Του Δημήτρη Καμπουράκη
Έχω έναν ανιψιό κι ένα βαφτιστήρι, που όταν μπήκαν στο πανεπιστήμιο κάναμε γλέντι τρικούβερτο. Άξια παιδιά προερχόμενα από οικογένειες με οικονομικά ζόρια, κατάφεραν να μπουν τότε σε πολύ καλές σχολές και το χαρήκαμε όλως ιδιαιτέρως. Και τώρα που πήραν τα πτυχία τους, βρεθήκαμε πάλι όλοι μαζί οικογενειακώς και κλάψαμε την μοίρα μας. Ο ένας φεύγει για την Μελβούρνη, ο άλλος για το Γκρατς.
Αυτή είναι η ουσία, όλα τα άλλα είναι κουραφέξαλα. Κενά λόγια και ωραιοποιήσεις δίχως νόημα, που μόνο οργή μπορούν να προκαλέσουν. Ο απόφοιτος του οικονομικού πανεπιστημίου πάει να κάνει καριέρα στην Αυστραλία, ο γιατρός πάει να περιθάλπει Αυστριακούς. «Καθίστε εδώ ρε, τώρα θα μπουν 10.000 στο δημόσιο στην θέση των παπάδων, μπορεί να είστε ανάμεσα στους τυχερούς» τους είπα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να τους κρατήσω, για να εισπράξω τον νεανικό καγχασμό τους.
Ούτε ότι θα μπουν 10.000 στο δημόσιο πιστεύουν τα παλικάρια, ούτε ότι αυτοί θα είναι οι «τυχεροί». Ξέρουν τα παιδιά τι γίνεται στην χώρα τους, δεν είναι ανόητα. Το χειρότερο δε, είναι πως ακόμα κι αν πίστευαν πως είχαν μια πιθανότητα να ''τρυπώσουν'' σε καμιά δημόσια υπηρεσία σαν τον Κώστα Βουτσά στην ταινία, πάλι θα προτιμούσαν να φύγουν έξω. Όπου βρήκε ο καθένας. Έχουν προσόντα βλέπετε και δεν είναι διόλου διατεθειμένα να τα χαραμίσουν στην σημερινή ελληνική μιζέρια και κακομοιριά.
Αυτό είναι το πιο τραγικό. Τα σημερινά μορφωμένα ελληνόπουλα με διάθεση να κάνουν κάτι στην ζωή τους, μήτε που βάζουν καθόλου στο μυαλό τους την πιθανότητα να προκόψουν εδώ στον τόπο τους. Τελειώνουν τρέχοντας το πανεπιστήμιο και ήδη το μυαλό τους (μαζί με το βιογραφικό τους) πετάει στις πέντε ηπείρους ψάχνοντας. Η πατρίδα τους μόνο ως τόπος διακοπών υπάρχει στα σχέδια τους και ως νοσταλγική περιοχή όπου θα παραμένουν οι παιδικές τους αναμνήσεις, δίπλα στους γονείς τους που θα γερνάνε μουρμουρίζοντας για τα ζόρια τους.
Αφήστε, που όπως λένε τα ίδια τα παιδιά, όπου κι αν πάνε ανά την υφήλιο, από την πρώτη μέρα πέφτουν πάνω σε Έλληνες που έχουν πάνω-κάτω την ηλικία τους και τα προσόντα τους. Άλλη καταστροφή κι αυτή. Από την Σιγκαπούρη μέχρι τη Φραγκφούρτη κι από το Σιάτλ μέχρι την Σαγκάη, έχουμε γίνει οι τροφοδότες πανεπιστημίων, νοσοκομείων, οδοντιατρείων, ερευνητικών κέντρων και επιχειρηματικών ομίλων. Γεμίσαμε την υφήλιο με σπουδαγμένους, έξυπνους και φιλόδοξους ανθρώπους, που βρέθηκαν εκεί όχι από επιλογή αλλά από ανάγκη. Δεν πήγαν για κάτι καλύτερο από την καλή πατρίδα τους, τους έδιωξε η άθλια πατρίδα τους γιατί δεν είχε τι να τους κάνει.
Κι ύστερα μου λένε εμένα (και σε κείνους) για οικονομική ανάκαμψη και για επιστροφή στην κανονικότητα, με υφάκι θριάμβου και θράσος χιλίων πιθήκων σαν χθες στην Βουλή. Ας ερχόταν να μας τα πει ο Αλέξης σε κείνη την σιωπηλή παρέα που κάναμε το περασμένο Σάββατο όλοι μαζί, για να ξεπροβοδίσουμε τα παιδιά. Ωραία θα περνούσε.