«Απέναντι στην αμερικανική ισχύ, η Μόσχα δεν μπορεί παρά διπλωματικούς λεονταρισμούς»

«Απέναντι στην αμερικανική ισχύ, η Μόσχα δεν μπορεί παρά διπλωματικούς λεονταρισμούς»

Τη διάψευση των λεονταρισμών της Μόσχας ανέδειξε περίτρανα η δυτική επίθεση στη Συρία, δηλώνει στο Liberal από την Κωνσταντινούπολη, όπου βρίσκεται και διδάσκει στο πανεπιστήμιο Kadir Has, ο Κώστας Υφαντής από το Πάντειο.

Και εξηγεί ότι η αντίδραση της Μόσχας δεν αποτέλεσε έκπληξη, αφού παρ' ότι το πυρηνικό της οπλοστάσιο της επιτρέπει να διεκδικεί θέση στην παγκόσμια τάξη, εντούτοις η στρατιωτική της ισχύ είναι υπερτιμημένη, και πάντως όχι τέτοια, ώστε να έχει δυνατότητα να ακυρώσει αμερικανικές ή ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες.

«Μπορεί το χτύπημα των ΗΠΑ στη Συρία να ερμηνεύεται από κάποιους ως πολύ κακό για το τίποτα, εντούτοις η επόμενη φορά, αν το επιλέξει η Ουάσιγκτον, μπορεί να είναι πολύ κακό για πολλούς», τονίζει με νόημα ο κ. Υφαντής.

Ακτινογραφώντας την επόμενη ημέρα στη Συρία, σημειώνει ότι αν και πρωταγωνιστές, όπως Άσαντ, Μόσχα, Τεχεράνη, δεν έχουν χάσει τις προηγούμενες θέσεις τους, ωστόσο είναι πλέον σαφές ότι κανείς δεν μπορεί να φιλοδοξεί ότι θα σχεδιάσει το αύριο της χώρας, αγνοώντας τις προτιμήσεις της Ουάσιγκτον και ισχυρών ευρωπαϊκών παραγόντων.

Ερμηνεύοντας τις αντιδράσεις στην Κωνσταντινούπολη, όπου και ο ίδιος βρίσκεται, επισημαίνει ότι η επίθεση κρατά ζωντανό το «όραμα» της Τουρκίας για πιο παρεμβατικό ρόλο στο Συριακό, και της ανοίγει μια πόρτα για βελτίωση των σχέσεών της με ΗΠΑ και Ευρώπη. «Μέχρι εκεί όμως. Η Τουρκία δεν είναι σε θέση να επηρεάσει εξελίξεις που εκφεύγουν των πραγματικών δυνατοτήτων της», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Σχετικά με τον φόβο αύξησης των προσφυγικών ροών στα νησιά του Αιγαίου, εξηγεί ότι αυτό δεν θα προέλθει από την αμερικανική επιχείρηση, όσο από μια τυχόν επιδείνωση των ευρωτουρκικών σχέσεων, και δεν κρύβει τον προβληματισμό του κατά πόσο η Ελλάδα ετοιμάζεται για ένα κακό σενάριο, και για την αποσυμφόρηση των δομών φιλοξενίας στο ΒΑ Αιγαίο.

Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη

– Στον απόηχο της πυραυλικής επίθεσης στη Συρία, κάθε ένα από τα δύο στρατόπεδα κάνει το δικό του απολογισμό, με τη Δύση να υποστηρίζει ότι πέτυχε το σκοπό της, δηλαδή μια αυστηρή προειδοποίηση σε Δαμασκό και Μόσχα, και τις δύο τελευταίες να αναδεικνύουν ότι αναχαιτίστηκαν οι περισσότεροι πύραυλοι. Τι κρατάμε από αυτή την επιχείρηση;

Καταρχήν, καλό είναι πλέον να συνηθίσουμε την ιδέα ότι οι δηλώσεις και τα tweets του Αμερικανού Προέδρου δεν εκφράζουν τίποτε παραπάνω από τις στιγμιαίες παρορμήσεις ενός ηγέτη που η στρατηγική του αντίληψη είναι μάλλον περιορισμένη.

Αν λοιπόν «αγνοήσουμε» την ρητορική του Προέδρου Τραμπ τις προηγούμενες ημέρες, μπορούμε να πούμε ότι η αντίδραση των ΗΠΑ και της Δύσης στην χρήση χημικών όπλων ήταν εξαιρετικά μελετημένη. Οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία σχεδίασαν και εκτέλεσαν ένα στρατιωτικό χτύπημα που από κάθε άποψη – και ευτυχώς – υπήρξε μετρημένο, αναλογικό και απολύτως στοχευμένο.

Η Δύση επέδειξε τον αυτοπεριορισμό που έπρεπε δεδομένων των συνθηκών και δεδομένης της έλλειψης στρατηγικής που χαρακτηρίζει τις αμερικανικές προτιμήσεις στην Συρία μετά την ήττα του Ισλαμικού Κράτους.

– Συμφωνείτε ότι αν και χαμηλού ρίσκου κίνηση, που δεν περιελάμβανε ούτε δυνάμεις στο έδαφος, ούτε χτυπήματα σε ρωσικούς ή ιρανικούς στόχους, εντούτοις αυτή διέψευσε τις απειλές της Μόσχας που απειλούσε ότι θα απαντήσει με επιθέσεις στα σημεία εκτόξευσης των πυραύλων;

Προφανώς για όσους έχουν στοιχειώδη εξοικείωση με τους διεθνείς συσχετισμούς η αντίδραση της Μόσχας δεν αποτελεί έκπληξη. Η Ρωσία έχει την υλική ικανότητα να συμβάλει στην ήττα της συριακής αντιπολίτευσης και του Ισλαμικού Κράτους εν τη απουσία των αμερικανικών δυνάμεων αλλά απέναντι σε μια αμερικανική επιχείρηση προβολής ισχύος δεν μπορεί να κάνει τίποτε παρά μόνο διπλωματικούς λεονταρισμούς.

Η στρατιωτική ισχύς της Ρωσίας είναι ασφαλώς μεγάλη, αλλά όχι τέτοια που να ακυρώσει αμερικανικές ή ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. Το πυρηνικό οπλοστάσιο επιτρέπει στην Μόσχα να διεκδικεί θέση στο τραπέζι της παγκόσμιας τάξης αλλά το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να περιορίζει την επιρροή Δύσης εκεί που η τελευταία δεν θεωρεί ότι το διακύβευμα είναι σημαντικό.

Ο ακρωτηριασμός της Ουκρανίας είχε ως αποτέλεσμα την στάθμευση ΝΑΤΟικών στρατευμάτων στην Βαλτική. Απλά η Ρωσία δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ. Η Ρωσική οικονομία είναι μικρότερη από αυτήν οποιασδήποτε σημαντικής Δυτικής χώρας. Η οικονομία της βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην ενέργεια χωρίς καμία άξια λόγου βιομηχανική βάση. Σκεφτείτε ότι ο αμυντικός της προϋπολογισμός είναι μικρότερος από την αύξηση των αμυντικών δαπανών των ΗΠΑ για το 2018. Τα συναλλαγματικά αποθέματα της Ρωσίας είναι μικρότερα από τον ετήσιο αμυντικό προϋπολογισμό του Πενταγώνου. Η Μόσχα δεν έχει κανένα σημαντικό σύμμαχο ο οποίος θα την στήριζε σε μια αντιπαράθεσή της με την Δύση.

Ακόμα και η παρουσία της Μόσχας στην Μέση Ανατολή μετά την στρατιωτική εμπλοκή της στον Συριακό πόλεμο δεν της προσδίδει κανένα στρατηγικό πλεονέκτημα. Όσοι υπερτιμούν αυτή την παρουσία, ας προσπαθήσουν να απαντήσουν σε ένα απλό ερώτημα: Σε ποιο ζήτημα η επιρροή της Ρωσίας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή (με την εξαίρεση του Ιράν και της Συρίας) θα μπορούσε να θεωρηθεί μεγαλύτερη από αυτήν της Δύσης (ή της Κίνας);

– Παρ' όλα αυτά, είναι πιθανό να δούμε μια κλιμάκωση, ηθελημένη ή μη, τις επόμενες ημέρες που να ξεφεύγει από τον έλεγχο;

Η επιχείρηση ήταν τέτοια που δεν αναγκάζει την Ρωσία και το Ιράν να αντιδράσουν. Σίγουρα θα υπάρξει οξεία φραστική αντίδραση, όμως άλλου είδους αντίδραση είναι μάλλον απίθανη καθώς η κλιμάκωση πρωτίστως δεν συμφέρει την Ρωσία και το Ιράν.

Ευτυχώς, επικράτησε η αντίληψη του Αμερικανού Υπουργού Άμυνας Τζιμ Μάτις – αμφιβάλλω αν υπήρχε και άλλη που να εκφράστηκε στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ – που υποστήριξε ότι η κλιμάκωση της σύγκρουσης με Ρωσικές, Ιρανικές και Αμερικανικές μονάδες σε τέτοια εγγύτητα στο έδαφος έπρεπε να αποφευχθεί ως αποτέλεσμα της επιχείρηση.

Ομως η επίθεση per se στέλνει ένα σημαντικό μήνυμα ότι η Δύση δεν θα ανεχθεί την χρήση χημικών όπλων. Δεν μπορεί να υπάρξει ανοχή σε τέτοιες πράξεις!

Από την άλλη, η επίθεση δεν αλλάζει τις ισορροπίες στο έδαφος αλλά μπορεί να αναγκάσει την Ρωσία και το Ιράν να επέμβουν σιωπηρά ώστε η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής να μην επαναληφθεί από το καθεστώς Άσαντ. Προφανώς, θα υπάρξουν πολιτικές και διπλωματικές συνέπειες που όμως δεν θα πρέπει κανείς να βιαστεί να υπερτιμήσει.

– Βέβαια η αμερικανίδα πρέσβειρα στον ΟΗΕ δήλωσε χθες ότι οι ΗΠΑ, είναι έτοιμες για νέο χτύπημα αν ο Άσαντ χρησιμοποιήσει ξανά χημικά αέρια…

Στην πράξη οι ΗΠΑ υπενθύμισαν σε όλους ότι ναι μεν δεν θέλουν να εμπλακούν με προσωπικό στο έδαφος, αλλά είναι η μόνη δύναμη που είναι σε θέση ανα πάσα στιγμή να πλήξει στόχους με τόση μεγάλη άνεση και ισχύ.

Και μπορεί το χτύπημα να ερμηνευτεί ως "πολύ κακό για το τίποτα" αλλά η επόμενη φορά - αν το επιλέξει η Ουάσιγκτον - μπορεί να είναι «πολύ κακό για πολλούς».

– Πως σχολιάζετε τη χθεσινή συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου η Μόσχα δεν κατάφερε να υιοθετηθεί το σχέδιο απόφασης που κατέθεσε και στο οποίο καταδικάζονταν τα αεροπορικά πλήγματα στη Συρία;

Ηταν απολύτως αναμενόμενη, και ήταν αυτό ακριβώς που σας έλεγα νωρίτερα. Το κείμενο δεν συγκέντρωσε τις εννέα ψήφους που απαιτούνταν για την έγκρισή του, γιατί η Ρωσία είναι απομονωμένη.

Πρώτα από όλα είναι αστείο και ακραία υποκριτικό να κατηγορεί η Ρωσία τις ΗΠΑ, την Γαλλία και την Βρετανία για παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου επειδή δεν υπήρξε απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Της Ρωσίας που είναι υπεύθυνη για τον ακρωτηριασμό της Ουκρανίας, και που βρίσκεται στην Συρία πέρα και έξω από κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας στηρίζοντας ένα καθεστώς που είναι υπεύθυνο για τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων και τον εκτοπισμό εκατομμυρίων.

Οι σχέσεις Ρωσίας και Δύσης είναι σε σχεδόν ελεύθερη πτώση εδώ και αρκετό καιρό, και αυτό συνεχίζεται με ακόμη μεγαλύτερη πλέον ένταση. Σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος για αυτό είναι ο Πρόεδρος Πούτιν. Ο οποίος δυστυχώς οδηγεί μια μεγάλη χώρα σε εθνικιστικό παροξυσμό και περεταίρω παρακμή.

– Πως φαντάζεσθε επομένως την επόμενη ημέρα στη Συρία;

Δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία. Ο περιορισμένος χαρακτήρας της επιχείρησης και η φροντίδα να μην υπάρξουν θύματα σημαίνουν ότι δεν αλλάζει ο χάρτης όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι τώρα. Αντίθετα με πολλές εκτιμήσεις δεν έχουμε κλιμάκωση.

Επαναλαμβάνω ότι η Δύση στέλνει ένα διττό μήνυμα. Από την μία ότι η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής δεν θα γίνει ανεκτή και από την άλλη ακόμη και αν η αμερικανική στρατιωτική παρουσία είναι ελάχιστη, η επιλογή προβολής συντριπτικής ισχύος παραμένει στην αμερικανική ατζέντα. Και αυτό σημαίνει ότι κανένας δεν μπορεί να φιλοδοξεί ότι θα σχεδιάσει την επόμενη ημέρα της Συρίας αγνοώντας τις προτιμήσεις της Ουάσιγκτον και ισχυρών ευρωπαϊκών παραγόντων.

– Δεδομένου ότι βρίσκεστε στη Κωνσταντινούπολη και έχετε άμεση εικόνα της τουρκικής σκηνής, πως έγινε δεκτή στη Τουρκία η δυτική επίθεση κατά της Συρίας; Εκτιμά η Τουρκία ότι αυτή η κίνηση ενισχύει την ισχύ και τις θέσεις της στην ευρύτερη περιοχή;

Για την Τουρκία είναι μια θετική εξέλιξη. Για την Άγκυρα, η επίθεση κρατά ζωντανό το ζήτημα της επόμενης μέρας. Παρ΄ όλη την συνεννόηση με το Ιράν και την Ρωσία, για την Τουρκία κάθε εξέλιξη που θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του Άσαντ είναι ευπρόσδεκτη.

Επιπλέον, εξουδετερώνει έστω και προσωρινά τις πιέσεις της Μόσχας για τερματισμό της τουρκικής επιχείρησης εναντίον των Κούρδων της Συρίας και ανοίγει μία πόρτα για βελτίωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Μέχρι εκεί, όμως. Η Τουρκία δεν είναι σε θέση να επηρεάσει εξελίξεις που εκφεύγουν των πραγματικών δυνατοτήτων της.

– Τέλος τι σημαίνει η εξέλιξη αυτή για την Ελλάδα και τα εθνικά μας θέματα, όπως και για την Κύπρο;

Εφόσον η επίθεση δεν στηρίζεται σε μία στρατηγική επιστροφής των ΗΠΑ στην Συριακή σύγκρουση δεν υπάρχει κάποια ευρύτερη επίπτωση για την χώρα μας. Τα ζητήματα που μας απασχολούν και έχουν να κάνουν με τον Τουρκικό αναθεωρητισμό δεν επηρεάζονται από τέτοιας κλίμακας επιχειρήσεις.

– Εκτιμάτε ότι θα αυξηθούν οι προσφυγικές ροές;

Όχι ως αποτέλεσμα της αμερικανικής επιχείρησης. Μάλλον η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής από το καθεστώς και η ανοχή σε αυτή τη χρήση της Ρωσίας και του Ιράν θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέο κύμα μαζικής εξόδου από την Συρία.

Σε κάθε περίπτωση υπάρχουν εκατομμύρια προσφύγων στην Τουρκία και μια συμφωνία μεταξύ Άγκυρας και Βρυξελλών που μπορεί να καταρρεύσει αν οι ευρωτουρκικές σχέσεις δεν βελτιωθούν.

Και το ερώτημα για εμάς είναι πόσο ετοιμαζόμαστε για ένα κακό σενάριο και τι γίνεται με την αποσυμφόρηση των δομών φιλοξενίας προσφύγων του βορειοανατολικού Αιγαίου και κυρίως της Λέσβου.

* Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Kadir Has στην Κωνσταντινούπολη.

Φωτογραφία: Ap Images