«Ιβάν ο υπέροχος», «Το αγόρι που μπορεί να πετάξει», «Ρωσικός πύραυλος», «Διάδοχος του Νουρέγιεφ», αλλά και «Διάδοχος του Μπαρίσνικοφ»!
Μερικοί μόνον από τους υπερθετικούς χαρακτηρισμούς που χάρισαν στον μόλις εικοσιοκτάχρονο χορευτή, τόσο η διεθνής κριτική και το παγκόσμιο χορευτικό κοινό όσο ακόμη και οι ίδιοι οι ομότεχνοί του. Όλοι αυτοί που σήμερα τον τοποθετούν μόνο του στην κορυφή της ερμηνευτικής πυραμίδας του κλασικού μπαλέτου παγκοσμίως.
Ο Ιβάν Βασίλιεφ, ως πρώτος χορευτής των Μπολσόι, μέχρι το 2010 είχε χορέψει ήδη όλους σχεδόν τους πρωταγωνιστικούς ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου: Κουρσάρος, Σπάρτακος, Δον Κιχώτης, Ζιζέλ, Καρυοθραύστης, Εσμεράλντα, Λίμνη των Κύκνων, Μπαγιαντέρα κτλ.
Από το 2011 μαζί με την τότε σύντροφό του, την επίσης σπουδαία μπαλαρίνα Ναταλία Οσίποβα, αρχίζουν να συνεργάζονται και με άλλα διάσημα μπαλέτα, όπως το American Ballet Theater της Νέας Υόρκης, τη Σκάλα του Μιλάνου, το Κόβεν Γκάρντεν του Λονδίνου, το μπαλέτο της Οπερας του Παρισιού, του Σίδνεϊ κτλ.
Συνεργασίες που του έδωσαν την ευκαιρία να εδραιώσει ακόμη περισσότερο τη φήμη του και να χτίσει μέσα σε ελάχιστο χρόνο μία εκπληκτική καριέρα.
Ο κορυφαίος των κορυφαίων χορευτών πριν καταπλήξει για μια ακόμη φορά το ελληνικό κοινό στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στις 11 και 12 Δεκεμβρίου και λίγο πριν από την άφιξή του στην Ελλάδα, μίλησε στον «Φ» και τους Έλληνες θαυμαστές του.
Συνέντευξη στην Αγγελική Κώττη
-Ένα αγόρι γεννημένο στο μακρινό Βλαδιβοστόκ, τι έχει κρατήσει μέσα του από τα παιδικά του χρόνια; Πότε σκεφτήκατε ότι δεν θα μένατε εκεί, αλλά το ταλέντο σας θα σας ταξίδευε μακριά; Και πότε συνειδητοποιήσατε ότι θα ήταν πολύ «μακριά»;
Από την ηλικία των τεσσάρων χρόνων ξεκίνησα να χορεύω, πηγαίνοντας στη σχολή χορού του αδελφού μου για παρέα. Θυμάμαι ότι έκανα άλματα στον αέρα για να νιώσω ότι πετάω και να ακούω πάντα το «είσαι ακόμη πολύ μικρός, δεν μπορούμε να σε δεχτούμε». Όμως, με την υπομονή και την επιμονή μου αυτό άλλαξε. Πάντα πίστευα ότι θα πετύχαινα πάνω στη σκηνή και δούλεψα πολύ σκληρά για να το καταφέρω .
-Μόλις στα 29 σας είστε στην κορυφή του κλασικού μπαλέτου σε ολόκληρο τον κόσμο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν έχετε κάτι άλλο να κατακτήσετε. Κι ωστόσο, όσοι σας παρακολουθούμε στην καριέρα σας, ξέρουμε καλά πως δεν είναι έτσι. Ποιοι είναι οι επόμενοι στόχοι σας;
Θέλω να κάνω νέες συνεργασίες και μέσα από αυτές να μαθαίνω καινούργια πράγματα. Επιζητώ να βρίσκομαι σε συνεχή κίνηση, να βελτιώνομαι, να δοκιμάζομαι και να μη σταματά ποτέ το ενδιαφέρον μου για ό,τι καινούργιο. Βγαίνω στη σκηνή πάντα με την ίδια σκέψη: «Αυτή η φορά να είναι καλύτερη από την προηγούμενη».
-Έχετε ερμηνεύσει μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια, από το 2006 έως το 2010, σχεδόν όλους τους πρωταγωνιστικούς ρόλους που παρουσιάζονται σε διάφορες σκηνές. Έκτοτε, προφανώς, τους έχετε ξαναπαίξει πολλές φορές. Τι διαφέρει όσο προχωρά η ηλικία και αποκτάτε εμπειρία ζωής; Επηρεάζεται η ερμηνεία σας;
Όλα αυτά τα χρόνια έχουν υπάρξει πολλές σημαντικές στιγμές στην επαγγελματική μου ζωή, όπως στη Μετροπόλιταν Όπερα, στο Κόβεν Γκάρντεν, στη Σκάλα και πολλές άλλες ακόμη. Πάντα προσπαθούσα και πάντα θα προσπαθώ να εξελίσσομαι, να συνεργάζομαι με καινούργιους καλλιτέχνες και να μαθαίνω από αυτούς. Όση χαρά μου δίνει ο χορός, άλλη τόση μου δίνει και το να βοηθάω άλλους καλλιτέχνες.
-Το μπαλέτο έχει παγκόσμια «γλώσσα». Έχει, ωστόσο, τη δική του ιδιαίτερη παράδοση σε διάφορες χώρες, ανάμεσα στις οποίες και η πατρίδα σας. Μιλήστε μας για το ρωσικό μπαλέτο. Έχει ακόμα δυναμική; Και αν ναι, γιατί;
Το ρωσικό μπαλέτο αναμφισβήτητα έχει βάλει τις βάσεις στο κλασικό μπαλέτο. Πολλοί σημαντικοί χορευτές και χορογράφοι σε όλο τον κόσμο, που αυτή τη στιγμή μεσουρανούν, έχουν ξεκινήσει από τα Μπολσόι, τα Μαριίνσκι. Αυτό και μόνο το γεγονός δείχνει τι σπουδαία δουλειά γίνεται ακόμα στη χώρα μου. Παρ'' όλα αυτά, το μέλλον του κλασικού μπαλέτου δεν δείχνει να είναι πολύ ενθαρρυντικό, αλλά εγώ γνωρίζω καλά ότι ένας κλασικός χορευτής έχει την ικανότητα να χορέψει όλα τα είδη, ενώ το αντίστροφο δεν γίνεται.
-«Νιώθω μεγάλη τιμή αλλά και τεράστια ευθύνη να με συγκρίνουν με τον Ρούντολφ Νουρέγιεφ και τον Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ. Εκείνοι ήταν θρύλοι κι εγώ απλά ένας χορευτής» είπατε κάποτε. Τι επίδραση είχε σε σας καθένας τους;
Παλιότερα ο Μπαρίσνικοφ ήταν το πρότυπό μου, όσο περνάνε τα χρόνια με εμπνέει το πνεύμα και η ενέργεια του Νουρέγιεφ.
-Το κλασικό μπαλέτο είναι μια κλασική τέχνη. Μπορεί να υπάρξει ανανέωση σε αυτόν τον τομέα; Πώς;
Σύγχρονος και μοντέρνος χορός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το κλασικό μπαλέτο. Από εκεί βασίζονται και εμπνέονται και όσο θα υπάρχει εξέλιξη στον χορό, το κλασικό μπαλέτο θα την καθοδηγεί.
-Η αυστηρή πειθαρχία που χρειάζεται η τέχνη που επιλέξατε, σας στερεί κάτι από την προσωπική σας ζωή; Τελικά πιστεύετε ότι αξίζει να είναι κανείς «στρατιώτης», παρ'' όλες τις δυσκολίες; Τι θα λέγατε σε ένα νέο παιδί;
Θα σας πω κάτι που ίσως ακουστεί περίεργο, αλλά για μένα ο χορός δεν απαιτεί καμία θυσία. Είναι κάτι που με ευχαριστεί, είναι ένας συνδυασμός εργασίας μαζί με άσκηση και διασκέδαση. Ο χορός είναι η ζωή μου! Σε ένα νέο παιδί θα έλεγα να παραμερίσει τις ανασφάλειές του και να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που του δίνονται και να ζήσει το όνειρό του.
Ο Βασίλιεφ μέσα από τα δικά του λόγια:
Άρχισα να χορεύω σε ηλικία τεσσάρων ετών, ακολουθώντας για παρέα στη σχολή χορού τον αδελφό μου Βίκτωρ.
Το «είσαι ακόμη πάρα πολύ μικρός, δεν μπορούμε να σε δεχτούμε» άλλαξε με την υπομονή και την επιμονή μου και από τότε, ανεξάρτητα αν φοιτούσα σε μία σχολή σύγχρονου ή κλασικού χορού ή στην Ακαδημία Μπαλέτου, πάντα ήμουν τουλάχιστον τρία τέσσερα χρόνια νεότερος απ' τους συμφοιτητές μου.
Στην αρχή οι άλλοι δεν διέκριναν κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο σε εμένα, μέχρι και τα 12 χρόνια μου, όπου κέρδισα έναν διαγωνισμό παρουσιάζοντας πρόγραμμα για ενήλικες.
Το ίδιο συνέβη και στην Ακαδημία Μπαλέτου, όπου εκτός της μικρότερης ηλικίας μου, έγινα επίσης δεκτός κατευθείαν στο τρίτο έτος. Κι εκεί οι αμφιβολίες εξανεμίστηκαν όταν άρχισα να κερδίζω τα πρώτα μετάλλια.
Η πιο συγκινητική στιγμή μου, όμως, σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες διακρίσεις και βραβεία, ήταν το 2005 στον διαγωνισμό της Μόσχας, στη σκηνή του θεάτρου Μπολσόι.
Από τότε υπήρξαν φυσικά πολλές σημαντικές στιγμές στην επαγγελματική μου ζωή, στη Μετροπόλιταν Οπερα, στο Κόβεντ Γκάρντεν, στη Σκάλα κ.ά.
Ξεκίνησα την καριέρα μου κόντρα στις προβλέψεις, στις αμφιβολίες, στα ερωτηματικά. Μία ρωσική παροιμία λέει «αν φοβάσαι τους λύκους, μην περπατήσεις στο δάσος». Απλά εγώ δεν είχα τίποτα να φοβηθώ. Παραμέρισα τις ανασφάλειές μου και πήρα την ευκαιρία μου.
Ο κόσμος λέει πως ξεχωρίζω γιατί αψηφώ με ευκολία τους νόμους της βαρύτητας. Για τις κινήσεις, τις πιρουέτες, το ότι μένω παραπάνω στον αέρα στα άλματά μου. Δεν ξέρω πώς το κάνω. Δεν μπορώ να πω αν είναι αποτέλεσμα της πολλής δουλειάς ή του ταλέντου. Δεν πήγα ποτέ σε γυμναστήριο αλλά είμαι δυνατός. Ίσως λοιπόν να είναι δώρο της φύσης. Παρ' όλα αυτά συνεχίζω να δουλεύω πάνω στα άλματα και να τελειοποιώ τις κινήσεις.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 30 Νοεμβρίου