Μας είναι εξαιρετικά δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί η κυβέρνηση αποφάσισε να απαξιώσει την επιτυχία της στην διαχείριση της α’ φάσης της πανδημίας. Γιατί αυτό κάνει όταν τη χρησιμοποιεί ως πρόσχημα για να κλείσει το κέντρο της Αθήνας για την «πιλοτική εφαρμογή» του «Μεγάλου Περίπατου», του έργου πεζοδρόμησης του Κέντρου που αποφάσισε το δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας.
Ναι, γνωρίζουμε, δηλαδή μας εξήγησαν, ότι πίσω από την έκδοση της ΚΥΑ κρύβεται μια νομική «πονηριά». Η ΚΥΑ αποκλείει την πιθανότητα αναστολής των εργασιών πεζοδρόμησης μετά από τυχόν προσφυγή στο ΣτΕ και ως παράδειγμα μας έφεραν τις προσφυγές που έγιναν για να ανακληθεί ανάλογη απόφαση για τις εκκλησίες. Από τη στιγμή που γίνεται η επίκληση της δημόσιας υγείας το ΣτΕ είναι απίθανο να δεχτεί μια προσφυγή κατά της απόφασης αυτής.
Γιατί όμως μια φιλελεύθερη κυβέρνηση δρα αυταρχικά και μάλιστα με τόσο απροκάλυπτο τρόπο;
Στα πρώτα του διαγγέλματα ο πρωθυπουργός καθιστούσε σαφές και μετ’επιτάσεως ότι τα περιοριστικά μέτρα της καραντίνας που είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό ατομικών μας ελευθεριών, λαμβάνονταν κυριολεκτικά με δέος και μόνο εξαιτίας της απειλής για τη δημόσια υγεία που ήταν πραγματική και όχι μια πρόφαση να μας κλειδώσει στα σπίτι μας.
Τότε, είχαμε σχολιάσει ότι αισθανόμαστε ασφαλείς που αυτά τα περιοριστικά μέτρα τα αποφάσισε ένας πρωθυπουργός που στην πραγματικότητα τα εχθρεύεται ως γνήσια φιλελεύθερος και δημοκράτης που είναι.
Τις ίδιες διαβεβαιώσεις έδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στο διάγγελμά της την 25η Μαρτίου.
Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρωθυπουργός αναγνώρισαν πολλές φορές ότι τα μέτρα της καραντίνας λειτουργούν περιοριστικά για τις ατομικές ελευθερίες αλλά ήταν ένα τίμημα που έπρεπε να καταβάλλουμε και στη συντριπτική μας πλειοψηφία οι πολίτες συνεργαστήκαμε επειδή εμπιστευτήκαμε τις διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού.
Η κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός, εργάστηκαν σκληρά για να πείσουν για την αναγκαιότητα των μέτρων, εργάστηκαν σκληρά για να μας πείσουν ότι δεν έχουν τις ατομικές μας ελευθερίες στο στόχαστρο γι αυτό και το σχέδιο πέτυχε.
Υπάρχει και κάτι σοβαρότερο: Μπορεί η Ελλάδα να μην θρήνησε σε πρώτη φάση εκατόμβες θυμάτων αλλά πέθαναν συμπολίτες μας και από πολύ νωρίς ο κ. Τσιόδρας θέλησε να κατανοήσουμε και αυτή τη διάσταση της πανδημίας: Κάθε ζωή μετράει.
Και τώρα η κυβέρνηση για να εξυπηρετήσει ένα Δήμαρχο που από τις πράξεις του συμπεραίνει κανείς αβίαστα ότι αδυνατεί να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης και τη φύση των περιοριστικών μέτρων, έρχεται να απαξιώσει όλη την προσπάθεια, να γελοιοποιήσει από μόνη της όσα μας είπε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός. Γιατί;
Από την πανδημία πέθαναν συμπολίτες μας.
Δεν είναι δυνατόν λοιπόν η πανδημία, αυτή η τραγική κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει και θα την πληρώσουμε όλοι πανάκριβα, με ανεργία και ύφεση, να γίνεται πρόσχημα για να αποκλειστούν οι πολίτες από το νόμιμο δικαίωμα νομικής αντίδρασης στην παράνοια της πεζοδρόμησης του Κέντρου.
Δεν είναι δυνατόν να επιστρατεύεται κάτι τόσο σοβαρό για να καταφέρει ένας Δήμαρχος που προκάλεσε ο ίδιος επικίνδυνους, για τη δημόσια υγεία, συνωστισμούς να επιβάλλει κάτι τόσο ασήμαντο με πρόσχημα τη δημόσια υγεία!
Και τι θα έχει να πει η κυβέρνηση αν θα χρειαστεί να επιβάλλει νέα περιοριστικά μέτρα;
Πώς θα τα αιτιολογήσει όταν θα έχει απαξιώσει με τόση επιπολαιότητα την ίδια της την επιχειρηματολογία που έχτισε με κόπο και επιμονή;
Η μεθόδευση είναι ακατανόητη και βαθιά προσβλητική για πολλούς:
Για όσους πέθαναν και για τους συγγενείς τους.
Για όσους νόσησαν.
Για τις επιχειρήσεις που έκλεισαν και θα κλείσουν.
Για τους εκατοντάδες χιλιάδες που θα μείνουν άνεργοι αυτή τη σεζόν.
Για όλους εμάς που συνεργαστήκαμε στην επιτυχή διαχείριση της πανδημίας επειδή ακριβώς εμπιστευτήκαμε την κυβέρνηση στο ότι ο περιορισμός των ατομικών μας ελευθεριών είναι αναγκαίος και προσωρινός.
Η μεθόδευση είναι ακατανόητη, προσβλητική και κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση.