Του Ανδρέα Μήλιου*
Το όραμα της ενωμένης Ευρώπης αναδύθηκε από τα ερείπια του καταστροφικού Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την εκατόμβη των εκατομμυρίων νεκρών, τράφηκε με τις αξίες της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας και θέριεψε με τη σχεδόν ολοκληρωτική αποδοχή της από τα κράτη-μέλη και τους πολίτες τους. Τα πενήντα από τα εβδομήντα χρόνια ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και στη συνέχεια Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν ανέφελα, τα καλύτερα που έζησαν οι λαοί της Ευρώπης. Όταν μάλιστα το 1989 αποδήμησε εις Κύριον ο ανελεύθερος και δυναστικός «υπαρκτός σοσιαλισμός», οι περισσότεροι πίστεψαν ότι η νίκη της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας και του κράτους δικαίου είναι οριστική και, ελλείψει αντιπάλου, θα μακροημερεύσουν ως πολιτικό-ιδεολογικό σύστημα.
Από τη δεκαετία του 1990, άρχισαν όμως να λαμβάνουν χώρα γεγονότα που σε λίγα χρόνια θα συνέβαλαν στη σιωπηρή διάβρωση των θεμελίων του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Τα γεγονότα αυτά ήταν, η πρώιμη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση των πρώην κομμουνιστικών χωρών που δεν είχαν δημοκρατική παράδοση διακυβέρνησης, οι πόλεμοι της Γιουγκοσλαβίας, του Ιράκ, της Λιβύης και της Συρίας και οι απότοκες των πολέμων αυτών συνέπειες, κυριότερες των οποίων είναι η προσφυγική κρίση και η αναβίωση του εθνικισμού και εθνολαϊκισμού στην Ευρώπη. Για λόγους που δεν επιβεβαιώθηκαν και δεν εξηγήθηκαν ποτέ επαρκώς, οι πόλεμοι αυτοί διεξήχθησαν με μπροστάρηδες τις Η.Π.Α. και παρακολουθήματα την πλειονότητα των χωρών της Ε.Ε., που συμμετείχαν ανυποψίαστες, χωρίς να αναλογισθούν τις συνέπειες που αυτοί θα είχαν για την Ευρώπη.
Ο πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας, που έγινε με πρόφαση την αποτροπή της επιρροής της Ρωσίας στα Βαλκάνια, διέλυσε μια πολυεθνική- πολυκοινοτική χώρα, στην οποία οι πληθυσμοί των κοινοτήτων ζούσαν μονιασμένα για μισό περίπου αιώνα. Το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. στήριξαν απροκάλυπτα τους καθολικούς Σλοβένους και Κροάτες για λόγους θρησκευτικής συγγένειας και ανεξήγητα τους μουσουλμάνους της Βοσνίας και του Κοσσυφοπεδίου και πολέμησαν ομόθυμα του ορθόδοξους Σέρβους, παραδοσιακούς συμμάχους της Ρωσίας. Εικοσιπέντε χρόνια μετά, η Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο βολοδέρνουν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, με το τελευταίο να αλληθωρίζει προς την Αλβανία. Τα αποτελέσματα της στρατηγικά αστόχαστης ενέργειας είναι γνωστά. Καραβάνια προσφύγων από τη Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο αναζήτησαν καλύτερη τύχη στους παραδείσους της Ε.Ε. και την Ελβετία και έκρηξη επενδύσεων σημειώθηκε στη Βοσνία από χώρες με κοινές θρησκευτικές και πολιτισμικές παραδόσεις (χώρες της Αραβικής χερσονήσου, Ιράν και Τουρκία), στους τομείς της θρησκείας (τζαμιά), της εκπαίδευσης (ισλαμικά σχολεία), της διατροφής, του τουρισμού και της ακίνητης περιουσίας. Ένας ισλαμικός θύλακας, ξένος προς τον πολιτισμό της Δύσης, δημιουργήθηκε, χωρίς ιδιαίτερη περίσκεψη, στο υπογάστριο της Ευρώπης, ο οποίος μελλοντικά θα μπορούσε να αφήσει περιθώρια δράσης στον ισλαμικό φονταμενταλισμό.
Οι πόλεμοι του Ιράκ, της Λιβύης και της Συρίας έχουν πολλά κοινά. Με πρόφαση την εκδίωξη των αυταρχικών ηγετών και την παραγωγή χημικών όπλων (Ιράκ) διαλύθηκαν ισλαμικές χώρες στις οποίες ζούνε άνθρωποι διαφορετικών ισλαμικών δογμάτων και διαφορετικών φυλών(Λιβύη). Η Λιβύη του αυταρχικού Μ. Καντάφι κατάφερνε να διατηρεί τη συνοχή μιας φυλετικά και θρησκευτικά διασπασμένης χώρας, να αποτελεί ανάχωμα στις μεταναστευτικές ροές από τις χώρες της κεντρικής Αφρικής προς την Ευρώπη και να τροφοδοτεί με υδρογονάνθρακες την τελευταία. Στο Ιράκ και στη Συρία τα διάφορα ισλαμικά δόγματα και φατρίες είχαν βρει τις ισορροπίες τους και ζούσαν ειρηνικά, κάτω από αυταρχικές ηγεσίες.
Με την εξόντωση του Μ. Καντάφι και του Σαντάμ Χουσεΐν και την προσπάθεια εκδίωξης του Άσαντ, αναβίωσε ο ακραίος ισλαμικός φανατισμός, που κορυφώθηκε με τον ειδεχθή Τζιχατισμό στη Συρία, και παράλληλα αποκαλύφθηκε ξεκάθαρα ότι αυτοί οι λαοί δεν μπορούν να ζήσουν σε καθεστώς φιλελεύθερης δημοκρατίας δυτικού τύπου, επειδή οι αξίες του Ισλαμισμού δεν έχουν καμία συγγένεια με τις αξίες της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας. Είναι άλλωστε γνωστό ότι σε κανένα μουσουλμανικό κράτος δεν ευδοκιμεί το δημοκρατικό πολίτευμα δυτικού τύπου.
Όλοι αυτοί οι πόλεμοι είναι οι κύριοι υπαίτιοι για τη σημερινή κατάσταση της Ευρώπης, διότι προκάλεσαν ένα ντόμινο απρόβλεπτων εξελίξεων. Η καταστροφή των ισλαμικών χωρών της Β. Αφρικής και της Μ. Ανατολής και οι απότοκες σκληρές θρησκευτικές συγκρούσεις στα εδάφη τους προκάλεσαν και συνεχίζουν να προκαλούν τεράστια κύματα προσφύγων που αναζητούν την τύχη τους στην Ευρώπη.
Όμως, οι πολιτισμικές και θρησκευτικές διαφορές των εκατομμυρίων μουσουλμάνων προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη φαίνεται πως προκάλεσαν τα χριστιανικά ήθη, ιδεώδη και το αίσθημα ασφάλειας των Δυτικοευρωπαίων και πυροδότησαν την άνοδο των εκλογικών ποσοστών των ακροδεξιών, των εθνικιστών και των εθνολαϊκιστών σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Όπως δείχνουν τα εκλογικά ποσοστά των εν λόγω ομάδων στις χώρες της Ευρώπης, η σύγκρουση των πολιτισμών, για την οποία, προφητικά, πρώτος μίλησε ο καθηγητής του Χάρβαρντ Σάμουελ Χάντινγκτον τη δεκαετία του '90, άρχισε να βρίσκει ενδιαίτημα στα ειρηνικά παλάτια της Ευρώπης και, εάν η τελευταία δεν κατορθώσει σύντομα να βρει πειστικές λύσεις στα ζέοντα προβλήματα του προσφυγικού και της επανεμπέδωσης της κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινωνικής συνοχής στις χώρες της, η πιθανότητα να γίνει η Ευρώπη κοιτίδα ανάφλεξης ενός πολέμου των πολιτισμών αρχίζει, όλο και περισσότερο, να κερδίζει έδαφος.
Πόσο θλιβερό θα είναι να χαθούν ζωές στον 21ο αιώνα από τη σύγκρουση των πολιτισμών, αυτών των σύνθετων κραμάτων εμπεδομένων αξιών, ηθών, εθίμων, θρησκευτικής πίστης, παιδείας, και επιτευγμάτων τέχνης και τεχνολογίας, που εξευγενίζουν τη φύση του ανθρώπου και φέρνουν τους λαούς πιο κοντά. Πόσο λυπηρό θα είναι να επιτρέψουμε στη θρησκευτική μισαλλοδοξία να διαφεντέψει πάλι τις ζωές μας, όπως συνέβη επανειλημμένα στο παρελθόν. Τα κτηνώδη εγκλήματα των Τζιχαντιστών στη Ν. Υόρκη, στο Παρίσι και στη Συρία είναι πράξεις που δεν συνάδουν με τη φύση του ανθρώπινου είδους, γι' αυτό είναι χρήσιμο να τα διατηρούμε νωπά στη μνήμη μας.
* Ο Ανδρέας Μήλιος είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, οικονομολόγος
Φωτογραφία: AP