Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Το ότι ζούμε στην εποχή της ατάκας είναι πια φανερό. Παλιότερα, μπορεί ο αρχισυντάκτης να έβγαζε τον τίτλο του πρώτου θέματος στην εφημερίδα ή ο δημοσιογράφος το μότο για να διαβαστεί η συνέντευξή του. Τώρα, χιλιάδες άνθρωποι παίζουν με την ταχύτητα που θα απλωθεί η δική τους φράση στο διαδίκτυο, μέσα σε λίγα λεπτά.
Θα μου πεις, ο Γερούν Ντάισεμπλουμ δεν ήξερε ότι θα θυμώσουμε στον Νότο, όταν μάθουμε τι πιστεύει για μας; Δεν γνώριζε ότι δεν μας αρέσει να μας κατηγορούν ότι τα τρώμε «στα ποτά και στις γυναίκες»; Φυσικά το γνώριζε. Παίζοντας όμως, κι εκείνος με τους όρους της «αισθητικής του σοκ» των πολιτικών επιλέγει να ανταποκριθεί στην κυρίαρχη αντίληψη των Βορείων: «Οι Νότιοι δεν είναι νοικοκύρηδες σαν κι εμάς…»
Προφανώς, η τάση «ταυτοτισμού» που μας ανησυχεί για τύπους σαν την Λεπέν, τον Βίλντερς ή τον απίθανο Ερντογάν, ισχύει και για τους κοσμοπολίτες σαν τον Ντάισεμπλουμ. Όλοι θέλουν λίγο πολύ να υπάρξουν ως ταυτόσημοι εκφραστές των ομάδων τους.
Μ΄αυτή την τακτική όμως, Ευρώπη δεν φτιάχνεται. Εδώ και πολλά χρόνια, έχει ήδη διαμορφωθεί το χάσμα μεταξύ Βορά και Νότου που θα έπρεπε να ανησυχήσει πολλούς στις Βρυξέλλες. Αλλά, εξυπηρετώντας ο καθένας τα δικά του εθνικά «ιδεώδη» αδιαφορεί ή σιγοντάρει πιο πολύ, τις διαφορές.
Δεν είναι όμως τα πράγματα έτσι, αγαπητέ Γερούν. Οι κοινωνίες δεν έχουν την ίδια βιοθεωρία στην κοινή τους πορεία πάνω στις βασικές αξίες του πολιτισμού. Η Ευρώπη, αν έχει κάποιο πολιτισμικό όραμα, αυτό αποτελεί ένα μίγμα απολλώνιου και διονυσιακού πνεύματος. Ζέστη και κρύο μαζί, πάθος, «πήξη» και «τήξη» πνεύματος για να πετύχουμε την πράξη, το επίτευγμα. Χωρίς τους Έλληνες δεν υπάρχει κραυγή και νους, χωρίς τους Ιταλούς δεν υπάρχει Δίκαιο και χωρίς του Ολλανδούς εμπόριο.
Δεν μιλάμε όμως για αλήθειες και ψέματα. Δίκιο έχει ο Ολλανδός να λέει για «ποτά και γυναίκες». Κι εμείς τα λέμε για τους εαυτούς μας. Δίκιο έχουμε κι εμείς να λέμε για αναίσθητους «killers» Ολλανδούς που μπορούν να πουλήσουν την μάνα και τον πατέρα τους. Αλλά ρε παιδί μου, δεν έχει νόημα να αναμασούμε τα ίδια πράγματα. Ούτε να τσαντίζονται οι «Ελληναράδες», ο Ρέντζι, ο Πιτέλα για τα ιερά και όσια της φυλής τους. Ούτε και ο Σόιμπλε που δεν μπορεί να καταλάβει πόσο ανοικοκύρευτοι είναι οι Γάλλοι στα γραφεία των Βρυξελλών.
Από όλα αυτά ξέρετε τι καταλαβαίνω; Ότι οι ηγεσίες της Ευρώπης φθίνουν όλο και περισσότερο, στον πολιτικό «αυτισμό» τους. Και είναι επόμενο να συμβαίνει αυτό, όταν επιμένουμε ακόμα να μιλάμε μόνο για χρήμα. Όταν εκλέγονται από τις «ανύποπτες» και βουλιμικές μάζες κάτι ανθρωπάκια που αναμασούν τις εκκωφαντικές «αλήθειες» του μέσου ανθρώπου για να κάνουν πολιτική.
Το ξέρουμε ρε συ Γερούν ότι ο μέσος τύπος της δικής μας κοινωνίας είναι πρωτόγονος στις συνήθειες και έχει κακή σχέση με το χρήμα. Εσένα περιμέναμε να μας το πεις; Εμείς τον υφιστάμεθα κάθε μέρα και μας σπάει τα νεύρα! Δεν σε πληρώνουμε όμως, για να μας κάνεις ψυχανάλυση αλλά για να μας διοικήσεις. Να βρεις λύση συναίνεσης στα κοινά μας θέματα και να στηρίξεις μια Ευρώπη ενωμένη και δυνατή. Το ότι μέχρι τώρα η αλαζονεία σου επιτρέπει, θεσμικά, στα δικά μας λαμόγια να αδειάζουν τα ευρωπαϊκά ταμεία και να τα μοιράζουν ανεξέλεγκτα είναι μεγάλο πρόβλημα. Το ότι κανείς δεν σκέφτηκε, εδώ και δεκατίες, να δημιουργήσει τον συνειδητοποιημένο Ευρωπαίο μέσα από ένα ενιαίο εκπαιδευτικό σύστημα, είναι τεράστιο κενό στα κοινά μας συμφέροντα.
Όσο κουραστική και απεχθής είναι η χαλαρότητα των Νοτίων άλλο τόσο εκνευριστική είναι και «διδακτική» επιθετικότητα των Βορείων. Ο σύγχρονος ευρωπαίος πολιτικός, είτε είναι Ολλανδός είτε Έλληνας, θα πρέπει κάποτε να αφήσει πίσω του την επιπόλαιη εμμονή με τους μέσους όρους των αντιφάσεων και να ασχοληθεί με την διαφορετικότητα των ποιοτικών ομάδων. Μπορεί ο μέσος όρος να τους εκλέγει αλλά οι διαφορετικοί είναι αυτοί που συνεργάζονται μαζί τους, για να βγει η δουλειά.
Και οι «διαφορετικοί» είναι λίγο πολύ ίδιοι – όταν υπάρχουν κανόνες- σε όλες τις χώρες, όπου εργάζονται. Στην οικονομία, στα πανεπιστήμια, στην τέχνη, στην πολιτική.
Ολλανδέ αδερφέ μου, ούτε εσύ θα με καταλάβεις ποτέ γιατί φωνάζω όταν «αγορεύω» ούτε εγώ γιατί μιλάς χαμηλόφωνα. Κι ο Θεσσαλονικιός δεν καταλάβαινε κάποτε τον Κρητικό αλλά στο τέλος, το κράτος το φτιάξανε. Από ανάγκη και ανασφάλεια και οι δύο…