Στις 14 Δεκεμβρίου συμπληρώθηκαν 60 χρόνια από την ίδρυση του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ). Στα 60 αυτά έτη, ο ΟΟΣΑ άλλαξε, διευρύνθηκε και γιγαντώθηκε, επιτυγχάνοντας τη μετατροπή του από έναν αμιγώς Ευρωπαϊκό οργανισμό, σε έναν από τους μεγαλύτερους και πιο σημαντικούς Διεθνείς Οργανισμούς. Στον ΟΟΣΑ μετέχουν 37 από το πιο ανεπτυγμένα κράτη του κόσμου, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, η οποία για πρώτη φορά διεκδικεί την ηγεσία ενός οργανισμού αντίστοιχης εμβέλειας, με την υποψηφιότητα της Άννας Διαμαντοπούλου.
O ΟΟΣΑ, ο οποίος δημιουργήθηκε για τη διαχείριση της οικονομικής ενίσχυσης του σχεδίου Μάρσαλ, καλείται σήμερα να διαδραματίσει ξανά, καθοριστικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πανδημία του κορονοϊού ανέδειξε τα προβλήματα και τις παθογένειες των σύγχρονων κοινωνιών σε δομικό, θεσμικό και λειτουργικό επίπεδο, με την ανάγκη για σύγχρονες, βιώσιμες και ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις να είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Στην μετά τον κορονοϊό εποχή, ο ΟΟΣΑ μέσω των δεδομένων που διαθέτει, της πολυτομεακής ανάλυσης που προωθεί και της μοναδικής ικανότητας του να ερευνά και να εντοπίζει τις σημαντικότερες συνέργειες και αντισταθμίσματα (trade-offs), μπορεί να συμβάλει έμπρακτα και ουσιαστικά. Η θέσπιση των κατάλληλων προδιαγραφών (standards) και η πρόταση και προώθηση καινοτόμων μεταρρυθμίσεων για τα κράτη-μέλη, αποτελεί στοίχημα για τον Οργανισμό. Σημαντικό διακύβευμα αποτελεί και η ικανότητα προσαρμογής του σε έναν σύγχρονο κόσμο που συνεχώς αλλάζει με ραγδαίους ρυθμούς.
Η εδραίωση του γεωπολιτικού και οικονομικού βάρους στην Ασία δοκιμάζει τα αντανακλαστικά του ΟΟΣΑ και τη δυνατότητα του να παραμένει ανθεκτικός, περιεκτικός και ευέλικτος. Ως εκ τούτου, η επόμενη μέρα, βρίσκει τον Οργανισμό αλλά και τον πλανήτη αντιμέτωπο με αρκετές προκλήσεις, από την κλιματική αλλαγή και την αντιμετώπιση των ανισοτήτων, έως την ψηφιοποίηση, την ανάκαμψη από την πανδημία και τη βιωσιμότητα.
Τα προηγούμενα χρόνια της βαθιάς ύφεσης και της οικονομικής κρίσης, θα ακουγόταν παράδοξο ως και αντιφατικό μια χώρα όπως η Ελλάδα να διεκδικεί την ηγεσία ενός παγκόσμιου οργανισμού με βαθιά μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα. Η σημερινή Ελλάδα, ωστόσο, δεν θυμίζει και πολύ τη χώρα που μόλις 5 χρόνια πριν, ήταν ένα βήμα πριν τη χρεωκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη. Αφενός η μεταρρυθμιστική διάθεση της τωρινής κυβέρνησης και αφετέρου η διαχείριση της στην πανδημία, καθιστούν τη χώρα μας ευχάριστη έκπληξη και παράδειγμα προς μίμηση σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.
Η πρόσφατη επένδυση της Volkswagen για πιλοτική μετατροπή της Αστυπάλαιας σε νησί ηλεκτροκίνησης αλλά και η νέα μεγάλη επένδυση για την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην Ελλάδα, αποτελούν βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, που προάγουν την κυκλική οικονομία και τη βιώσιμη, φιλική προς το περιβάλλον παραγωγική διαδικασία. Οι κινήσεις αυτές της ελληνικής κυβέρνησης, είναι σύμφωνες με τις προδιαγραφές και τους στόχους που θέτει ο ΟΟΣΑ στα κράτη-μέλη του. Κυρίως όμως, έχουν το μεταρρυθμιστικό και καινοτόμο χαρακτήρα που ο ίδιος ο οργανισμός προωθεί και θέτει ως προτεραιότητα στη μετά τον κορονοϊό εποχή.
Η ανοδική πορεία της χώρας μας μεταφράζεται και σε οικονομικά δεδομένα. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα αναμένεται να ανακάμψει με ρυθμούς της τάξης του 5,0% και 3,5% για τα έτη 2021 και 2022 αντίστοιχα, ποσοστό μεγαλύτερο από την Ευρωζώνη, όπου προβλέπεται ανάκαμψη της τάξης του 4,2% και 3,0% αντίστοιχα.
Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται κατανοητό πως η παρουσία της χώρας μας στην ηγεσία ενός κορυφαίου οργανισμού, με ισχυρό και ρυθμιστικό ρόλο στο παγκόσμιο κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι, αναβαθμίζει ακόμα περισσότερο τη θέση και τη διεθνή επιρροή της. Tαυτόχρονα, αποτελεί μια από τις πιο δυναμικές πρωτοβουλίες στην ιστορία της ελληνικής διπλωματίας, σηματοδοτώντας μια εποχή ανάπτυξης και εξωστρέφειας για την πατρίδα μας.
Στον απόηχο της πανδημίας, η προσαρμογή στη νέα κανονικότητα αποτελεί σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες. Ο ΟΟΣΑ όπως και η Ελλάδα, καλούνται να προβούν σε υπερβάσεις, θέτοντας υψηλούς στόχους, με άξονα την ανάκαμψη μετά την υγειονομική κρίση, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη ψηφιοποίηση. Σε ένα τοπίο που συχνά μοιάζει με ναρκοπέδιο, η πορεία τους Οργανισμού αλλά και της χώρας μας οφείλει να είναι κοινή, άρρηκτα συνυφασμένη με μεταρρυθμίσεις και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.
*Ο Δημήτρης Τζανιδάκης είναι συνεργάτης του ΔΙΚΤΥΟΥ.