του Σάκη Μουμτζή
Λέγεται πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν πληροφορήθηκε την δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη στις 22 Μαΐου 1963 αναφώνησε οργισμένα: «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;». Αυτή η ρητορική ερώτηση του τότε πρωθυπουργού πήγαζε από την συσσωρευμένη του οργή για τα όσα είχαν προηγηθεί από τις αρχές εκείνης της χρονιάς.
Τον Ιανουάριο του 1963 η βασίλισσα Φρειδερίκη – πολυπράγμων και πολυμήχανη- λόγω των κακών σχέσεων της με τον πρωθυπουργό μεθόδευε την αντικατάσταση του με πιθανούς διαδόχους του τον Σπ.Θεοτόκη και τον Γ.Ράλλη. Μάλιστα προς τούτο βολιδοσκόπησε και την Αμερικανική Πρεσβεία. Είχε προηγηθεί τον Οκτώβριο του 1962 υπόμνημα του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή προς τον Βασιλιά Παύλο στο οποίο ο πρωθυπουργός της χώρας υπογράμμιζε τις διαφωνίες του « με την ζωή και τις δραστηριότητες του Στέμματος» ενώ επεσήμανε πως δεν είναι δυνατόν οι λόγοι του Βασιλέως να γίνονται εν αγνοία της κυβερνήσεως του. Η απάντηση των Ανακτόρων ήταν εξίσου έντονη και κατέστησε το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών αγεφύρωτο.
Έτσι, ο Σ. Βενιζέλος μετά την συνάντηση του με τον Βασιλέα στις 16/1/1963 άρχισε να προωθεί την προοπτική της συνεννόησης των δύο μεγάλων κομμάτων, δηλαδή της ΕΡΕ και της Ένωσης Κέντρου, εν ανάγκη και με τον παραγκωνισμό των ηγεσιών τους. Γι΄αυτό το σκοπό από τις 15/2/1963 ως τις 9/3/1963 είχε συνομιλίες με τον σύμβουλο του Βασιλέως Παύλου,Π. Πιπινέλη χωρίς όμως κάποιο απτό αποτέλεσμα. Από την στιγμή που ενεπλάκη σε τέτοια παρασκηνιακή μεθόδευση ήταν επόμενο ο Σ. Βενιζέλος να τηρήσει τις αποστάσεις του από τον «ανένδοτο αγώνα» του Γ. Παπανδρέου, καθώς μάλιστα είχε και επιφυλάξεις ευθύς εξ αρχής για την σκοπιμότητα του.
Η δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρ. Λαμπράκη στην Θεσσαλονίκη από ένα σύμφυρμα κρατικών και παρακρατικών οργάνων καθώς και η επικείμενη επίσημη επίσκεψη των Βασιλέων στο Λονδίνο για την οποία διαφωνούσε ο πρωθυπουργός, τον οδήγησαν σε παραίτηση στις 11 Ιουνίου 1963.
Μάλιστα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παραιτούμενος εισηγήθηκε την άμεση διενέργεια εκλογών, εισήγηση που δεν έκανε όμως δεκτή ο Βασιλιάς Παύλος, ο οποίος επί μιαν εβδομάδα με διαβουλεύσεις επιζητούσε τον σχηματισμό κυβέρνησης από την υπάρχουσα βουλή με την συνεργασία των δύο μεγάλων κομμάτων. Ήταν προφανές πως τα Ανάκτορα προσέβλεπαν σε ανατροπή του Καραμανλή από την αρχηγία της ΕΡΕ ή σε διάσπαση της. Όμως η κοινοβουλευτική ομάδα της βρισκόταν υπό τον απόλυτο έλεγχο του αρχηγού κι έτσι ναυάγησαν οι σχεδιασμοί του Στέμματος.
Πανίσχυρος εσωκομματικά ο Κ. Καραμανλής δέχθηκε την πρωθυπουργοποίηση του Π. Πιπινέλη σε μια κυβέρνηση που κατ΄απαίτηση του δεν είχε ως υπουργό στέλεχος της ΕΡΕ, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμανε de facto διάσπαση της. Στις 18/6/1963 ο Κ. Καραμανλής αναχώρησε για την Ζυρίχη και το κόμμα του ανέλαβε να το διοικήσει μια τριμελής επιτροπή (Π. Κανελλόπουλος, Π. Παπαληγούρας και Κ. Ροδόπουλος).
Στον Κ.Καραμανλή προσάπτεται η κατηγορία πως έπεσε θύμα μηχανισμών που και ο ίδιος ανέχθηκε και εξέθρεψε. Αυτή είναι μια εύκολη ερμηνεία, με την χρήση της ύστερης ανάγνωσης της Ιστορίας που παραβλέπει το ιστορικό πλαίσιο της εποχής μέσα στο οποίο ήταν υποχρεωμένος να κινηθεί ο Κ.Καραμανλής και το οποίο ελάχιστα αυτός διαμόρφωσε.
Δηλαδή την διαπλοκή του Ψυχρού πολέμου με το μετεμφυλιακό πολιτικό κλίμα, τους μηχανισμούς που αναπτύχθηκαν σε καίριους τομείς του Κράτους, τους τυχοδιωκτισμούς της ηγεσίας του ΚΚΕ , το Κυπριακό, την απρόσμενη επιτυχία της ΕΔΑ το 1958, όταν με 24,42 % αναδείχθηκε αξιωματική αντιπολίτευση και τις αντιδράσεις που προκάλεσε. Η σύγκρουση του με το Στέμμα ήρθε, όταν αντιλήφθηκε πως τα όρια μέσα στα οποία έπρεπε να κινηθεί είχαν στενέψει πάρα πολύ και προσπάθησε να τα αλλάξει για να εκσυγχρονίσει την χώρα. Δεν τα κατάφερε, ηττήθηκε κι έφυγε.
Γι΄αυτό το άρθρο είχα ως βοήθημα το βιβλίο του Ηλία Νικολακόπουλου « Η καχεκτική δημοκρατία» εκδ. Πατάκη, Απρίλιος 2014.