Η πρόκληση για τον πρωθυπουργό είναι μεγάλη. Να προσφύγει στις κάλπες και να συντρίψει τον αντίπαλο του. Να τον αποτελειώσει. Με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια.
Και εξουδετερώνει την απλή αναλογική και σταθεροποιεί την κυριαρχία του στο πολιτικό σκηνικό.
Βέβαια, υπάρχει ένας ισχυρός πολιτικός αντίλογος. Δεν υπάρχει νομιμοποιητική βάση για πρόωρες εκλογές. Η οικονομική πολιτική δεν θα υποστεί δραματικές αλλαγές, καθώς η ΕΕ φαίνεται πως θα προσφέρει πλουσιοπάροχη, στοχευμένη βοήθεια σε όλα τα κράτη-μέλη της που επλήγησαν από την πανδημία.
Συνεπώς, πολύ σύντομα ο πρωθυπουργός θα κληθεί να αποφασίσει για το είδος του προαναγγελθέντος ανασχηματισμού. Αν η πλάστιγγα στην σκέψη του κλίνει προς την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, είναι λογικό ο ανασχηματισμός να έχει προεκλογικό χαρακτήρα.
Να τηρεί τις εσωκομματικές ισορροπίες και να αξιοποιήσει στελέχη της Κεντροαριστεράς που είναι πολιτικά άστεγα.
Η πολιτική ιδιοσυγκρασία του πρωθυπουργού δεν προδιαθέτει για μια τέτοια επιλογή. Το πιο πιθανό είναι να βάλει στην άκρη το σενάριο των πρόωρων εκλογών.
Αυτή την στιγμή το πρόβλημα του δεν είναι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά οι αδυναμίες σημαντικών υπουργών του. Μπορεί η ομάδα του Μαξίμου να σχεδιάζει, αλλά αρκετοί υπουργοί αδυνατούν να εκτελέσουν. Είναι ευθυνόφοβοι και ως εκ τούτου ανεπαρκείς.
Κάποιοι -λίγοι ευτυχώς- με την πολιτική τους θυμίζουν τις χειρότερες στιγμές του παλαιοκομματισμού. Είναι ολοφάνερο πως ένα συγκεκριμένο μοντέλο διακυβέρνησης, στο οποίο οι υπουργοί είναι και βουλευτές, έχει χρεοκοπήσει. Σχεδόν πάντα καθορίζουν την υπουργική ατζέντα τους με μοναδικό κριτήριο την επανεκλογή τους.
Σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει ανάγκη από εσωκομματικούς συμβιβασμούς. Ο επικείμενος ανασχηματισμός θα πρέπει να σηματοδοτήσει την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου σε όλους τους τομείς και κυρίως σε αυτούς που παρουσιάζονται αβελτηρίες, όπως π.χ. στις αποκρατικοποιήσεις και στην Δικαιοσύνη και αλλού.
Στην πατρίδα μας φαίνεται πως κάτι αλλάζει στις συνειδήσεις, στην νοοτροπία, στην συμπεριφορά μιας κρίσιμης μάζας πολιτών. Το δόγμα πως κάθε τι το δημόσιο είναι εξ ορισμού καλό και, αντιθέτως, κάθε τι το ιδιωτικό είναι εξοβελιστέο, σβήνει. Η δαιμονοποίηση του ιδιωτικού τομέα και της επιχειρηματικότητας αργοπεθαίνει.
Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση του θα πρέπει να αφουγκρασθούν αυτές τις υπόγειες διεργασίες που συντελούνται στο υπόστρωμα της κοινωνίας και να ανταποκριθούν.
Ο ανασχηματισμός, για να δώσει πνοή στο κυβερνητικό έργο, δεν μπορεί να είναι ανασχηματισμός ρουτίνας. Διορθωτικός, επί το κομψότερον. Από αυτούς που ουδείς καταλαβαίνει γιατί έγιναν. Θα πρέπει να σηματοδοτήσει δύο κεντρικές κατευθύνσεις τη κυβέρνησης.
Πρώτον, την προώθηση των δομικών μεταρρυθμίσεων και δεύτερον την στρατηγική μετατόπιση της Νέας Δημοκρατίας προς τον χώρο του Μεταρρυθμιστικού Κέντρου.
Π.χ. δεν έχει νόημα η ψηφιοποίηση της γραφειοκρατίας, αλλά η εξάλειψη της. Αν τα δεκάδες δικαιολογητικά τα υποβάλλουμε ψηφιακά αντί αυτοπροσώπως, ελάχιστη αξία έχει. Το ζητούμενο είναι να περιορισθούν δραστικά τα δικαιολογητικά. Μόνο τότε ο πολίτης καταλαβαίνει πως κάτι άλλαξε.
Ανέφερα ένα παράδειγμα για να δείξω πως ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Δεν χρειάζονται «φωτισμένοι» υπουργοί, αλλά «φωτισμένη» κυβέρνηση. Μια ομάδα που έχει ομοιογένεια και λειτουργεί αποτελεσματικά.
Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός, ως απόλυτος κόουτς, θα πρέπει να επιλέξει αυτός το κυβερνητικό σχήμα που και θα «παίξει ωραία μπάλα» και θα κερδίσει.
Στο χέρι του είναι αν, επί των ημερών του, θα αλλάξει η Ελλάδα.