Του Ανδρέα Ζαμπούκα
«Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε/ η εποχή, τα βάρη, οι συνθήκες/ κι άλλοι την πάθανε που τότε είπαν το ναι/ και δεν ακούσανε των παλιών τις υποθήκες…» Μ. Αναγνωστάκης
Τις μεγαλύτερες αλήθειες τις ακούσαμε από τους ποιητές μας. Τους δικούς μας ποιητές. Τους Αριστερούς, τους Δεξιούς, τους «μηδενιστές» μας…
Eίναι όμως, η βαριά μοίρα των τυχαίων ανθρώπων να επωμίζονται τα βάρη που δεν τους αναλογούν. Να φέρουν πάνω τους, τη σαγήνη της ευκολίας και να γίνονται ανάρπαστοι για τον τυχοδιωκτισμό της εξουσίας.
Ο Ομπάμα δίπλα στον Καμμένο, ο Ομπάμα δίπλα στον Παυλόπουλο, ο Ομπάμα δίπλα στον Τσίπρα. Το μεγαλύτερο κοντράστ πολιτικού μεγέθους, ως τώρα. Δεν πρόκειται για τη σύγκριση μεταξύ υπερδύναμης και «περιφερειακού επαίτη» αλλά για την τεράστια διαφορά των προσώπων που αναλαμβάνουν τον ρόλο τους. Είναι η απόσταση αυτού που ξέρει τι κάνει και αυτού που ακόμα αναρωτιέται γιατί το κάνει. Του δεινού «επαγγελματία» και του «ερασιτέχνη» που προσπαθεί να ανταποκριθεί σε μία αποστολή, χωρίς ποτέ να την έχει πιστέψει.
Ο Αλέξης Τσίπρας είπε το ναι, γιατί δεν άκουσε «των παλιών τις υποθήκες». Δεν τις ήξερε. Δεν είχε ιδέα πως είναι. Νόμισε ότι όλα γίνονται περίπου σαν να μην γίνονται..! Γιατί δεν φαντάστηκε ποτέ του ότι θα μπορούσε να βρεθεί στην διαδικασία να γίνουν. Εκλέχτηκε στην αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ, όχι για να κυβερνήσει τη χώρα αλλά για να συνεχίσει επάξια το έργο της Αριστεράς των αρνητών. Όχι κάποιων δημιουργών.
Μήπως όμως, είμαστε μια κοινωνία αρνητών και γι΄αυτό εκλέγουμε αυτούς τους ηγέτες; Μήπως δεν είναι μόνο το ζήτημα της Αριστεράς αλλά ένα φαινόμενο συμπλεγματικής τάσης απέναντι στο εκτόπισμα της δράσης και της δημιουργίας;
Ας είμαστε σοβαροί. Υπάρχουν Έλληνες που θα έκαναν τον Ομπάμα να φαίνεται απλά θετικός μπροστά τους. Υπάρχουν Έλληνες που η ηγετική τους φυσιογνωμία θα υπερκάλυπτε όχι μόνο τον Ομπάμα αλλά ολόκληρο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Γενναίοι, σημαντικοί, αποφασισμένοι, σίγουροι και ευφυέστατοι, έτοιμοι να πείσουν με την δουλειά τους και να στηρίξουν τη χώρα. Που είναι; Εκεί που δεν κινδυνεύει η αξιοπρέπειά και ο αυτοσεβασμός τους και όχι σε ένα σαθρό πολιτικό σύστημα «ευνούχων», «θεραπαινίδων» και πρόσφατα «κατσαπλιάδων»!
Αναμφίβολα, ούτε η αμερικάνικη κοινωνία είναι το μέρος που η σοβαρότητα κυριαρχεί ως πολιτική επιλογή. Το είδαμε και με την εκλογή Τραμπ αλλά και η Χίλαρι δεν θα γινόταν ποτέ ηγέτης των μεγάλων προσδοκιών. Η διαφορά βρίσκεται στην συχνότητα παραγωγής leaders και όχι στην πολιτική κουλτούρα. Και όχι μόνο σε κυβερνητικό επίπεδο αλλά σε όλα τα στρώματα διοίκησης της κοινωνίας.
Δεν μπορώ να υπολογίσω το ποσοστό των Ελλήνων που επιθυμούν να «συμπαθούν» και να οικτίρουν τους ηγέτες τους- θα είναι μεγάλο- και όχι να τους θαυμάζουν. Καταλαβαίνω όμως, πολύ καλά, την αγωνία ενός άλλου ποσοστού που δεν ανέχεται πια τον διασυρμό της εθνικής του συνείδησης από καρικατούρες «παλιών φαντασμάτων» που επωμίστηκαν ρόλους ανάξιους των δυνατοτήτων τους.
Η χώρα έχει ανάγκη από ανάταση και αυτό δεν είναι μόνο θέμα προσώπων. Είναι ζήτημα πλειοψηφούσας ανάγκης και συλλογικής ετοιμότητας. Μπορεί να είναι εύκολο το «πιο χαμηλά» αλλά σε λίγο, θα είναι θέμα επιβίωσης το «λίγο ψηλότερα».
Λυπάμαι κι εμάς όλους, λυπάμαι όμως, κι εκείνον. Γιατί, είμαι σίγουρος, πως καλά δεν περνάει, όσο αναίσθητος κι αν είναι. Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε/κι οι άνθρωποι γεμάτοι είναι τώρα απαιτήσεις/αφού σήμερα δε θά 'λεγε το ίδιο το ναι/τώρα περίσσεψαν η σύνεση και η κρίση…