Του Δημήτρη Δημητράκου
Ορισμένες φράσεις διαδίδονται και γίνονται μέρος της «λαϊκής σοφίας» - όπως οι παροιμίες, ρητά παρμένα από τη Βίβλο, από αρχαίους συγγραφείς, καθώς και από σύγχρονους στοχαστές. Μπορεί η προέλευσή τους να είναι και κάποια ατάκα που αποδίδεται – ορθά ή λανθασμένα – σε κάποιο πολιτικό ή σύγχρονο καλλιτέχνη.
Μπορεί να είναι το ρεφρέν κάποιου γνωστού τραγουδιού – όπως για παράδειγμα το What Doesn''t Kill You Makes You Stronger. Η επιτυχία αυτή της Kelly Clarkson βασίζεται σε μια φράση του Φρίντριχ Νίτσε «Ό,τι δεν με σκοτώνει, με κάνει πιο δυνατό». Η φράση αυτή βρίσκεται στο βιβλίο του Νίτσε «Το λυκόφως των ειδώλων» (1888). Αργότερα η φράση αυτή έγινε τρομερά δημοφιλής σε παραλλαγμένη μορφή («Ό,τι δεν μας καταστρέφει μας κάνει πιο δυνατούς») στα στρατόπεδα εκπαίδευσης της χιτλερικής νεολαίας. Έγινε ρήση που κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα, για να επιβεβαιώσει την ανάγκη επίδειξης ψυχολογικής εμμονής, σε πείσμα αντιξοοτήτων.
Σε κάποια ανάλογη παραλλαγή της, αυτή η αρχική φράση του Νίτσε φαίνεται να ενέπνευσε τους ηγέτες κομμάτων που υπέστησαν σημαντικές απώλειες στις εκλογές για την Ευρωβουλή πριν λόγες μέρες. Έτσι, ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ προέτρεψε τους οπαδούς του να αναστρέψουν τα αποτελέσματα, διότι «ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό». Ο Νίκος Μιχαλολιάκος, μετά από τις απώλειες που υπέστη η Χρυσή Αυγή, είπε κάτι παρόμοιο: «Ό,τι δεν μας καταστρέφει μας κάνει πιο δυνατούς». Και οι δύο ηγέτες προσπάθησαν να ανεβάσουν το ηθικό των οπαδών τους με αυτές τις φράσεις – οι οποίες χαιρετίστηκαν ως κατάλληλες για την περίσταση και δεν αμφισβητήθηκε η αλήθεια ή η σημασία τους.
Συχνά, αποσπασματικές φράσεις σημαντικών στοχαστών προσφέρονται για να λειτουργήσουν σαν χρησμοί, από πρόσωπα που είναι εντελώς άσχετα με το ευρύτερο πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται. Μεταβάλλονται σε κοινοτοπίες, ή σε δείγματα κενής ωραιολογίας. Φορτίζουν και ικανοποιούν τη διανοητική ελαφρότητα του ημιμαθούς. Είναι αποκυήματα της απόλυτης διανοητικής ελαφρότητας, η οποία κυκλοφορεί ελεύθερα και ωραία στα καφενεία, στις παρέες, στο διαδίκτυο. Ιδίως στο τελευταίο. Η οθόνη έχει μεγάλη… ανεκτικότητα στο ψέμα, την ανοησία, την κενολογία, το πομπώδες απόφθεγμα. Όταν δεν υποβάλλεται στη «βάσανο του ελέγχου», όταν η σκέψη δεν είναι κριτική, ισχύει το anything goes, το ό,τι νάναι. Έτσι, η «εξυπνάδα» που κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα γίνεται μέρος της πολιτικής κουλτούρας και εμπνέει εκείνους που βρίσκονται στα κέντρα λήψης αποφάσεων – με συχνά βλαπτικές συνέπειες για τους ίδιους, αλλά και για την κοινωνία.
Ο μεγάλος πολιτικός ηγέτης του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος Αντόνιο Γκράμσι απεχθανόταν τη μεγαληγορία που βασίζεται σε αποφθέγματα. Επέμενε στην εφαρμογή πολιτικής βασισμένης στον ορθό λόγο, δηλαδή, στην προσέγγιση κάθε προβλήματος κάνοντας ρεαλιστική ανάλυση της κατάστασης και ορθό υπολογισμό του εκάστοτε συσχετισμού δύναμης.
Αυτό είναι που λείπει από τον ΣΥΡΙΖΑ και που δεν μπορεί να το αντικαταστήσει η αλόγιστη χρήση αποσπασματικών ρήσεων σημαντικών στοχαστών, που επαναλαμβάνουν οι οπαδοί του σε μεταξύ τους κουβέντες. Ούτε μπορούν τα αποφθέγματα να αντικαταστήσουν την ανάγκη καταλογισμού ευθυνών, αλλά και αυτοκριτικής για τη μεγάλη ήττα που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε θέλει να την ονομάσει «στρατηγική» ή κάπως αλλιώς προς παραμυθία των αφελών εντός των κόλπων του.