Ατόπημα

Η απόφαση της κυβέρνησης να φέρει στη Βουλή προς ψήφιση, εν μέσω πανδημίας,  δύο πολύ σημαντικά νομοσχέδια,  για την Παιδεία και το Περιβάλλον, είναι πολιτικό ατόπημα.

Πρόκειται για μια καθαρά πολιτική απόφαση, γιατί το γράμμα του νόμου και του κανονισμού της Βουλής θα τηρηθεί, αν και διατυπώνονται και επί της κοινοβουλευτικής διαδικασίας ενστάσεις, με πιο χαρακτηριστική αυτή του καθ.Συνταγματικού Δικαίου Ξενοφώντα Κοντιάδη όπως τη διατύπωσε σε σχόλιό του, στην προσωπική του σελίδα στο facebook. Αλλά το ζήτημα για εμάς υπερβαίνει κατά πολύ τα της διαδικασίας. Είναι πολιτικό και δηλωτικό αντίληψης για τη διακυβέρνηση και τη λειτουργία της δημοκρατίας γι αυτό και βρίσκουμε ακατανόητη την απόφαση του πρωθυπουργού να προχωρήσει στην ψήφιση δύο εμβληματικών νομοσχεδίων για πολιτικά ζητήματα που είχαν την κεντρική θέση στον πολιτικό λόγο του Κυριάκου Μητσοτάκη προσωπικά, από την πρώτη μέρα που εξελέγη πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

Καταρχάς, είναι αδιανόητο οι πολίτες, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών, οι φοιτητές (αν και το νομοσχέδιο για την Παιδεία δεν τους αφορά ευθέως) να μην έχουν τη δυνατότητα ασφαλούς διαδήλωσης τυχόν διαφωνιών τους. Το ξέρουμε ότι σε αρκετούς προκαλεί δυσαρέσκεια η διαμαρτυρία αλλά όχι στον Κυριάκο Μητσοτάκη που είναι ένας αληθινός φιλελεύθερος και βαθιά δημοκράτης πολιτικός.

Η διαμαρτυρία είναι που προκαλεί τη συζήτηση και δίνει την ευκαιρία στην κυβέρνηση να υπερασπιστεί τις τομές που εισάγει με τα νομοσχέδια, δίνει στην κυβέρνηση την ευκαιρία να δώσει μια καλή ιδεολογική μάχη. Γιατί σε ποια άλλα πεδία μπορεί μια ευρωπαϊκή πολιτική δύναμη να δώσει μια ιδεολογική μάχη, να συγκρουστεί με τις αριστερές ιδεοληψίες, αν όχι σε αυτά της Παιδείας και του Περιβάλλοντος;

Η Βουλή και οι βουλευτές είναι ήδη αποδυναμωμένοι από το περίφημο «επιτελικό κράτος» που είναι εξαιρετικό εργαλείο για να κυβερνά αποτελεσματικά ο πρωθυπουργός αλλά όχι για τη φιλοσοφία του πολιτεύματος που θέλει την πολιτική ζωή της χώρας να περιστρέφεται γύρω από τη Βουλή και τους Βουλευτές. Αυτή είναι μια θεωρητική μας διαφωνία μας με την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό στην οποία θα επιστρέφουμε σε κάθε ευκαιρία. Ήδη λοιπόν οι βουλευτές καλούνται να ψηφίζουν νομοσχέδια στη δημιουργία των οποίων επί της ουσίας, έχουν συμμετάσχει ελάχιστα ή και καθόλου. Δεν είναι δυνατόν να περνάνε και χωρίς συζήτηση στην κοινωνία.

Έχει κάτι να φοβηθεί η κυβέρνηση και δεν θέλει διάλογο στην κοινωνία για τα νομοσχέδια της για την Παιδεία και το Περιβάλλον; Η ερώτησή δεν είναι ρητορική γιατί πραγματικά δεν βλέπουμε να υπάρχει κάτι να φοβάται. Και ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία διαθέτει και ένα πλήθος διατάξεων που προβλέπουν και τα δύο νομοσχέδια έχουν έρεισμα και βρίσκουν απήχηση στην κοινωνία. Άλλες, βέβαια, διατάξεις, ειδικά στο περιβαλλοντικό νομοσχέδιο είναι βαθιά προβληματικές και έρχονται κόντρα στην εξαγγελία του Κυριάκου Μητσοτάκη για βιώσιμη ανάπτυξη.

Γιατί να μην γίνει η συζήτηση λοιπόν;
Γιατί οι πολίτες να μην μπορούν να διαμαρτυρηθούν με ασφάλεια;
Γιατί τόση βιασύνη;

Θα ήταν παράλειψη να μην κάνουμε και μια αναφορά στο ύφος του υπουργού Περιβάλλοντος κ.Κωστή Χατζηδάκη ο οποίος για λόγους που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε, δυσφορεί και στην παραμικρή αντίρρηση που θα ακούσει. Στις εμφανίσεις του στην τηλεόραση μέχρι και γκριμάτσες κάνει σε όποιον τολμήσει να σχολιάσει το παραμικρό που δεν θα του αρέσει. Γιατί τόσο μεγάλη δυσανεξία ακόμα και στη συζήτηση;

Η κυβέρνηση πραγματικά δεν έχει κανένα λόγο να βιάζεται. Επί της ουσίας είναι πανίσχυρη. Οι πολίτες, ακόμα και οι περισσότεροι από αυτούς που δεν την ψήφισαν, έχουν καταλάβει και εκτιμήσει τη νέα αντίληψη στη διακυβέρνηση που κομίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μην τα παραβλέπουμε αυτά γιατί η διαχείριση της καθημερινότητας και η διακυβέρνηση στις λεπτομέρειες μόνο επιφανειακά δείχνουν ανιαρές. Κάθε τι, ακόμα και το πιο μικρό, αφήνει το αποτύπωμά του και όλα μαζί, συνολικά, θα μείνουν ως η πολιτική κληρονομιά διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αυτό είναι το περίφημο legacy. Γράφεται μέρα με την ημέρα, λέξη προς λέξη. Είναι πραγματικά κρίμα μια τόση δυναμική αντίληψη για την πολιτική να ανακόπτεται από αυτά που σήμερα τα παρατηρούν ελάχιστοι αλλά αύριο, όσοι θα γράψουν την ιστορία, αυτά είναι που θα διακρίνουν πρώτα.