Τα πάντα δείχνουν μια τέλεια καταιγίδα σε πλήρη εξέλιξη. Το φως στο τούνελ του πολέμου που δεν διαφαίνεται, οι υψηλές τιμές ενέργειας, ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού, τα επιτόκια που αυξάνονται, η συμφόρηση των αλυσίδων εφοδιασμού, η Κίνα, όλα μαζί λειτουργούν σαν ένα αυτοτροφοδοτούμενο σπιράλ, προαναγγέλλοντας ότι τα χειρότερα έρχονται στις αγορές, τονίζει στο Liberal ο αναλυτής της Bank of America, Αθανάσιος Βαμβάκιδης. «Τίποτα δεν είναι δωρεάν. Όσοι πήραν υπερβολικά ρίσκα την εποχή του εύκολου χρήματος, τώρα θα πρέπει να πληρώσουν το λογαριασμό», αναφέρει ο Managing Director και επικεφαλής Παγκοσμίων Δραστηριοτήτων της BofA.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Οι αγορές μοιάζουν να είναι αντιμέτωπες με την τέλεια καταιγίδα. Ποια η γνώμη σας;
Είμαστε σίγουρα σε κίνδυνο. Οι ξένες χρηματιστηριακές αγορές υποχωρούν 17% από την αρχή του έτους, καθώς τα επιτόκια έχουν αυξηθεί σε όλους τους τομείς. Οι επενδυτές πωλούν μετοχές και ομόλογα, αυξάνοντας τις θέσεις τους σε ρευστό.
Η αγορά έχει τιμολογήσει την αυστηροποίηση των νομισματικών πολιτικών από τις κεντρικές τράπεζες ως την απάντηση στις ισχυρές «εκπλήξεις» από τον πληθωρισμό και την ιστορικά χαμηλή ανεργία. Οι κίνδυνοι του στασιμοπληθωρισμού αυξάνονται, όσο ο πληθωρισμός καλπάζει και οι αγορές «βλέπουν» επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Οι υψηλές τιμές ενέργειας, η συμφόρηση των αλυσίδων εφοδιασμού και τα γεωπολιτικά ρίσκα κάνουν την ήδη κακή κατάσταση, ακόμη χειρότερη. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στο αρνητικό μείγμα προστίθεται και η Κίνα, με την οικονομία της να αδυνατίζει συνεχώς, όσο συνεχίζεται το εκτεταμένο lockdown και μαζί του η πολιτική «μηδενικής ανοχής» κατά της Covid. Τα πάντα δείχνουν μια τέλεια καταιγίδα.
Τι είναι αυτό που θα εκτονώσει την καταιγίδα; Ποτέ θα πούμε ότι τώρα ισορροπούμε σε ένα νέο σημείο;
Το καλύτερο σενάριο θα έρθει μόνο αν αρχίσουμε να βλέπουμε τον πληθωρισμό να πέφτει. Προς ώρας έχουμε να αντιμετωπίσουμε μόνο σημαντικούς κινδύνους. Οι προσκλήσεις είναι μπροστά μας. Οι παγκόσμιες μετοχές παραμένουν 13% πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα, παρά την πρόσφατη βίαια διόρθωση. Η FED μόλις τώρα άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια της. Η ΕΚΤ δεν έχει καν ξεκινήσει τις αυξήσεις, παρά συνεχίζει την πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης. Φως στο τούνελ του πολέμου δεν διαφαίνεται και σύντομα μπορεί να ακολουθήσουν κυρώσεις από ΕΕ προς τη Ρωσία για τα ενεργειακά της προϊόντα.
Αναμένουμε περαιτέρω συρρίκνωση του κινεζικού ΑΕΠ κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, όσο παραμένουν οι περιορισμοί για την Covid. Για να μιλήσουμε για ένα καλύτερο σενάριο, πρέπει πρώτα ο πληθωρισμός αφού θα έχει πρώτα πιάσει ταβάνι, μετά να αρχίσει να υποχωρεί. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί πριν το τέλος του έτους, ωστόσο πολλά εξαρτώνται από το πόσο γρήγορα θα μειωθεί ο πληθωρισμός και εάν τελικά θα συγκλίνει προς τον στόχο του 2% μακροπρόθεσμα, κάτι που αυτή τη στιγμή φαίνεται απίθανο.
Τι θα σήμαινε ένα μεγάλο κραχ για την οικονομία; Θα δούμε κεφάλαια να εξαϋλώνονται και πως αυτά θα αντικατασταθούν για να επανέλθουμε στην ανάπτυξη;
Κοιτάξτε δεν είναι όλα αρνητικά. Εξάλλου, τα ποσοστά ανεργίας είναι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα στα περισσότερα μέρη, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
Το πρόβλημα είναι ότι οι πιθανότητες ύφεσης έχουν αυξηθεί πολύ, με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται για την αγορά εργασίας. Επίσης, οι επενδυτές είθισται να περιμένουν τις αγορές να ισορροπήσουν προτού εκμεταλλευτούν τος όποιες ευκαιρίες. Αυτό ισχύει για τους επενδυτές τόσο στα χρηματιστήρια, όσο και στην πραγματική οικονομία, για τα νέα projects. Αναμένουμε σημαντικά μικρότερη ανάπτυξη για την παγκόσμια οικονομία τόσο για το υπόλοιπο της χρονιάς, όσο και για την επόμενη.
Ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας αναμένουμε από το 2024 και μετά, μόνο εφόσον οι κεντρικές τράπεζες αυστηροποιήσουν από του χρόνου τις πολιτικές τους. Αλλά και πάλι, μια τέτοια ανάκαμψη μπορεί να καθυστερήσει αν ο πληθωρισμός αποδειχθεί πιο επίμονος και σταθεροποιηθεί πολύ πάνω από τον στόχο του 2%.
Ποια μπορεί να είναι τα σωσίβια για τους επενδυτές; Τα μετρητά, ο χρυσός, τα ακίνητα;
Συνήθως σε περιόδους πληθωρισμού, ο χρυσός, οι μετοχές και τα ακίνητα προσφέρουν αντιστάθμιση κινδύνου. Κάθε συγκυρία όμως είναι και διαφορετική. Οι μετοχές και τα ακίνητα είναι υπερτιμημένα και δεν τα πάνε καλά όταν τα επιτόκια αυξάνονται. Σε αυτό το περιβάλλον μας αρέσει ο χρυσός, αλλά αποτελεί περισσότερο μια προστασία, παρά μια επενδυτική ευκαιρία. Όσο για τις μετοχές, τελικά θα προσφέρουν αξία, αλλά το να μπορέσεις «να πιάσεις ένα μαχαίρι που πέφτει» (catching a falling knife), δεν είναι εύκολο.
Πότε θεωρείτε ότι θα έχει αποκατασταθεί η χρονιά ανισορροπία των αγορών;
Σε μεγάλο βαθμό την ευθύνη για την πρόσφατη αναταραχή στις αγορές την έχουν οι κεντρικές τράπεζες. Οι νομισματικές τους πολιτικές ήταν κατάλληλες όταν ξεκίνησε η πανδημία, αλλά παρέμειναν πολύ χαλαρές για πολύ καιρό, καθώς μετά την άρση των lockdown ακολούθησε ισχυρή ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας, ζήσαμε μια πολύ υποστηρικτική δημοσιονομική πολιτική και ο πληθωρισμός άρχισε να αυξάνεται.
Στην πραγματικότητα, οι κεντρικές τράπεζες πίστευαν ότι ο πληθωρισμός θα παρέμενε τόσο χαμηλός όσο ήταν μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2010, αλλά η πανδημία ήταν ένα πολύ διαφορετικό σοκ. Η πολύ ισχυρή ζήτηση σε συνδυασμό με τα προβλήματα προσφοράς ώθησαν τις τιμές προς τα πάνω.
Όταν φέτος άρχισε να κινητοποιείται η Fed - η ΕΚΤ δεν έχει καν ξεκινήσει ακόμη - ήταν πολύ αργά. Μιλάμε για μια αγορά, που επί μια 15ετία είχε εθιστεί στην στήριξη των κεντρικών τραπεζών και τώρα καλείται να ζήσει χωρίς αυτήν, αφού οι τράπεζες εστιάζουν στον πληθωρισμό. Δεν θα είναι εύκολο. Θα χρειαστεί χρόνος για να βρεθεί η νέα ισορροπία.
Έχει έρθει τελικά η ώρα του λογαριασμού; Θα πληρώσει ο καθένας το ρίσκο του;
Τελικά, θα αναγκαστούμε να αποδεχτούμε μια αγορά που τιμολογεί τους κινδύνους πιο σωστά σε σχέση με σήμερα. Οι αντισυμβατικές πολιτικές των κεντρικών τραπεζών οδήγησαν σε λανθασμένη αποτίμηση των κινδύνων από την εποχή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, και ακόμη χειρότερα κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Συνηθίζαμε να λέμε ότι τα άσχημα νέα ήταν τελικά καλά νέα εξαιτίας της ολοένα και περισσότερης στήριξης που παρείχε η νομισματική πολιτική. Οι κεντρικές τράπεζες δεν έπρεπε ποτέ να είχαν επιτρέψει να συμβεί αυτό. Θα κοιτάζουμε πίσω στα αρνητικά επιτόκια, κάτι που αφορά τόσο τα εταιρικά όσο και τα στεγαστικά δάνεια σε μερικές χώρες, και δεν θα το πιστεύουμε ότι κάποτε συνέβαινε κάτι τέτοιο.
Όσοι πήραν υπερβολικά μεγάλα ρίσκα την εποχή του εύκολου χρήματος, τώρα θα πρέπει να πληρώσουν το λογαριασμό. Μεγάλες ζημιές θα υποστούν επίσης, μέσω των ισολογισμών τους, και οι κεντρικές τράπεζες. Τίποτα δεν είναι δωρεάν.