Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Οι εθιμοτυπικές επισκέψεις υπουργών από χώρες του εξωτερικού, ακόμα και αν προέρχονται από μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, δεν παύουν παρά να έχουν έναν γενικό και διεκπεραιωτικό χαρακτήρα. Μόνον οι κινεζικές κυβερνητικές επισκέψεις, σημαίνουν άμεσο «Business». Με αυτήν την λογική δεν είχαμε μεγάλες προσδοκίες από την επίσκεψη Ross στην Αθήνα.
Οι κινεζικές κυβερνητικές επισκέψεις σχεδόν πάντα, οδηγούν σε επιχειρηματικά αποτελέσματα, διότι κάθε επενδυτική και επιχειρηματική κίνηση των Κινέζων στο εξωτερικό, αποτελεί μέρος του γενικότερου κρατικού οικονομικού σχεδιασμού της Κίνας. Έτσι η πλειονότητα των κινεζικών επενδύσεων, δεν γίνεται με γνώμονα τα οικονομικά δεδομένα. Σχεδόν πάντα, ακολουθεί τις στρατηγικές επιδιώξεις της Κίνας, σε συγκεκριμένους κλάδους, σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές και κυρίως σε τομείς που άπτονται των υποδομών, που θα μπορούσαν να ευνοήσουν το δόγμα της Μιας Ζώνης και του Ενός Δρόμου.
Αντίθετα, η πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην Ελλάδα, μπορεί μόνο να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις και να κτίσει ένα καλό κλίμα, αλλά δεν μπορεί να πιέσει τους επενδυτές να βάλουν «λεφτά στο τραπέζι» ή να συμμετάσχουν σε αποκρατικοποιήσεις ή σε εξαγορές, που άπτονται των Αμερικανικών γεωπολιτικών συμφερόντων. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτέλεσε ο αποτυχημένος διαγωνισμός για τη πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, στον οποίο συμμετείχαν επενδυτές τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από την Κίνα. Έτσι, παρ' όλο που τελικά δεν έγινε αποδεκτή η προσφορά της κινεζικής πλευράς, η ομάδα των Αμερικανών επενδυτών δεν κατάφερε να διεκδικήσει μέχρι τέλους την Εθνική Ασφαλιστική. Αντίθετα στο χώρο της ενέργειας, των τραπεζών, των ακινήτων και των ναυπηγείων, έχουν κινηθεί αυτόνομα αμερικανικές εταιρίες, οι οποίες έχουν επιτύχει θαυμαστά αποτελέσματα.
Οπότε είναι απορίας άξιο για ποιο λόγο, τόσοι πολλοί, χαρακτήρισαν την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού, ως αποτυχημένη, επειδή δεν έκλεισε κάποια συγκεκριμένη συμφωνία. Είναι προφανές πως όλοι αυτοί δεν έχουν την παραμικρή σχέση με το επενδυτικό περιβάλλον. Με τα πρωτοσέλιδα στον έντυπο και διαδικτυακό τύπο και με τις αναλύσεις των επενδυτικών οίκων, να αναφέρονται στην κυβέρνηση με όρους όπως «αποφασίστηκε», «ξεκίνησε», «επιταχύνεται», «εκτελείται», «σχεδιάστηκε», «προχωράει», δεν υπάρχει τίποτα πιο ενθαρρυντικό και αισιόδοξο αυτήν τη στιγμή στη χώρα. Μπορεί η επίσκεψη Ross, να μην έφερε άμεσα επενδύσεις, όμως το κλίμα έχει αλλάξει. Το ίδιο και η διάθεση για επενδύσεις.
Περισσότερο και από τις τοποθετήσεις ικανών στελεχών στο κυβερνητικό σχήμα, περισσότερο και από τις εξαγγελίες και τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης, οι επενδυτές περιμένουν να δουν το τι γίνεται στην πραγματικότητα. Και όταν βλέπουν τις επενδύσεις της Cosco να αυξάνονται από τα 600 στα 800 εκατ. ευρώ, τις επενδύσεις της Eldorado Gold να απελευθερώνονται από την κρατική αυθαιρεσία, το Ελληνικό να απεμπλέκεται από τον πνιγηρό κισσό των αντιαναπτυξιακών συλλογικοτήτων, την Pfizer να ανοίγει στην Θεσσαλονίκη ένα τμήμα έρευνας και ανάπτυξης, τις φαρμακοβιομηχανίες να προβαίνουν σε νέες επενδύσεις, την ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ να προχωράει, την πώληση του 30% του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών να τρέχει, την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ να ακολουθεί την πρόταση της McKinsey, την εξαγορά της Μινέρβα από το Deca Fund, την πρόταση της EMMA Capital για την εξαγορά του συνόλου των μετοχών της Vivartia Συμμετοχών που ελέγχει τις εταιρείες ΔΕΛΤΑ Τρόφιμα, Goody's, Everest, Μπάρμπα Στάθης και το αναμενόμενο άνοιγμα υποκαταστήματος κινεζικής τράπεζας στην Αθήνα, τι άλλο μπορούν να σκεφτούν, παρά να εντάξουν πλέον την Ελλάδα στο επενδυτικό τους σκόπευτρο.
Τα τηλέφωνα χτυπούν και τα emails βομβαρδίζουν τα γραφεία στην Αθήνα. Σημαντικοί επενδυτές από διαφορετικές χώρες, με διαφορετικά επενδυτικά προφίλ, ερωτούν, αναζητούν και ψάχνουν τις ευκαιρίες που ανοίγονται. Ταυτοχρόνως, ελληνικά σχήματα που παρέχουν υπηρεσίες διεθνώς και έχουν την έδρα τους στην Κύπρο, στην Βουλγαρία ή και στο Ηνωμένο Βασίλειο, αναθεωρούν τις αρχικές τους σκέψεις και η μεταφορά της έδρας τους πίσω στην Ελλάδα, έχει μπει για τα καλά στην ημερήσια διάταξη.
Μα θα μου πείτε, λύθηκαν όλα σε χρόνο μηδέν; Φυσικά και όχι! Όμως το γεγονός πως ο μέτοχος μιας εταιρίας θα φορολογείται συνολικά για τα κέρδη του από το 2020, με 25% (δηλαδή 20% ως εταιρικό φόρο και 5% ως φόρο μερίσματος), έρχεται να ανταγωνιστεί ικανοποιητικά τις φορολογίες στην Κύπρο του 12,5% και τις χρεώσεις των νομικών και λογιστικών υπηρεσιών υποστήριξης των εταιριών. Μεγάλο βάρος βέβαια παραμένει, για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μικρές ΙΚΕ, το τέλος επιτηδεύματος, μαζί με την δυσβάσταχτη προκαταβολή φόρου για την επόμενη χρονιά. Όμως η εκκίνηση, έχει δοθεί!
* Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.