Του Λεωνίδα Γρηγοράκου*
Την πολυδιαφημιζόμενη «πρώτη φορά Αριστερά» αντιστρατεύτηκε η ανερμάτιστη κυβερνητική πολιτική των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Άλλωστε, η πρωτοφανής συμπόρευση με την ακροδεξιά του κυρίου Καμμένου απoδόμησε το εγχείρημα αυτό εν τη γενέσει του. Τώρα, που η εκλογική και κοινωνική βύθιση των κυβερνώντων είναι αναμφισβήτητο γεγονός, ανακαλύπτεται η θεωρία της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Οι ιθύνοντες ξεχνούν ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο ως φάρσα. Το μόνο που απομένει ακόμη να μας πουν είναι ότι οι ΑΝΕΛ είναι κεντροαριστερό κόμμα.
Με τα αστεία ανέκδοτα, οι σεναριολογούντες προσπαθούν να διαγράψουν την σκληρή πραγματικότητα. Επιχειρούν τον αποπροσανατολισμό των πολιτών. Μεταθέτουν τα φώτα της δημοσιότητας από τα μεγάλα προβλήματα και τα αδιέξοδα της χώρας και της οικονομίας σε ανώφελες συζητήσεις.
Το βέβαιο είναι ότι το καίριο ζήτημα δεν είναι οι μεταμορφώσεις του ενός ή του άλλου κόμματος αλλά το ότι εδώ και τρία χρόνια η Ελλάδα είναι μετέωρη. Βαδίζει στα τυφλά. Δεν διαθέτει ένα δικό της στοιχειώδες πρόγραμμα ανόρθωσης. Το έλλειμμα κυβερνησιμότητας είναι εμφανές. Το μόνο που περισσεύει είναι η τακτικισμοί και τα μικροπολιτικά παιχνίδια του κυρίου Τσίπρα. Βλέποντας ότι ο δρόμος που έχει πάρει είναι χωρίς επιστροφή, πολιτεύεται με το βλέμμα στραμμένο στην ήττα. Όλες του οι προσπάθειες αποσκοπούν στο να καταστήσει την κυβερνητική αλλαγή μια μικρή πολιτική παρένθεση. Εξ ου και έτρεξε να θεσμοθετήσει την απλή αναλογική, προσβλέποντας στη μη αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας. Μάλιστα, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του είναι να αποτρέψει την πλειοψηφία των 180 βουλευτών, που χρειάζονται για να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας το χειμώνα του 2020. Επιδίωξή του είναι να επαναλάβει αυτό που έκανε το 2014, οδηγώντας ξανά τη χώρα σε εκλογές.
Οι μεθοδεύσεις του πρωθυπουργού δεν σταματούν εδώ. Τρανή απόδειξη είναι ο επιχειρούμενος διεμβολισμός του Κινήματος Αλλαγής. Αντιλαμβάνεται ότι η ενοποίηση των προοδευτικών δυνάμεων αποκτά δυναμική και σκαρφίζεται ό,τι μπορεί για να υπονομεύσει την συνύπαρξη και τη συνοχή τους. Μετά δε και το αίτημα των εκλογών, που κατέθεσε η Φώφη Γεννηματά, η αμηχανία του Τσίπρα είναι έκδηλη. Προκειμένου να πλήξει τον ενιαίο φορέα που έχουμε δημιουργήσει, διατυμπανίζει ότι το μεγάλο δίλημμα είναι «συντήρηση» ή «πρόοδος». Με αυτό το διαζευκτικό δίλημμα επιχειρεί να θολώσει τα νερά, καλλιεργώντας την αντίληψη ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ο σκληρός συντηρητικός πόλος της νεοφιλελεύθερης παράταξης ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο εκφραστής των προοδευτικών και κεντροαριστερών δυνάμεων. Με μια τέτοια προσέγγιση επιδιώκει να δημιουργήσει γέφυρες επικοινωνίας με στελέχη μας αλλά και με την εκλογική μας βάση.
Θετικό γεγονός είναι ότι κορυφαία στελέχη -όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Γιώργος Καμίνης, ο Νίκος Ανδρουλάκης- στηρίζουν την πρόταση της Προέδρου του Κινήματος Αλλαγής για άμεσες εκλογές, πιστεύοντας ότι είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να μας βγάλει από τα πολλαπλά αδιέξοδα. Η διαφοροποίηση του κυρίου Θεοδωράκη αντικειμενικά συνιστά ένα πρόβλημα. Εκτιμώ ότι με δημιουργικό και γόνιμο διάλογο μπορούν να διαμορφωθούν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις για να συγχρονίσουμε τα βήματα μας. Μπορούμε να αποκτήσουμε κοινό βηματισμό. Μπορούνε να ενοποιήσουμε διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις, προτάσσοντας το μείζον και προσπερνώντας το ελάσσον. Η διάσταση που προέκυψε με τον επικεφαλής του Ποταμιού αναμφίβολα θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν η κυρία Γεννηματά συζητούσε με το πολιτικό συμβούλιο την στρατηγική μας πρόταση, επιζητώντας την εναρμόνιση όλων των συμμετεχόντων για την ανάγκη προσφυγής στις κάλπες.
Το σημαντικότερο ωστόσο δεν είναι οι όποιες δυστοκίες προέκυψαν ούτε οι αχρείαστες διαφοροποιήσεις αλλά η κοινή βούληση να θεμελιώσουμε μια νέα στρατηγική πρόταση για την έξοδο της χώρας από την κρίση και την αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας, αποκτώντας ταυτόχρονα την αυτονομία μας έναντι του λαϊκισμού και του συντηρητισμού, που εκφράζουν ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Δημοκρατία.
*Ο κ. Λεωνίδας Γρηγοράκος είναι Βουλευτής Λακωνίας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.