Στις 23 Αυγούστου 1939 υπογράφηκε το σύμφωνο Ρίμπεντροφ-Μολότοφ στου οποίου το μυστικό παράρτημα προβλεπόταν ο διαμελισμός της Πολωνίας. Το ανατολικό τμήμα της θα περιερχόταν στην κυριαρχία της ΕΣΣΔ. Πράγματι, οι Γερμανοί εισέβαλαν την 1η Σεπτεμβρίου 1939 στην Πολωνία και στις 17 Σεπτεμβρίου εισέβαλε από τα ανατολικά ο Κόκκινος Στρατός. Συνελήφθησαν περίπου 27.000 στελέχη των πολωνικών ενόπλων δυνάμεων τα οποία και συγκεντρώθηκαν σε δύο στρατόπεδα αιχμαλώτων στο Οστασκόφ και στο Σταρομπέλσκ. Ήταν η αφρόκρεμα της πολωνικής κοινωνίας: αξιωματικοί καριέρας, πανεπιστημιακοί, επιστήμονες, κλπ, που επιστρατεύθηκαν για να αντιμετωπίσουν την ναζιστική εισβολή.
Στις 22 Ιουνίου 1941 οι Γερμανοί εισβάλλουν στην Σ. Ένωση, ανατρέποντας το μέχρι τότε διαμορφωμένο σκηνικό του πολέμου, ο οποίος ουσιαστικά είχε λήξει στην Ευρώπη. Στις 13 Απριλίου 1943 οι ναζί ανακάλυψαν μαζικούς τάφους στο δάσος Κατύν. Αμέσως διαπιστώθηκε πως επρόκειτο για Πολωνούς αξιωματικούς. Οι ναζί, στον πόλεμο της προπαγάνδας, κατηγόρησαν ευθέως τους Σοβιετικούς ως υπεύθυνους για την σφαγή. Όπως ήταν φυσικό, οι Σοβιετικοί ανταπέδωσαν την κατηγορία, ενώ η εξόριστη στο Λονδίνο πολωνική κυβέρνηση, έχοντας καλύτερη πληροφόρηση, αποδέχθηκε την εκδοχή των Γερμανών και ενημέρωσε τον Ουίνστον Τσόρτσιλ. Αυτός εν ονόματι του κοινού συμμαχικού αγώνα δήλωσε στον Στάλιν πως για το έγκλημα ευθύνονται οι ναζί.
Όταν, το 1944 το Κατύν περιήλθε στην κατοχή του Κόκκινου Στρατού, ο Στάλιν συγκρότησε μια επιτροπή υπό τον ακαδημαϊκό Μπουνταρένκο, για να διερευνήσει την υπόθεση. Όπως ήταν φυσικό, η επιτροπή ενοχοποίησε τους Γερμανούς. Σε όλη την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου το έγκλημα του Κατύν ήταν ένα από τα προπαγανδιστικά όπλα των δυτικών, ενώ οι Σοβιετικοί, οι δορυφόροι τους και τα κομμουνιστικά κόμματα της Δύσης αναμασούσαν την θεωρία ότι οι ναζί διέπραξαν την σφαγή.
Ήρθε η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, άνοιξαν τα αρχεία και αποκαλύφθηκε με κάθε λεπτομέρεια ποιος, πώς οργάνωσε και πώς εκτέλεσε αυτή την μαζική δολοφονία. Ως γνωστόν ο Μ. Γκορμπατσόφ στις 13 Οκτωβρίου 1990, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την σφαγή, ζήτησε συγγνώμη από τον πολωνικό λαό.
Λίγο αργότερα, ο Μπόρις Γέλτσιν παρέδωσε στον Λεχ Βαλέσα τρία έγγραφα που αποδείκνυαν, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι η απόφαση για την εκτέλεση των Πολωνών αξιωματικών ελήφθη στο ανώτατο επίπεδο της σοβιετικής εξουσίας. Το πρώτο έγγραφο αφορούσε την έκθεση του Μπέρια προς τον Στάλιν στην οποία εισηγούνταν την εκτέλεση 25.700 Πολωνών αξιωματικών. Η έκθεση έφερε την υπογραφή και του Στάλιν.
Το δεύτερο έγγραφο, που ήταν και το σημαντικότερο, αφορούσε την απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της 5ης Μαρτίου 1940 για την εκτέλεση της απόφασης που υπέγραψε ο ίδιος ο Στάλιν. Τέλος το τρίτο, μεταγενέστερο έγγραφο, το οποίο υπέγραφε ο αρχηγός της KGB Σελέπιν απευθυνόταν προς τον Ν. Χρουτσόφ, μετά τον θάνατο του Στάλιν και τον ενημέρωνε ότι τελικά εκτελέστηκαν 21.857 Πολωνοί αξιωματικοί.
Την σοβιετική ευθύνη για αυτήν την μαζική δολοφονία παραδέχθηκαν και οι Πούτιν, Μεντβέντεφ.
Το ερώτημα είναι γιατί οι Σοβιετικοί προχώρησαν σε αυτό το αποτρόπαιο μαζικό έγκλημα. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι τότε, τίποτα δεν μαρτυρούσε πως οι ναζί θα εισέβαλαν στην ΕΣΣΔ. Συνεπώς ετίθετο το θέμα τι θα γίνει με αυτούς τους αιχμαλώτους οι οποίοι ήταν Καθολικοί, μορφωμένοι και αντικομμουνιστές. Με βάση τις πρακτικές που επικρατούσαν τότε η εκτέλεση τους ήταν μια λογική λύση του προβλήματος. Τι ήταν 25.000 μπροστά στα εκατομμύρια που δολοφόνησε το σοβιετικό καθεστώς την περίοδο του Μεγάλου Τρόμου, 1936—1939;
Όταν ξεκίνησαν οι εκτελέσεις με μια σφαίρα στο σβέρκο των Πολωνών αξιωματικών, ήταν 4 Απριλίου 1940.
ΥΓ. Στην Ελλάδα η ταινία του Α. Βάιντα «Κατύν» -ο πατέρας του οποίου ήταν ανάμεσα στους δολοφονημένους στο Κατύν- προβλήθηκε μια φορά στην ελληνική τηλεόραση, το 2010, και προκάλεσε την οργή του ΚΚΕ και κάποιων «προοδευτικών».