Αυτό που δεν είδε ο Πρωθυπουργός στην Κρήτη

Αυτό που δεν είδε ο Πρωθυπουργός στην Κρήτη

Του Μάνου Παπάζογλου

Η επίσκεψη του Πρωθυπουργού σε μία από τις περιφέρειες της χώρας αποτελεί μία θεμιτή πρωτοβουλία. Γιατί η κυβέρνηση καλείται να υπερασπισθεί κυβερνητικό έργο με τοπικό ενδιαφέρον, και ταυτόχρονα να δεσμευτεί για έργα και παρεμβάσεις τοπικού ενδιαφέροντος. Καλείται, δηλαδή, να ανταποκριθεί στη σχέση αντιπροσώπευσης με το εκλογικό σώμα με έργα και προτάσεις, να λάβει υπόψη αιτήματα και συμφέροντα, δίχως να προκαλεί διαιρέσεις μεταξύ κομματικών οπαδών και αντιπάλων.

Ο Πρωθυπουργός δεν ξέφυγε από την παράδοση αρκετών προκατόχων του και των αδυναμιών των «παλαιοκομματικών» κυβερνήσεων. Τα περισσότερα από τα ζητήματα όφειλαν να έχουν επιλυθεί από τις διοικητικές υπηρεσίες των υπουργείων, των περιφερειών και των δήμων. Παρόμοια αδυναμία προκύπτει και από την μικρή κατανόηση του μοναδικού αναπτυξιακού κεφαλαίου της Κρήτης πάνω στους πυλώνες της πρωτογενούς παραγωγής (και της εμπορικής εκμετάλλευσής της), της τουριστικής υποδομής (και της ραγδαίας ποιοτικής και ποσοτικής ανάπτυξης του κλάδου), του ερευνητικού δυναμικού (με διεθνείς διακρίσεις του πανεπιστημιακού προσωπικού).

Ελάχιστα ειπώθηκαν σχετικά με την εξέλιξη (και όχι την αναγγελία) έργων και παρεμβάσεων τα οποία θα βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο ενός σκληρά εργαζόμενου τοπικού πληθυσμού, ο οποίος συμβάλλει με τους καρπούς του στον εθνικό πλούτο όσο λίγες περιφέρειες. Ελάχιστα ειπώθηκαν σχετικά με τους κινδύνους για τη βιώσιμη ανάπτυξη της νήσου, τόσο από επισφαλείς μορφές ανάπτυξης (και τις ανισότητες εις βάρος ορισμένων κοινωνικών ομάδων στην ενδοχώρα και τα αστικά κέντρα), όσο και από την κρίση η οποία δοκιμάζει τις αντοχές τμημάτων του πληθυσμού, αλλά και των υποδομών.

Ένα άλλο ζήτημα το οποίο πιθανώς δεν διαπίστωσε ο Πρωθυπουργός είναι η μέγγενη που σφίγγει κάθε κυβέρνηση ανεξαιρέτως στην εποχή της οικονομικής κρίσης. Τα πρόδρομα στοιχεία αυτής της μέγγενης εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ εντοπίζονται ήδη από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015.

Μέχρι τις εκλογές 2009 το ποσοστό ψήφων του ΣΥΡΙΖΑ στην Κρήτη ήταν χαμηλότερο εκείνου που λάμβανε στην επικράτεια, ένα στοιχείο που επιβεβαιώθηκε και στις εκλογές του Μαΐου 2012. Από τις εκλογές Ιουνίου 2012 ξεκινά η μαζική μετακίνηση Κρητών ψηφοφόρων στον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τα ποσοστά του σε όλες τις περιφέρειες της Κρήτης υπερβαίνουν το ποσοστό του στην επικράτεια (κατά 7% σε Ηράκλειο και Χανιά και έως 2% σε Ρέθυμνο και Λασίθι).

Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνεται και ενισχύεται στις εκλογές Ιανουαρίου 2015, οπότε το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στην Κρήτη εκτινάσσεται με τιμές από +7% (Λασίθι) έως και 11% (Ηράκλειο). Η ίδια τάση παρατηρείται και στις εκλογές Σεπτεμβρίου 2015. Αν και ο ΣΥΡΙΖΑ επιτυγχάνει πολύ υψηλά ποσοστά, απέχει πολύ από τις επιδόσεις του ΠΑΣΟΚ το 2009. Χαρακτηριστικά η καλύτερη επίδοσή του (47,85%, Ηράκλειο, Ιανουάριος 2015) εξακολουθεί να υστερεί έναντι του 62,74% του ΠΑΣΟΚ (Ηράκλειο, εκλογές 2009).

Ακόμη, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει σημαντικότερη διείσδυση στους εκλογείς Ηρακλείου και Χανίων (7-10% πάνω από το ποσοστό επικρατείας) σε σύγκριση με τους εκλογές Ρεθύμνου και Λασιθίου (υπέρβαση κατά 3-7%).

Ωστόσο, μία προσεκτική εξέταση του πραγματικού αριθμού ψηφοφόρων μας αποκαλύπτει ότι στις τέσσερις εκλογικές περιφέρειες της Κρήτης ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 31.750 ψήφους (ή 19,67%) μεταξύ Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου 2015. Σημαντικό ποσοστό των ψηφοφόρων που εγκατέλειψαν τον ΣΥΡΙΖΑ κατά κύριο λόγο απείχαν, είτε επέλεξαν άλλο κόμμα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να κυριαρχήσει πολιτικά στην Κρήτη καταλαμβάνοντας δέκα από τις δέκα έξι έδρες, αν και δεν κατόρθωσε να προσεγγίσει τα ιστορικά υψηλά ποσοστά του ΠΑΣΟΚ. Ο Πρωθυπουργός θεωρήσει ασφαλές εκλογικό προπύργιο την Κρήτη. Η σιωπηλή διαμαρτυρία με την οποία ο ίδιος ενδεχομένως δεν ήρθε αντιμέτωπος στην Κρήτη έχει εκφραστεί ήδη από τον Σεπτέμβριο 2015 με την απώλεια ψήφων. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, καν να καταφύγουμε σε δημοσκοπικά ευρήματα.

Η εκλογική κυριαρχία δεν ανακτάται με (ξεπερασμένες) εθιμοτυπικές επισκέψεις, ούτε με την ίδρυση ενός ακόμη πρωθυπουργικού γραφείου στην περιφέρεια. Απαιτούνται ρηξικέλευθες αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης, η οποία, δυστυχώς, εξακολουθεί να εμφανίζει ορισμένα από τα χειρότερα συμπτώματα του παρελθόντος: ο Πρωθυπουργός να αντιλαμβάνεται το ρόλο του περισσότερο ως αρχηγός κόμματος, και λιγότερο ως ο ιθύνων νους μίας συνεκτικής στρατηγικής και επιβλέπων της αποτελεσματικότητας της κρατικής μηχανής. Να κάνει εσφαλμένες επιλογές προσώπων με αποτέλεσμα ελάχιστα μέλη της κυβέρνησης να έχουν παραμείνει στο χαρτοφυλάκιό τους για διάστημα άνω του έτους. Σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς κρίσης εμπιστοσύνης προς τους πολιτικούς θεσμούς και το πολιτικό προσωπικό, η χρήση «παλαιών» εργαλείων για τη διασφάλιση της εκλογικής επιρροής είναι εκ προοιμίου αποτυχημένη.

 

*Ο κ. Μάνος Παπάζογλου είναι Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικών Συστημάτων, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου