Της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου
Δεν συντρέχει κανένας λόγος να αναθεωρήσουμε την ιδέα πάνω στην οποία βρισκόμαστε συχνά να επιχειρηματολογούμε: οι θεσμοί και η λειτουργία τους πρέπει να είναι η έννοια μας και το βασικό θέμα της δημόσιας συζήτησης και όχι τα πρόσωπα, τα οποία έρχονται και παρέρχονται.
Και με αυτό δεν θέλουμε να αποφύγουμε να σχολιάσουμε την επιλογή της κυρίας Γιάννας Αγγελοπούλου για την επιτροπή των εορτασμών της επετείου του 2021 μην και στεναχωρήσουμε τους πολιτικούς μας φίλους στους οποίους έτσι κι αλλιώς δεν αρέσουν οι κολακείες και το λιβάνισμα.
Η επιλογή του πρωθυπουργού εξέπληξε δυσάρεστα πολύ κόσμο και σίγουρα αυτούς που η γνώμη τους μετράει. Επελέγη ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο, αμφισβητούμενης επάρκειας που αν μη τι άλλο έχει επιδείξει κάκιστη πολιτική κρίση.
Είναι απλό. Η κυρία Αγγελοπούλου και στην παρούσα χρονική συγκυρία δεν λειτουργεί ως σωστό ηθικό παράδειγμα σε οποιοδήποτε επίπεδο.
Παρ' όλα αυτά θα επιμείνουμε στην αρχική μας θέση. Το πρόσωπο είναι δευτερεύον μπροστά στη σημασία της επετείου αυτής. Μια χαρά θα γίνουν όλα.
Είδαμε πολλούς φίλους και αναφερόμαστε σε όσους τοποθετούν τον εαυτό τους στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο, να δυσανασχετούν και με την προοπτική ακόμα της διοργάνωσης επετειακών εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια από τον Αγώνα Ανεξαρτησίας, τις θεωρούν ανορθολογικές, κοστοβόρες, κενές νοήματος. Κάνουν λάθος. Δεν θα υπενθυμίσουμε τον (έτσι κι αλλιώς λανθασμένο) ορισμό της πολιτικής ότι δηλαδή είναι διαχείριση συμβόλων (η πολιτική είναι ο θεσμικός έλεγχος της βίας, όχι η διαχείριση συμβόλων). Η επέτειος των 200 ετών είναι κάτι ουσιαστικότερο και βαθύτερο από τον συμβολισμό της, είναι μια συνομολογία σε όσα μας ενώνουν, είναι η υπενθύμιση στην κοινή μας πορεία στην ιστορία, η αναγνώριση της πλεύσης στο χρόνο με πλοίο το γεωγραφικό χώρο της πατρίδας μας.
Η επέτειος των 200 χρόνων είναι μια επέτειος που πρέπει να σπεύσουμε να την οικειοποιηθούμε όλοι, να την αγκαλιάσουμε και να αφήσουμε να μας γεμίσει χαρά και αισιοδοξία σε συλλογικό αλλά και ατομικό επίπεδο, να τη γιορτάσουμε σαν να είναι τα δικά μας γενέθλια.
Όλοι εμείς που αγαπάμε την πατρίδα μας και δεν μισούμε απλώς τις πατρίδες των άλλων (όπως κάνουν οι εθνικιστές) δεν πρέπει να αποστρέψουμε το πρόσωπο από το γεγονός απαξιώνοντάς το ως μια απλή φιέστα.
Το σημαντικότερο είναι ότι δεν έχουμε ανάγκη να περιμένουμε τις κρατικές εκδηλώσεις για να συμμετέχουμε στη συζήτηση και βέβαια στη γιορτή. Τα βιβλία που θα εκδοθούν με αφορμή την επέτειο, τα συνέδρια που θα γίνουν, οι εκδηλώσεις, οι εκθέσεις κορυφαίων μουσείων όπως το Μπενάκη θα ορίσουν την ουσία της επετείου.
Και η φιέστα όμως χρειάζεται και ίσως χρειάζεται περισσότερο από ποτέ, μετά από όσα περάσαμε, το φόβο και την απελπισία που αισθανθήκαμε, τα βαριά λόγια που ανταλλάξαμε.
Ας μην μιζεριάσουμε αυτή την επέτειο. Να συζητήσουμε, να στοχαστούμε, να διαβάσουμε αλλά πάνω απ'όλα να τη χαρούμε, να τη γιορτάσουμε. Είναι δικιά μας και μας αξίζει.