Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Γύρω στις 18.00 το απόγευμα της 20ης Οκτωβρίου 1827, τα πάντα είχαν τελειώσει. Η ναυμαχία είχε κρατήσει τέσσερις ώρες και το αποτέλεσμά της έδειξε την υπεροχή των Eυρωπαίων. Από τα 89 πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου τα 60 είχαν βυθισθεί, ενώ τα υπόλοιπα είχαν ριχτεί στα αβαθή του κόλπου με σημαντικές ζημιές, ενώ οι ανθρώπινες απώλειες ανήλθαν σε 6.000 νεκρούς περίπου και 4.000 τραυματίες. Οι σύμμαχοι δεν έχασαν κανένα πλοίο, ενώ σε ανθρώπινες απώλειες είχαν 174 νεκρούς και 475 τραυματίες.
Η ναυμαχία του Ναβαρίνου έσωσε την ελληνική επανάσταση και σε συνδυασμό με τις εκκαθαρίσεις των Γάλλων στην Πελοπόννησο και την ρωσοτουρκική διένεξη, δόθηκε η αυτονομία στους Έλληνες με κυβερνήτη τον Καποδίστρια.
Εν τω μεταξύ, δεν υπάρχει ούτε ένας ιστορικός που να μην αποδίδει στο γεγονός, την απελευθέρωση. Ούτε ένας! Ξένος, Έλληνας ή Τούρκος. Έως τότε, η επανάσταση είχε χαθεί, οι Έλληνες είχαν εμπλακεί σε τρεις εμφυλίους, η Εκκλησία συνέχιζε να μοιράζεται την εξουσία με την Πύλη και ο τόπος ρήμαζε από την ταπείνωση και τον αλληλοσπαραγμό.
Το ερώτημα λοιπόν είναι γιατί αυτή η ημερομηνία δεν έχει θέση στην ιστορική μας συνείδηση; Γιατί προκλητικά και ανεύθυνα, δεν θέλουμε να την συμπεριλάβουμε στην λαϊκή εθνική μας αφήγηση;
H απάντηση είναι απλή, αν λάβουμε σοβαρά υπόψη μας τους δημιουργούς της εθνικής μας Ιστορίας: Τα ελληνικό κράτος και την Εκκλησία. Ούτε ο ένας έχει λόγο να πανηγυρίζει για το Ναβαρίνο ούτε ο άλλος. Γιατί καμία πολιτική ηγεσία στα μετεπαναστατικά χρόνια δεν ήταν πραγματικά, περήφανη για την συμμετοχή της στην επανάσταση. Όπως και η επίσημη Εκκλησία, ποτέ της δεν έπεισε κανέναν σοβαρό άνθρωπο για την ουσιαστική της δράση, στον αγώνα για την απελευθέρωση. Επομένως, είναι δικαιολογημένη η διαμόρφωση θρύλων που συγκινούν περισσότερο την λαϊκή συνείδηση, παρά μια προσπάθεια ορθολογιστικής αποτύπωσης του παρελθόντος.
Το ζήτημα είναι ότι ακόμα και σήμερα, δεν γίνεται καμία προσπάθεια – συντεταγμένη, ανεξάρτητη και επιστημονική, όχι του Φίλη και των «φίλων» του- που να στρέφει το βλέμμα των Ελλήνων προς την αναζήτηση της εθνικής αυτογνωσίας. Αντίθετα, πολύ πρόσφατα ζήσαμε – και ζούμε εν μέρει ακόμα- έναν πρωτοφανή αντιευρωπαϊσμό, ως αποτέλεσμα της άγνοιας, του εθνολαϊκισμού και της άγονης εσωστρέφειας που μας χαρακτηρίζει.
Μπορεί η Ιστορία να είναι μία σειρά από «παρωθητικές» συμπτώσεις αλλά, αν πρέπει να γιορτάσουμε κάποιες από το παρελθόν, ας είναι αυτές στις οποίες οφείλουμε την ύπαρξή μας.
Με λίγα λόγια, μπορεί η επιθυμία και η εθνική φλόγα για ανεξαρτησία να είναι η απαρχή του νεοελληνικού ιστορικού γίγνεσθαι, όμως η κρίσιμη μέρα που εξασφάλισε την ύπαρξη του ελληνικού κράτους είναι η 20η Οκτωβρίου του 1827. Όχι γιατί οι Ρώσοι, οι Γάλλοι και οι Άγγλοι ήταν φίλοι μας- πάντα ψάχνουμε ευεργέτες φίλους- αλλά γιατί υπήρχε ένας σπουδαίος Έλληνας, ο Καποδίστριας, που μπόρεσε να εκμεταλλευτεί τις επεκτατικές τους διαθέσεις και να τις στρέψει εναντίον των Τούρκων.
Αναρωτιέμαι ποιο «πρωτόγονο» σχολείο και ποια «εθνική υποκουλτούρα» είναι αυτή που κλωνοποιεί «χρυσαυγίτες», «μπάχαλους» και «αντιεξουσιαστές» αντί να ποτίζει την καθαρή σκέψη και την αυτογνωσία του αληθινού πατριώτη. Αυτού που δεν θα προσκυνάει κλέφτες και φαντάσματα αλλά θα ξέρει να κατανοεί τον κόσμο και την αλήθεια σε ανθρώπους και κοινωνίες. Που θα αναγνωρίζει φίλους και εχθρούς μέσα στην δίνη της ανθρώπινης ανάγκης και όχι στην προπαγάνδα των κουτοπόνηρων της ιστορίας. Γιατί όσο «αποικιοκράτες» μας ήταν οι Άγγλοι παλιά και οι Γερμανοί τώρα, άλλο τόσο «δυνάστες» είναι οι ομοεθνείς μας «αφέντες» που μας εξαπατούν «νόμιμα» και διαχρονικά!
Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου είναι η νίκη των Ευρωπαίων απέναντι στους Οθωμανούς, για χάρη μας. Κι εμείς είμαστε ή οφείλουμε να είμαστε Ευρωπαίοι. Γιατί συντεταγμένα υπάρχουμε ως Ευρωπαίοι! Αν υφίσταται κάποιο «εμείς» που έχει δικαίωμα στην υπεράσπιση του ελληνικού «DNA» αυτό δεν μπορεί παρά να είναι ευρωπαϊκό. Τόσο πολύ και τόσο έντονα, γιατί η μόνη υπεράσπιση της ύπαρξής μας θα είναι πάντα η ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και ο ορθολογισμός. Και αυτά είναι ελληνικά και βρίσκονται μόνο στην Ευρώπη.
Ένας λαός που αγνοεί την αλήθεια του, δύσκολα μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Γιατί η άγνοια είναι πάντα η ανανδρία που τον κρατά υπόδουλο στην αδυναμία του…