Από τα Greek statistics του 1821 στην αέναη σημερινή λιτότητα

Από τα Greek statistics του 1821 στην αέναη σημερινή λιτότητα

Του Κώστα Μήλα*

Ο Βρετανός συγγραφέας Charles Dickens, του οποίου η οικογένεια υπέφερε τα μέγιστα λόγω αδυναμίας αποπληρωμής των ανεξέλεγκτων χρεών της, έγραψε το δέκατο ένατο αιώνα στο περίφημο μυθιστόρημα «David Copperfield» τα ακόλουθα: «Ετήσια έσοδα 20 στερλίνες, ετήσια έξοδα 19 στερλίνες, αποτέλεσμα: ευτυχία. Ετήσια έσοδα 20 στερλίνες, ετήσια έξοδα 21 στερλίνες, αποτέλεσμα: μιζέρια». Πολύ φοβάμαι ότι την παραπάνω αρχή αγνόησαν και εξακολουθούν να αγνοούν ακόμα και σήμερα οι Έλληνες. Για του λόγου το αληθές αναφέρω ότι, εκ της γενέσεως του, το ελληνικό κράτος αντιμετώπισε μεγάλες δημοσιονομικές δυσκολίες. Ο πρώτος προϋπολογισμός του υπό σύσταση ελληνικού κράτους, ο οποίος κατατέθηκε το 1823 στο Άστρος κατά την Β΄ Εθνοσυνέλευση, προέβλεπε έσοδα τα οποία κάλυπταν μόλις το 33% των εξόδων, δημιουργώντας έλλειμμα ύψους 23 εκ. γροσίων (το 1 γρόσι ισοδυναμούσε με 60 λεπτά). Ο προϋπολογισμός αυτός εισήγαγε για πρώτη φορά στα χρονικά της ιστορίας την περιβόητη έννοια των...Greek statistics καθώς κρίθηκε από τους ιστορικούς ως «τυπικό» παράδειγμα δημιουργικής ασάφειας (για να θυμηθώ τον...προηγούμενο υπουργό Οικονομικών) αλλά και γενικολογίας.

Δεν θα πρέπει λοιπόν να προκαλεί έκπληξη ότι τότε άρχισε, για πρώτη φορά, να αμφισβητείται η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Χαρακτηριστικά αναφέρω δύο παραδείγματα:

Παράδειγμα πρώτον: Η χρεοκοπία επί Χαριλάου Τρκούπη: Η ανεξέλεκτη αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους, σε συνδυασμό με τον πανικό που προκάλεσε στις διεθνείς αγορές η πτώχευση της Πορτογαλίας το 1892, οδήγησε το ελληνικό κράτος σε αδυναμία περαιτέρω εξωτερικού δανεισμού με συνέπεια τη μονομερή αναστολή εξυπηρέτησης του εξωτερικού χρέους το 1893. Η επιτυχής επαναδιαπραγμάτευση του χρέους κατέστη δυνατή μετά την απαίτηση των διεθνών επενδυτών για την παρουσία ξένων (φαντάζομαι...«ανόητων» σύμφωνα με την σημερινή συλλογιστική του κ. Τσίπρα) εμπειρογνωμόνων στην Ελλάδα με στόχο τον έλεγχο της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής. Στην περίπτωση αυτή, χρειάστηκε περίοδος 10-ετούς δημοσιονομικής προσαρμογής προτού να αποκατασταθεί η φερεγγυότητα της ελληνικής οικονομίας. 

Παράδειγμα δεύτερον: Αναφέρω εδώ τον κλονισμό της αξιοπιστίας του ελληνικού κράτους την επομένη της Μικρασιατικής καταστροφής ο οποίος εκτόξευσε, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, την διαφορά απόδοσης (spread) μεταξύ των ελληνικών ομολόγων και των αντίστοιχων διεθνών ομολόγων στις 1700 τιμές βάσης. Στην περίπτωση αυτή παρήλθε περίοδος 5 ετών προτού να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία.

Η Ελλάδα καλείται και σήμερα, εν μέσω «σκληρών» διαπραγματεύσεων με την Τρόικα, να ανακτήσει, για άλλη μία φορά, την φερεγγυότητα της στις διεθνείς αγορές. Το πολιτικό/επενδυτικό ρίσκο αντανακλάται βέβαια στο αυξημένο spread και στην κατάρρευση των επενδύσεων από το 25,8% του ΑΕΠ το 2000 στο 10,3% του ΑΕΠ το 2016. Για να επιστρέψουμε στα επενδυτικά επίπεδα του 2000, κάτι το οποίο θα αναθερμάνει και την ανάπτυξη, σίγουρα χρειάζεται (α) επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων (τις οποίες πλείστοι όσοι υπουργοί «πολεμούν») και (β) επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών.

Το τελευταίο παραμένει επιτακτική ανάγκη διότι, σύμφωνα με την βάση δεδομένων της World Bank (και επί συνόλου 215 κρατών) η Ελλάδα κατατάσσεται, σε θέματα ποιότητας θεσμών και κανονισμών (τα οποία καταγράφουν την ικανότητα του κράτους να δημιουργεί/εφαρμόζει πολιτικές οι οποίες παροτρύνουν την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα) πολύ χαμηλότερα από τις λοιπές χώρες της Ευρωπαϊκής Περιφέρειας.

Πολύ φοβάμαι ότι εαν δεν συμβούν τα παραπάνω, η 10-ετής (μετά την χρεοκοπία επί Χ. Τρικούπη) περίοδος σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής που χρειάσθηκε για να αποκατασταθεί η φερεγγυότητα της ελληνικής οικονομίας θα αποτελέσει σήμερα άπιαστο όνειρο θερινής νυκτός...

 * Ο κ. Κώστας Μήλας, Καθηγητής και Πρόεδρος του Ερευνητικού Τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool.