9.300 παπάδες, 7.270 γιατροί!

9.300 παπάδες, 7.270 γιατροί!

Του Ανδρέα Ζαμπούκα

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Μητρώου Ανθρωπίνου Δυναμικού Ελληνικού Δημοσίου, μισθοδοτούνται 9.298 κληρικοί.
Αντίστοιχα, οι γιατροί που υπηρετούν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, είναι μόλις 7.271! Δεν είναι βέβαια, μόνο αυτοί οι γιατροί που έχουμε στην διάθεσή μας. Το πλεόνασμα μάλιστα είναι τόσο μεγάλο που τους εξάγουμε και στο εξωτερικό, αφού πρώτα, οι Έλληνες φορολογούμενοι επιβαρύνονται με πάνω από 100 χιλ. ευρώ για το κάθε πτυχίο τους.

Είναι προφανές ότι θα ήταν προτιμότερο να εξάγουμε παπάδες και όχι γιατρούς αλλά η συνάφεια του αντικειμένου δεν είναι καθόλου συμβατή με τις ανάγκες των άλλων κοινωνιών που υποδέχονται τα "εξαγώγιμα ελληνικά είδη"...

Σε κάθε περίπτωση, είμαστε μία ανοιχτή αγορά, όπου υπάρχει υπερπληθώρα αστικών επαγγελμάτων. Αλλά δεν είναι εκεί το ζήτημα που μας απασχολεί σε σχέση με το ισοζύγιο μεταξύ ιερέων και ιατρών. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο πώς εξυπηρετούμε τις ανάγκες μας αλλά τι κάνει το πανάκριβο ελληνικό κράτος για να τις καλύψει. Ποιες είναι τέλος πάντων οι προτεραιότητες που θέτει επίσημα, προκειμένου να ανταποκριθεί σε μία σύγχρονη δυτική κοινωνία.

Ενδιαφέρον έχει ότι την 24/7/1968 o αναγκαστικός νόμος 469/1968 (ΦΕΚ Α΄ 162/1968) εξομοίωσε μισθολογικά τον κληρικό με τον δημόσιο υπάλληλο. Άρα το κράτος από το 1968, για πρώτη φορά, ανέλαβε την υποχρέωση να συμπληρώνει τον παραπάνω ειδικό λογαριασμό με στόχο ο εφημέριος - ιερέας να παίρνει  μισθό ίσο με του δημοσίου υπαλλήλου. Αυξήθηκε επομένως η οικονομική συμμετοχή του Δημοσίου, αφού από την 1/9/1962 είχε καταργηθεί η «ενοριακή εισφορά» των πιστών, οπότε ο λογαριασμός χρηματοδοτούνταν πλέον από κρατικούς πόρους και την εισφορά (35%) εκ των εσόδων των Ναών (παγκάρια, μισθώματα κλπ.).

Όσο εν τω μεταξύ περνούν οι δεκαετίες και εμπεδώνεται παντού ο κρατισμός ως ιδεολογία, το ελληνικό κράτος αναλαμβάνει πλήρως, την μισθοδοσία των κληρικών, απαλλάσσοντας την Εκκλησία από ένα μεγάλο κόστος για την συντήρηση του προσωπικού της. Αξίζει εδώ να αναφερθεί πως η ειδική εισφορά από τα ακαθάριστα έσοδα των Ναών καταργήθηκε την 28/1/2004 (νόμος 3220/2004, ΦΕΚ Α΄ 15/2004) επί «εκσυγχρονισμού» και κυβερνήσεως Κώστα Σημίτη και δεν αντικαταστάθηκε. Ουσιαστικά δηλαδή μετά την 28/1/2004 οι μισθοί των ιερέων καταβάλλονται με επιβάρυνση μόνο του κρατικού προϋπολογισμού χωρίς την συμμετοχή των ναών δια της εισφοράς.

Όλα τα παραπάνω και άλλα πολλά δείχνουν ότι ο Έλληνας φορολογούμενος δεν επιβαρύνεται από προαίρεση και  επιλογή των πραγματικών αναγκών του αλλά καθ'' υπόδειξη των "συστημικών" εξουσιών του. Μία εκ των οποίων είναι η Εκκλησία και οι εκπρόσωποί της.

Τι θα μπορούσε να γίνει στο όνομα μιας αστικής δημοκρατίας που σέβεται τα δικαιώματα και την τσέπη των πολιτών της; Δεν νομίζω ότι υπάρχει καλύτερη λύση από την ανταποδοτικότητα ως μέσο διαχείρισης της ισότητας ως βασικής αρχής της δημοκρατίας.

Με λίγα λόγια, ας δηλώνει αυτοβούλως το κάθε μέλος της Εκκλησίας την προθυμία του για χρηματοδότηση των υπηρεσιών της. Όπως ακριβώς δηλώνουμε σε κάθε ασφαλιστικό ταμείο την συγκατάθεσή μας στο να πληρώνουμε τα ασφάλιστρα για την ιατρική μας κάλυψη.

Ας μας ρωτήσουν τέλος πάντων, αν θέλουμε να συμμετέχουμε σε μια τεράστια δαπάνη την ώρα που τα νοσοκομεία διαλύονται.

Για να τους απαντήσουμε ότι έχουμε ιεραρχήσει τις ανάγκες μας και επιμένουμε να συντηρούμε εμείς και όχι η Εκκλησία τους κληρικούς της. Ότι επενδύουμε αλλού κι όχι στην ποιότητα της αληθινής μας ζωής. Δικαίωμα μας είναι στο κάτω κάτω κι αυτό. Αλλά ας μας ρωτήσουν...