Απειλείται η Σαουδική Αραβία με πτώχευση;

Απειλείται η Σαουδική Αραβία με πτώχευση;

Photo by Hulton Archive / Staff / Getty Images / Ideal Image

Του Μιχάλη Διακαντώνη*

Η θεαματική πτώση των τιμών του πετρελαίου κατά το τελευταίο ενάμισι έτος έχει προκαλέσει σοβαρές οικονομικές δυσχέρειες σ' όλες τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες. Η Σαουδική Αραβία έχει βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος λόγω της εξέλιξης αυτής, καθώς ασκεί γεωπολιτική επιρροή σ' ολόκληρη την περιοχή της Μέσης Ανατολής, ενώ η οικονομία της συνδέεται και με εταιρείες δυτικών συμφερόντων. Τελικά, απειλείται πράγματι η Σ. Αραβία με πτώχευση εντός των επόμενων ετών, και αν ναι, είναι δυνατόν να την αποφύγει;

Ποια είναι τα οικονομικά δεδομένα της Σ. Αραβίας;

Οι σημερινές τιμές του πετρελαίου είναι περίπου 50% μειωμένες σε σχέση με τα επίπεδα του 2014, έχοντας πλήξει σοβαρά την οικονομία της Σ. Αραβίας. Η παραγωγική βάση της χώρας είναι ελάχιστα διαφοροποιημένη, καθώς ο πετρελαϊκός της τομέας αποφέρει το 80% των κρατικών εσόδων, το 45% του ΑΕΠ της και το 90% των εξαγωγών της. Το 2015 το δημοσιονομικό έλλειμμα έφθασε το 15% του ΑΕΠ (διεθνείς εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 20%), ενώ φέτος αναμένεται να αγγίξει –με τις πιο μετριοπαθείς προσεγγίσεις– το 13%. Το αποτέλεσμα ήταν να μειωθούν κατά περίπου 100 δισ. δολάρια τα χρηματικά αποθεματικά της χώρας. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά και ανεξάρτητοι αναλυτές επισημαίνουν ότι αν η μείωση των αποθεματικών συνεχιστεί με τους ίδιους ρυθμούς, τότε αυτά αναμένεται να εξαντληθούν εντός της επόμενης 5ετίας.

Η αγορά εργασίας στη Σ.Αραβία παρουσιάζει έντονες στρεβλώσεις μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, ενώ βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εργασία ξένων υπηκόων. Πιο συγκεκριμένα, απ' τα 31 σχεδόν εκατομμύρια του πλυθυσμού, το 1/3 είναι αλλοδαποί, αποτελώντας το 60% του εργατικού δυναμικού της χώρας. Το 65% των γηγενών απασχολούνται στον δημόσιο τομέα, με μισθούς που είναι από 2 έως 4 φορές υψηλότεροι του ιδιωτικού τομέα. Στον ιδιωτικό τομέα, το ποσοστό συμμετοχής των αλλοδαπών αγγίζει το 83%. Η επίσημη ανεργία φθάνει στο 11,6%, ενώ για τις γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό είναι 32,8% λόγω των θρησκευτικών περιορισμών που επιβάλλει το καθεστώς. Στις ηλικίες 15 - 24 η ανεργία φθάνει στο 30%, ενώ το 37% του πληθυσμού είναι κάτω των 14 ετών και το 66% κάτω των 30. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να δημιουργηθούν τουλάχιστον 3 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας μέχρι το 2020.

Ο περιορισμός των κρατικών δαπανών και το σαουδαραβικό όραμα για το 2030

Μπροστά σ' αυτά τα πολύ ανησυχητικά δεδομένα, η πολιτική ηγεσία της Σ. Αραβίας προσπαθεί να προσαρμοστεί. Η πρώτη της ενέργεια ήταν ο περιορισμός των κρατικών επιδοτήσεων στο πετρέλαιο, στο φυσικό αέριο, στην ηλεκτρική ενέργεια και στο νερό, αλλά και η αύξηση του ΦΠΑ. Επιπλέον, αναμένεται να αυξηθούν οι φόροι στα αναψυκτικά και στα είδη πολυτελείας, θα επιβληθεί ένα ειδικό τέλος «πράσινης κάρτας» στους αλλοδαπούς, ενώ θα υπάρξουν και πρόσθετες επιβαρύνσεις για τις επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους αλλοδαπούς απ' αυτούς που προβλέπει η ποσόστωση που έχει οριστεί για την αγορά εργασίας. Συνολικά, αυτά τα μέτρα αναμένεται να εξοικονομήσουν 100 δισ. δολάρια ανά έτος για τον κρατικό προϋπολογισμό μέχρι το 2020. Αξίζει να σημειωθεί, όμως, ότι στη Σ. Αραβία δεν υφίσταται φόρος εισοδήματος για τους πολίτες της χώρας, μια οικονομική καινοτομία που αφενός έχει συμβάλλει στη διατήρηση του καθεστώτος των Saud στην εξουσία, αφετέρου όμως έχει στερήσει απ' τα κρατικά ταμεία εκατοντάδες δισ. ριάλ.

Η δεύτερη και σημαντικότερη ενέργεια υπήρξε η πρωτοβουλία του Πρίγκιπα Mohammed bin Salman (φωτ.) για την εκπόνηση ενός φιλόδοξου επενδυτικού σχεδίου που σκοπεύει να διαφοροποιήσει την οικονομία της Σ. Αραβίας μέχρι το 2030, ώστε να περιοριστεί σημαντικά η εξάρτησή της απ' τα έσοδα του πετρελαϊκού τομέα. Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει δομικές αλλαγές σ' όλο το εύρος της οικoνομίας, μέσω της ίδρυσης ενός κρατικού επενδυτικού ταμείου που θα διαθέτει περιουσιακά στοιχεία αξίας τουλάχιστον 2 τρισ. δολαρίων. Μέρος των χρημάτων αυτών θα προέλθουν απ' την πώληση του 5% των μετοχών της Saudi Aramco, της σαουδαραβικής κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας.

 

Photo by Anadolu Agency / Contributor / Getty Images / Ideal Image

Για να αντιληφθούμε το μέγεθος του επενδυτικού ταμείου που θα δημιουργηθεί, πρέπει να σκεφτούμε ότι το δεύτερο μεγαλύτερο κρατικό επενδυτικό ταμείο στον κόσμο είναι αυτό της Νορβηγίας με αξία 0,85 τρισ. δολάρια, ενώ το σαουδαραβικό κρατικό ταμείο θα μπορούσε να αγοράσει σήμερα τις τέσσερις μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες (Apple, Alphabet-Google, Microsoft, Berkshire Hathaway) και να του περισσέψουν και 102 δισ. δολάρια. Οι επενδύσεις αυτές στοχεύουν:

- Να αυξήσουν τη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο 35% απ' το 20% του ΑΕΠ, διαφοροποιώντας τις εξαγωγές της χώρας.

- Να δημιουργήσουν μια ισχυρή αμυντική βιομηχανία που θα είναι ικανή να παράγει εγχωρίως το 50% των εξοπλισμών, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις εκτεταμένες αμυντικές δαπάνες των τελευταίων ετών. Οι αμυντικές δαπάνες άρχισαν να αυξάνονται με αλματώδη άνοδο μετά τα γεγονότα της Αραβικής Άνοιξης και τις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας που υπήρξαν στη χώρα, αλλά και λόγω της χρηματοδότησης των αντικαθεστωτικών στη Συρία και τον πόλεμο εναντίων των σιιτών Χούθι στην Υεμένη. Παρόλα αυτά, η γεωπολική και οικονομική ανάδυση του Ιράν προκαλεί νέες ανασφάλειες στη Σ. Αραβία, που φαίνεται να αυξάνει περαιτέρω τους πολεμικούς της εξοπλισμούς (από $46 δισ. το 2015, σε $57 δισ. το 2016).

- Να ενισχύσουν τις ξένες άμεσες επενδύσεις απ' το 3,8 στο 5,7% του ΑΕΠ. Η Σ. Αραβία θα προβεί στην έκδοση κρατικών και εταιρικών ομολόγων και στο «άνοιγμα» του χρηματιστηρίου της. Αν και βραχυπρόθεσμα το χρέος της θα αυξηθεί, οι οικονομικοί ιθύνοντες στο Ριάντ θεωρούν ότι οι κινήσεις αυτές θα δημιουργήσουν επενδυτικό ενδιαφέρον και θα προσφέρουν πολύτιμη τεχνογνωσία στα χρηματοπιστωτικά ζητήματα που θα μπορέσει να αξιοποιηθεί γόνιμα στο μέλλον.

- Να δημιουργήσουν ειδικές οικονομικές ζώνες, στη βιομηχανία, στο χρηματοπιστωτικό τομέα, στις προμήθειες (logistics) και στον τουρισμό, ώστε να προωθηθούν οι επενδύσεις, η απασχόληση και η γενικότερη οικονομική μεγέθυνση της χώρας.

- Να αναπτύξουν τον τουρισμό, ιδιαίτερα τον θρησκευτικό, από 8 σε 30 εκατομμύρια τουρίστες μέχρι το 2030, καθώς και να προβάλλουν περαιτέρω άλλες περιοχές της χώρας.

- Να προωθήσουν κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως είναι: η μείωση της ανεργίας, η αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος (που θα είναι σύμφωνη όμως με τις θρησκευτικές και ιστορικές αξίες της χώρας), η δημιουργία μιας δευτερογενούς αγοράς κατοικιών για να καλυφθεί το έλλειμμα στέγης που θα ξεπεράσει το 1 εκατομμύριο κατοικίες την επόμενη πενταετία (μέσω της ίδρυσης οργανισμών όπως οι Freddie Mac και Fannie Mae στις ΗΠΑ), καθώς και η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό από 22 σε 30%. Ωστόσο, η απαγόρευση της οδήγησης για τις γυναίκες αναμένεται να διατηρηθεί στο προσεχές μέλλον.

Θα αποδώσουν καρπούς οι πολιτικές αυτές;

Παρότι αρκετά απ' αυτά τα μέτρα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, είναι αμφίβολο αν και με ποιο τρόπο θα υλοποιηθούν τελικά. Οι δυσκολίες που θα προκύψουν αφορούν την πολιτική ηγεσία του Ριάντ, τον επιχειρηματικό κόσμο, αλλά και τη θέληση για προσαρμογή που θα επιδείξουν οι ίδιοι οι Σαουδάραβες πολίτες. Συγκεκριμένα:

- Ο Πρίγκιπας Mohammed bin Salman, που είναι ο εμπνευστής του νέου επενδυτικού σχεδίου της χώρας, είναι δεύτερος τη τάξει στη διαδοχή του θρόνου. Ο μόλις 30 χρονών Πρίγκιπας έχει συγκεντρώσει υπερεξουσίες στα χέρια του – που του έχουν μεταβιβαστεί απ' τον πατέρα του, τον Βασιλιά Salman– καθώς είναι υπουργός Άμυνας και ελέγχει όλα τα κυβερνητικά συμβούλια που σχετίζονται με την οικονομία, τις επενδύσεις και τον πετρελαϊκό τομέα της χώρας. Το γεγονός αυτό είναι πιθανό να δημιουργήσει έριδες στο παλάτι, τόσο από τον άμεσο διάδοχο του θρόνου, Muhammad bin Nayef (ανηψιό του Βασιλιά Salman), όσο και από άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας που διαθέτουν πιο συντηρητική σκέψη.

- Το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό της Σ. Αραβίας είναι 41%, όταν στις χώρες του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) φθάνει στο 60%. Αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια του μικρού βαθμού συμμετοχής των γυναικών στον εργασιακό τομέα και πηγάζει απ' την αυστηρή ερμηνεία του ισλαμικού νόμου που επικρατεί στη χώρα. Αν αναλογιστούμε ότι το 60% των πτυχιούχων πανεπιστημίου είναι γυναίκες και μόνο 15% εξ αυτών εργάζεται, αντιλαμβανόμαστε τη σοβαρή απώλεια ικανού εργατικού δυναμικού που υφίσταται η Σ. Αραβία. Οι γυναίκες είτε απαγορεύεται να δουλεύουν σε μέρη όπου υπάρχουν άνδρες που δεν είναι συγγενείς τους, είτε εργάζονται σε μέρη όπου δεν υπάρχουν καθόλου άνδρες, ενώ απαγορεύεται και να οδηγούν. Αυτοί οι περιορισμοί αφενός περιορίζουν τις θετικές συνέργειες που θα μπορούσαν να υπάρξουν στον χώρο εργασίας, ενώ επιφέρουν και αυξημένα κόστη που μειώνουν την κερδοφορία των εταιρειών. Επίσης, οι θρησκευτικές έριδες αποκλείουν από αρκετές κρατικές και υψηλόβαθμές θέσεις και το περίπου 15% του σιιτικού πληθυσμού της χώρας.

Photo by Jordan Pix / Stringer / Getty Images / Ideal Image

- Το υψηλό ποσοστό απασχόλησης των Σαουδαράβων στον δημόσιο τομέα και η διαφορά στις αμοιβές που υπάρχει με τον ιδιωτικό τομέα αποτρέπουν τον μέσο πολίτη απ' την ανάληψη επιχειρηματικής πρωτοβουλίας. Ο φόβος της αποτυχίας σ' έναν πληθυσμό που είναι κυρίως νεαρής ηλικίας και μορφωμένος (περίπου 2 στους 3 Σαουδάραβες είναι πτυχιούχοι πανεπιστημίων) είναι ανασταλτικός παράγοντας για την οικονομική πρόοδο της χώρας.

- Το γεγονός ότι στον ιδιωτικό τομέα εργάζονται κυρίως αλλοδαποί ευνοεί σε μεγάλο βαθμό ισχυρές επιχειρηματικές οικογένειες που διαθέτουν καλές σχέσεις με το παλάτι, καθώς έχουν τη δυνατότητα να προσελκύουν φθηνό εργατικό δυναμικό (από χώρες όπως το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν κλπ) σε μεγάλους αριθμούς και με χαμηλούς μισθούς. Το νέο επενδυτικό πλάνο της χώρας τονίζει την ανάγκη να περιοριστεί η απασχόληση στον δημόσιο τομέα, κάτι που σημαίνει πως θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για εργασία στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό συνεπάγεται υψηλότερα μισθολογικά κόστη για κάποιες από τις επιχειρήσεις αυτές. Συνεπώς, οι νέες μεταρρυθμίσεις ίσως συναντήσουν την αντίδραση μέρους της επιχειρηματικής ελίτ, που θα δει τα συμφέροντα της να πλήττονται. Αντιδράσεις ίσως υπάρξουν και απ' το «άνοιγμα» του κατασκευαστικού και χρηματοπιστωτικού τομέα της χώρας, καθώς οι αμερικάνικες και ευρωπαϊκές εταιρείες θα σπεύσουν να καλύψουν τα κενά που υπάρχουν στις εν λόγω αγορές.

- Πέραν της μεγαλύτερης συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, θα απαιτηθεί και η αύξηση της παραγωγικότητας, που είναι εξαιρετικά χαμηλή στη Σ. Αραβία. Η επίτευξη αυτού του στόχου προϋποθέτει, πέραν της συμμετοχής των γυναικών στον εργασιακό τομέα, μια πλήρη αναδιάταξη της δομής της αγοράς εργασίας. Οι θέσεις που προσφέρονται αυτήν τη στιγμή στη χώρα είναι είτε πολύ υψηλής εξειδίκευσης, είτε πάρα πολύ χαμηλής (χειρωνακτικές εργασίες), με αποτέλεσμα να καλύπτονται σε μεγάλο βαθμό από αλλοδαπούς. Αυτό σημαίνει αφενός ότι οι Σαουδάραβες θα πρέπει να δεχθούν να εργαστούν και σε θέσεις χαμηλότερης εξειδίκευσης, αφετέρου θα πρέπει να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας μέσης εξειδίκευσης που να ανταποκρίνονται στα προσόντα και τις ικανότητες που υφίστανται στην αγορά εργασίας. Η λύση στο πρόβλημα αυτό δεν μπορεί να είναι άμεση, καθώς απαιτούνται μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, καθώς και στην τεχνολογική και κεφαλαιουχική επάρκεια που διαθέτουν οι επιχειρήσεις. Η επιβολή ποσοστώσεων στην αγορά εργασίας δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, αν δεν υπάρξουν κίνητρα προς τους ίδιους τους πολίτες να ανακατανείμουν τις προτιμήσεις τους αλλά και τις δεξιότητες που αποκτούν.

- Η απώλεια θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα από πολίτες τρίτων χωρών, που φθάνουν σχεδόν τα 10 εκατομμύρια, είναι πιθανό να προκαλέσει έντονες κοινωνικές αντιδράσεις, αλλά και νέα προσφυγικά ρεύματα προς άλλες αραβικές χώρες της περιοχής ή της Μεσογείου.

- Η ανάπτυξη του αμυντικού τομέα της χώρας απαιτεί μεγάλες επενδύσεις, εισαγωγή νέων τεχνολογιών και την ύπαρξη εκπαιδευμένου προσωπικού με υψηλές δεξιότητες. Συνεπώς, για να πραγματοποιηθεί ένα τέτοιο φιλόδοξο σχέδιο θα απαιτηθούν δεκαετίες.3

Όπως προκύπτει απ' τα ανωτέρω σημεία, η υλοποίηση του νέου επενδυτικού οράματος για τη Σ. Αραβία είναι μεν απαραίτητη, αλλά παρουσιάζει αυξημένες δυσκολίες. Απαραίτητο στοιχείο μια τέτοιας οικονομικής μετάβασης είναι η αλλαγή νοοτροπίας και πολιτισμικής κουλτούρας, τόσο σε επίπεδο ηγεσίας, όσο και σε επίπεδο μέσου πολίτη. Αυτό σημαίνει ότι αν η Σ. Αραβία δεν χαλαρώσει τη θρησκευτική αυταρχικότητα που την χαρακτηρίζει και δεν προβεί σε πιο δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, θα είναι δύσκολο να προλάβει τις εξελίξεις.

Βεβαίως, αν πραγματοποιηθούν όλες αυτές οι αλλαγές, θα μιλάμε πλέον για ένα νέο κράτος που δεν θα έχει το χαρακτήρα της απόλυτης μοναρχίας και συνεπώς μια πιθανή κατάληξη θα είναι η ανατροπή του οίκου των Saud. Σε κάθε περίπτωση, ο παράγοντας χρόνος θα παίξει μεγάλο ρόλο: μήπως η Σ. Αραβία έχει ήδη αργήσει να επιφέρει αυτές τις μεταρρυθμίσεις ή πολλές απ' αυτές δεν θα χρειαστεί καν να εφαρμοστούν λόγω μιας απροσδόκητης αύξησης της τιμής του πετρελαίου;

* Ο κ. Μιχάλης Διακαντώνης είναι οικονομολόγος/διεθνολόγος, συντονιστής στο Παρατηρητήριο Ανατολικής Μεσογείου στον Τομέα Ρωσίας Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ).