Του Δημήτρη Καμπουράκη
Είπα σε βουλευτή της ΝΔ που ανήκει στην λεγόμενη ομάδα των καθαρόαιμων δεξιών: Προσέξτε με το μεταναστευτικό αλλά και με το εν γένει ύφος που χρησιμοποιείτε στον δημόσιο λόγο σας. Υπάρχει μια κρίσιμη μερίδα μετριοπαθών κεντρώων που ψήφισαν Κυριάκο για πρώτη φορά, οι οποίοι πολύ εύκολα μπορούν να σας εγκαταλείψουν αν σας δουν να μπατάρετε πολύ προς τα δεξιά, είτε πρακτικά με την πολιτική σας είτε λεκτικά με τις καθημερινές δηλώσεις σας.
Με κοίταξε ως να του μιλούσε εξωγήινος. Ως να μην είχε ξανακούσει ότι τον Ιούλιο υπήρξε ένα αριθμητικά ικανό και κοινωνικο-πολιτικά μετριοπαθές κομμάτι του εκλογικού σώματος που προτίμησε την ΝΔ από τον Σύριζα επειδή απεχθάνεται κάθε είδους ακρότητα. Τόσο στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής όσο και στο πεδίο του πολιτικού λόγου. Αναγκάστηκα να του εξηγήσω δυο πράγματα παρά πάνω, όχι διότι είμαι εξυπνότερος ή διορατικότερος απ' αυτόν, αλλά διότι διαπίστωσα ότι δεν ήταν διόλου κοινωνός της άποψης αυτής.
Του ανέφερα λοιπόν το σκεπτικό μου: Και στο μεταναστευτικό που φουντώνει επικίνδυνα αλλά και στο θέμα της Novartis που δημιουργείται μια πόλωση άνευ προηγουμένου, δημιουργείται το κατάλληλο περιβάλλον για την υπερίσχυση του ακραίου συνθηματικού λόγου και μέσα στην ελληνική κοινωνία αλλά και μέσα στο ίδιο το κυβερνόν κόμμα. Σε συνθήκες κρίσης και έντασης, οι μετριοπαθείς κάθε κόμματος απωθούνται προς τα μετόπισθεν και βγαίνουν μπροστά αυτοί που είτε για λόγους πεποιθήσεων είτε για λόγους μικροπολιτικού προσωπικού συμφέροντος χαϊδεύουν τα αυτιά των ακραίων.
Όμως, του είπα, πέραν της προφανούς ζημιάς που κάνουν οι ακρότητες και οι πολώσεις στην οικονομία, υπάρχει και προφανής μακροπρόθεσμη ζημιά στην ίδια την Νέα Δημοκρατία. Τους καθαρόαιμους δεξιούς η ΝΔ τους έχει έτσι κι αλλιώς, αυτούς που κινδυνεύει να χάσει είναι οι μετριοπαθείς και οι κεντρώοι. Και ως γνωστόν, αυτοί είναι που μετακινούμενοι από το ένα κόμμα στο άλλο φτιάχνουν κυβερνήσεις. Αυτοί που δεν ανήκουν στους σκληρούς πυρήνες και κρίνουν κατά περίπτωση.
Ομολογώ ότι η απάντηση του με εξέπληξε και σας την μεταφέρω προς προβληματισμό. «Η ΝΔ σήμερα, με την έξαρση του μεταναστευτικού και με την ακραία αντιπολίτευση του Σύριζα, δεν κινδυνεύει να χάσει τους κεντρώους, αλλά τους δεξιούς. Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ικανοποιεί τους φιλελεύθερους και τους μετριοπαθείς, αντιθέτως οι εξελίξεις στο μεταναστευτικό και η ήπια κυβερνητική συμπεριφορά προς τον Σύριζα έχει φέρει σε δύσκολη θέση το καθαρόαιμο δεξιό κομμάτι της ΝΔ. Ευτυχώς που υπάρχουν μερικοί σαν εμένα που προσπαθούν να συγκρατήσουν αυτό το κομμάτι των ψηφοφόρων. Δεν πιεζόμαστε από αριστερά, αλλά από δεξιά.»
Είναι λοιπόν προφανές ότι μέσα στα πολυσυλλεκτικά κόμματα δεν υπάρχουν μόνο δυο ή τρεις διαφορετικές απόψεις, αλλά και δυο-τρία διαφορετικά ακροατήρια. Το κάθε στέλεχος δε, συλλαμβάνει τα μηνύματα του δικού του ακροατηρίου και αυτά αξιολογεί ως σοβαρά θεωρώντας τα υπόλοιπα δευτερεύοντα και λιγότερο επικίνδυνα για το μέλλον της παράταξης του. Ομολογώ ότι δεν είχα αυτή την οπτική στο μυαλό μου. Την ακούω την λογική του, αν και δεν την αγοράζω όπως λέει η σύγχρονη πολιτική ορολογία. Παρά ταύτα, είναι παρούσα και η δική μου άποψη και η αντίθετη της.
Άρα που καταλήγουμε; Υποχρεωτικά στον πρωθυπουργό. Αυτός αποφασίζει και επί του συνόλου της κυβερνητικής πολιτικής και κατά περίπτωση. Και εν τέλει, αυτός θα πάρει την ευθύνη προς τα πού θα μπατάρει η πολιτική της κυβέρνησης του ή πόσο ανθεκτική μπορεί να αποδειχθεί η σύνθεση των αντίθετων απόψεων. Όλα στα χέρια του.