επουλωθούν οι πληγές.
Και ενώ υπάρχει αβεβαιότητα για το τι θα συναντήσουµε το 2021, αυτό που γνωρίζουµε καλά είναι ότι αυτός ο χειµώνας θα είναι δύσκολος. Ενα µεγάλο µέρος του πληθυσµού απασχολούνταν στον τουρισµό.
Οι εργαζόμενοις σε ξενοδοχεία και εποχικά καταστήµατα τον χειµώνα επιβίωναν µε το ταµείο ανεργίας, έχοντας όµως εξασφαλίσει ένα καλό εισόδηµα την καλοκαιρινή σεζόν. Εισόδηµα που σήµερα λείπει, αφού οι περισσότεροι δεν εργάστηκαν. Ακόµη και αν η κυβέρνηση βρει πόρους για να λάβουν όσα χρήµατα έπαιρναν και τις άλλες χρονιές από το ταµείο ανεργίας, οι οικογένειες αυτών των ανθρώπων θα έχουν αντικειµενικό πρόβληµα. Η πολιτεία δεν µπορεί να αντικαταστήσει το χαµένο εισόδηµα. Οµως, το έλλειµµα αυτό στον οικογενειακό προϋπολογισµό αυτών των ανθρώπων θα δηµιουργήσει εκ των πραγµάτων κοινωνικές εντάσεις.
Και ενώ µε τους εργαζοµένους σε ξενοδοχεία και εστίαση µπορεί κανείς να υπολογίσει το µέγεθος του προβλήµατος, δεν ισχύει το ίδιο µε πολλές επιχειρήσεις που ζουν από τον τουρισµό και βρίσκονται στον τοµέα των υπηρεσιών ή της εφοδιαστικής αλυσίδας. Η τουριστική βιοµηχανία δεν είναι µόνο τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια. Τουριστικά γραφεία, µέσα µεταφοράς, εταιρείες τροφίµων, ξεναγοί, µικρά εµπορικά καταστήµατα. Οι εργαζόµενοι σε αυτούς τους τοµείς είχαν απασχόληση όλο τον χρόνο, ενώ τώρα απειλούνται οι θέσεις εργασίας τους.
Αυτό που δεν περίμενε η κυβέρνηση στις αρχές του καλοκαιριού και ενώ σχεδίαζε το άνοιγµα της οικονοµίας ήταν το δεύτερο κύµα του κορωνοϊού. Ακόµη δεν ξέρουµε πόσο αυτό θα επηρεάσει την «άλλη οικονοµία», εκείνη που δεν έχει άµεση σχέση µε τον τουρισµό. Λίγο ώς πολύ όλες οι επιχειρήσεις έχουν λάβει υπόψη τους τις δυσµενείς επιπτώσεις από το ναυάγιο του τουρισµού το 2020. Ακόµη και αν πετύχαιναν οι στόχοι της κυβέρνησης και των ξενοδόχων για έσοδα της τάξης των 5-6 δισεκατοµµυρίων ευρώ, η απώλεια του 75% θα ήταν βαριά.
Η κατάσταση δεν αλλάζει δραµατικά επειδή τα έσοδα θα είναι της τάξης των 3,5 δισεκατοµµυρίων ευρώ, σύµφωνα µε κάποιες πρώτες εκτιµήσεις. Εκείνο που έχει αλλάξει για την αγορά είναι οι προβλέψεις για τις ευρύτερες επιπτώσεις της πανδηµίας. Αυτό που δεν είχαν στα δεδοµένα τους µέχρι σήµερα είναι η πιθανότητα η Covid-19 να διατηρηθεί για περισσότερο χρόνο από όσο έλεγαν στην αρχή οι επιστήµονες. Ας µην ξεχνάµε ότι οι αρχικές εκτιµήσεις για τον κορωνοϊό έχουν ήδη διαψευστεί. Το καλοκαίρι δεν αναχαιτίστηκε η πανδηµία! Ο ιός δεν «πέθανε» στις υψηλές θερµοκρασίες. Ποιος ξέρει τι άλλο δεν γνωρίζουµε; Και αν τελικά θα έχουµε έγκαιρα στη διάθεσή µας ένα αποτελεσµατικό εµβόλιο.
Οι επιχειρήσεις λειτουργούν µέχρι σήµερα µε το βασικό σενάριο ότι το 2021 θα έχουµε µια αντίδραση V στην οικονοµία. Και αν δεν συµβεί έτσι; Αν τα πράγµατα εξελιχθούν άσχηµα; Αυτή και µόνο η υποψία αναστέλλει οποιαδήποτε επενδυτικά σχέδια, ενώ κάποιοι θα θελήσουν να πάρουν θέση άµυνας, µειώνοντας το κόστος λειτουργίας τους.
Όλη αυτή η κατάσταση δεν είναι ευχάριστη και δηµιουργεί συνθήκες ασφυξίας στην ίδια την κοινωνία. Κάτι που το έχει αντιληφθεί η αντιπολίτευση και δείχνει ότι θα προσπαθήσει να το εκµεταλλευτεί µε κάθε δυνατό τρόπο. Ανεξάρτητα από αυτό, η ευθύνη της διαχείρισης της κατάστασης βρίσκεται στην κυβέρνηση, η οποία πρέπει να κάνει το καλύτερο δυνατό για να αντιµετωπίσει αυτή την κρίση. Το ερώτηµα είναι αν επαρκούν οι οικονοµικοί πόροι για να αντιµετωπιστούν τόσο πολλές ανάγκες!
Ναι, για τη συνέχεια υπάρχει το πακέτο των 72 δισεκατοµµυρίων ευρώ, το οποίο κρίνεται σήµερα ως γενναίο µε βάση τα όσα ήδη γνωρίζουµε. Θα είναι επαρκή αυτά τα κεφάλαια αν η κρίση γενικευτεί; Αλλά και πάλι τα κεφάλαια αυτά ή όσα άλλα χρειαστούν αφορούν το µέλλον. Οχι τον χειµώνα που έρχεται.
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]
*Αναδημοσίευση από στη στήλη «Εκ θέσεως» του Φιλελεύθερου που κυκλοφόρησε το Σάββατο 22 Αυγούστου.