«Πάντως το αλλόκοτο το έχω, συν τω χρόνω, αποδεχτεί και δεν μπορώ πλέον να το διακρίνω. Είναι συστατικό στοιχείο του κόσμου μου, συγγραφικού και πραγματικού και έχω συμφιλιωθεί μ' αυτό», αναγνωρίζει ο στυλίστας και πολυβραβευμένος συγγραφέας Ανδρέας Μήτσου. Και μας ξεκαθαρίζει, όσο γίνεται αυτό στον κόσμο των ιστοριών και των ηρώων, τα πώς και τα γιατί της γραφής του.
«Θιασώτης της τελετουργίας», όπως ομολογεί στο Liberal.gr, «πάντα το ίδιο συμβάν επιχειρώ να διαλευκάνω», παραδέχεται. «Από ποια σκοπιά το αντικρίζω κάθε φορά, η οπτική γωνία θέασης και ερμηνείας του, είναι που αλλάζει. Οπότε, δικαίως μπορεί να ονομασθεί εμμονή, η προσήλωση σ' ένα σημείο και στο ίδιο πάντα Θέμα, όσο κι αν αυτό στέκεται πάντα μπροστά στα μάτια σου σαφές κι ολοφάνερο».
Στο μεταξύ, ένα καινούργιο του βιβλίο θα βρίσκεται ως το Φθινόπωρο στα χέρια μας. «Η παγίδα», με υπότιτλο «Βίωμα και γραφή».
«Μυθιστόρημα 520 σελίδων, όπου αποτολμώ να καταθέσω την βιωματική μου σχέση με επιλεγμένες-δημοσιευμένες ιστορίες μου και πως αυτές μεταστοιχειώθηκαν σε λογοτεχνική αφήγηση. Μέσα από όσο πιο ειλικρινή μπορώ, ενδοσκόπηση, αναγνωρίζω και αποτυπώνω το βίωμα και εξηγώ τους τρόπους της λογοτεχνικής μορφής του.»
«Μια, οιωνεί, αυτοβιογραφία - απολογία, αυτά το μυθιστόρημα» όπως παραδέχεται, «η οποία συνιστά ταυτόχρονα και μια αναψηλάφηση-εφαρμογή των ανταγωνιστικών λειτουργιών. Η παγίδα μου.»
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κύριε Μήτσου, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Ό,τι πασχίζω, να βρω το ρυθμό μου. Εάν τα καταφέρω, αυτός, ο εσώτερος ρυθμός, αποτυπώνεται ως ο ρυθμός της αφήγησής μου. Πάντως, είμαι θιασώτης της τελετουργίας, σε κάθε μορφή της. Ο χώρος, ο χρόνος, οι συνθήκες, αποτελούν προϋποθέσεις πορείας προς εαυτόν, ωστόσο δεν τους έχω δώσει συνειδητές διαστάσεις. Εκ των υστέρων διαπιστώνω, κάθε φορά, τι συνετέλεσε στη συνάντηση του εαυτού και στη λογοτεχνική υποστασιοποίηση ενός βιώματος. Εάν οφείλονταν, δηλαδή, στου βροχερό καιρό, ή και στην μυρωδιά ακόμα ενός συγκεκριμένου χώρου.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Υπάρχει μια ακαθόριστη εικόνα μέσα μου, που αποζητεί να λάβει μορφή, που διαστέλλεται συνεχώς και μου δημιουργεί άγχος. Για να απαλλαγώ και να «ξεφοβηθώ», επιχειρώ να την απελευθερώσω. Όταν, εντέλει, δραπετεύσει και την «δω», πρώτος εγώ, την ίδια στιγμή αρχίζει ένας επίμονος αγώνας να τη φωτίσω από συγκεκριμένη σκοπιά, να της δώσω ορισμένη μορφή και υπόσταση. Την σκέπτομαι συνέχεια, την επεξεργάζομαι όλη την ώρα, συντελείται ένα «ρετουσάρισμα», μια τακτοποίηση «πραγμάτων» εντός μου.
Επιχειρώ μια συγκάλυψη και την απαλλαγή από το άγχος της. Θέλω να την «δείξω» και να την παραδώσω, όπως με βολεύει, όπως με «συμφέρει». Ίσως αυτό να μπορεί να ονομαστεί πλάνο, σχεδιασμός αποπλάνησης δηλαδή. Δεν πρόκειται για απολύτως συνειδητή διεργασία, απλά επιχειρείται μια επανερμηνεία συμβάντων της ζωής μου, ώστε να γίνουν πιο υποφερτά, ίσως πρόκειται για κάποια συγνώμη-απολογία, ή για απόπειρα ξεκαθαρίσματος λογαριασμών με τον εαυτό μου και τα της απενοχοποίησής του.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Όλα γραφτήκανε -και τα δεκαοχτώ βιβλία μου- υπό «παράξενες συνθήκες», γιατί συναρτώνται με απροσδόκητα αφυπνισμένα βιώματα και μνήμες, και αποτυπώνουν μια κατάσταση εσώτερου πανικού, μια εναγώνια απόπειρα επούλωσης ανοικτών πληγών. Αυτά, βέβαια, τα διακρίνει μόνο ο επαρκής αναγνώστης, και εγώ σ' αυτόν προσβλέπω.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Πάντα το ίδιο συμβάν επιχειρώ να διαλευκάνω. Από ποια σκοπιά το αντικρίζω κάθε φορά, η οπτική γωνία θέασης και ερμηνείας του, είναι που αλλάζει. Οπότε, δικαίως μπορεί να ονομασθεί εμμονή, η προσήλωση σ' ένα σημείο και στο ίδιο πάντα Θέμα, όσο κι αν αυτό στέκεται πάντα μπροστά στα μάτια σου σαφές κι ολοφάνερο.
Τα προφανή είναι που δεν βλέπουμε γι' αυτό μηχανευόμαστε τρόπους εξαπάτησης του εαυτού και την διαφυγή μας. Αυτές οι διεργασίες απόκρυψης, του κάθε συγγραφέα, είναι που έχουν το ενδιαφέρον και για τούτο το λόγο, πιστεύω, διαβάζουμε ένα βιβλίο λογοτεχνικό.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Να μου έχει συμβεί. Και να τη Θυμηθώ, να έχει αφυπνισθεί. Η μνήμη «Φταίει», και η συνακόλουθη νοσταλγία, ως νόστος και άλγος μαζί. Το πώς Θα την ομολογήσω, είναι ένα άλλο Θέμα.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Να τους έχω κάποτε αγαπήσει. Και να τους «χρωστάω» ακόμα.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Για μένα, όλοι τους. Όμως αυτό οι άλλοι, οι αναγνώστες, θα το διαπιστώσουν και θα το χαρακτηρίσουν. Το εύλογο και το παράλογο των ηρώων μου. Πάντως το αλλόκοτο το έχω, συν τω χρόνω, αποδεχτεί και δεν μπορώ πλέον να το διακρίνω. Είναι συστατικό στοιχείο του κόσμου μου, συγγραφικού και πραγματικού και έχω συμφιλιωθεί μ' αυτό.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Την «πείνα», του Κνουτ Χάμισουν, σε προεφηβική ηλικία και ταυτόχρονα σχεδόν, «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» του Τζόναθαν Σουίφτ. Αν και διαφορετικά βιβλία με εμπότισαν ανεξίτηλα, και τα δύο, με την ίδια μελαγχολία. Αν μ' έσωσαν, ή με στιγμάτισαν, δεν μπορώ να αποφασίσω.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Δεν έχω τέτοια συνείδηση. Ούτε Θέλω να το παραδεχτώ πως άλλαξε τη ζωή μου κάποιο βιβλίο, να δω την τέχνη δηλαδή ως υποκατάστατο της ζωής. Δεν μπορώ να εξηγήσω, ωστόσο, γιατί επιστρέφω, όταν με περιζώνει η απελπισία, σε συγκεκριμένα βιβλία, να θυμηθώ εκεί «χαρές ανείδωτες» και να παρηγορήσω τον εαυτό μου.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Μου φαίνεται πως δεν πρέπει τώρα πια, να τους κατονομάσω. Είναι σαν να τους «δίνω», ν’ αποκαλύπτω κρυφούς, παράνομους έρωτες. Σαν να «προδίδω» πολλές αγάπες, είτε επειδή τις ξεχνώ, ή γιατί κι αυτές μαράζωσαν.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Παλιά, άκουγα μουσική γράφοντας, τώρα, δεν το χρειάζομαι, νομίζω. Αντλώ, απευθείας, από την δική μου σιωπή. Ωστόσο δεν έχω ακόμα ξεδιαλύνει, αν γράφω για να την εξαντλήσω την σιωπή εντός μου ή μια να φτάσω κάπου σ' αυτήν.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Το φθινόπωρο, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα εκδοθεί από τον Καστανιώτη «Η παγίδα», με υπότιτλο «Βίωμα και γραφή». Μυθιστόρημα 520 σελίδων, όπου αποτολμώ να καταθέσω την βιωματική μου σχέση με επιλεγμένες — δημοσιευμένες ιστορίες μου και πως αυτές μεταστοιχειώθηκαν σε λογοτεχνική αφήγηση.
Μέσα από όσο πιο ειλικρινή μπορώ, ενδοσκόπηση, αναγνωρίζω και αποτυπώνω το βίωμα και εξηγώ τους τρόπους της λογοτεχνικής μορφής του. Πρόκειται στην ουσία για μια παρωδία του συγγραφικού εγώ, του ίδιου του εαυτού μου, μέσα σε έναν χώρο παράταιρο. Τόσο, ίσως, ανελέητη, ώστε με την λεπτομερή ερμηνεία του κάθε συμβάντος να καθίσταται ο αφηγητής —συγγραφέας, ένας λογοτεχνικός ήρωας, μια μυθιστορηματική φιγούρα.
Επιχειρώ, δηλαδή, να καταλάβω πώς έπεσα εγώ στην «παγίδα της γραφής», πώς μπορεί να πέσει μέσα σ' αυτή την παγίδα ο καθένας μας, όταν αστόχαστα σκαλίζει παλιές αμαρτίες και ξύνει πληγές. Μια, οιωνεί, αυτοβιογραφία - απολογία, αυτά το μυθιστόρημα, η οποία συνιστά ταυτόχρονα και μια αναψηλάφηση-εφαρμογή των ανταγωνιστικών λειτουργιών. Η παγίδα μου.